Ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ Λόγος

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Πατέρες. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Πατέρες. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 8 Απριλίου 2025

Τα δύο είδη της θεοπνευστίας είναι ο φωτισμός και η θέωση ~ π. Ιωάννης Ρωμανίδης

Η θεόπνευστη θεολογία των Πατέρων

Τα δύο είδη της θεοπνευστίας είναι ο φωτισμός και η θέωση
~ π. Ιωάννης Ρωμανίδης, ''Εμπειρική Δογματική''

Τα συγγράμματα των Πατέρων είναι θεόπνευστα, επειδή γράφηκαν από θεοπνεύστους άνδρες. Η θεοπνευστία στην περίπτωση αυτή δεν είναι κατά γράμμα, αλλά οι Άγιοι είχαν φθάσει στον φωτισμό και την θέωση και, όταν ομιλούσαν για δογματικά ζητήματα, ομιλούσαν εκ πείρας και αυτό λέγεται θεοπνευστία. Τα δύο είδη της θεοπνευστίας είναι ο φωτισμός και η θέωση.

Θεωρούνται και τα συγγράμματα των Πατέρων ως θεόπνευστα, όχι μόνον τα συγγράμματα της Αγίας Γραφής. Λέγοντας όμως θεοπνευστία, εδώ πρέπει να ξεχωρίσουμε πρώτα - πρώτα σε ποια θέματα μπορεί να είναι κανείς θεόπνευστος, μέχρι πού φθάνει η θεοπνευστία.

Πρώτα-πρώτα, όπως θα ξεύρετε και από τα άλλα μαθήματα, ουδέποτε η Ορθόδοξη παράδοση δέχθηκε κατά γράμμα θεοπνευστία. Δεν υπάρχει στους Πατέρες κατά γράμμα θεοπνευστία, ούτε και στους Ορθοδόξους θεολόγους οποιασδήποτε παραδόσεως. Ποτέ στην Ορθόδοξη Εκκλησία δεν υποστηρίχθηκε η κατά γράμμα θεοπνευστία, όπως έγινε στην δυτική παράδοση. Αυτή η διδασκαλία περί κατά γράμμα θεοπνευστίας δεν υπάρχει στους Πατέρες ούτε στους μοντέρνους Ορθοδόξους θεολόγους.

Υπάρχει όμως στην Δύση, κυρίως κατά τον Μεσαίωνα. Λοιπόν, εδώ πρέπει να γίνει σαφής διάκριση του θέματος...

Τώρα, στην Ορθόδοξη παράδοση κατ' αρχήν, τα πρώτα στάδια της θεοπνευστίας είναι το στάδιο του φωτισμού και το τελικό είναι η θέωση. Οπότε, διερωτάται κανείς, ο συγγραφέας, που γράφει ένα κομμάτι της Αγίας Γραφής, γιατί θεωρείται θεόπνευστος;

Επειδή ζούσε αυτός σε κατάσταση φωτισμού και από καιρό σε καιρό έφθανε στην θέωση και έγραφε από περίσσεια ως έγραφε και, επομένως, με ακρίβεια για τον Θεό; Ή όταν έγραφε εκείνη την στιγμή, όταν σήκωνε το στυλό του ερχόταν το Πνεύμα το Άγιον σαν ένας πετεινός, περιστερά, ένα πουλάκι και καθόταν εδώ και του υπαγόρευε τι να γράφει;

Για τους Πατέρες της Εκκλησίας θεόπνευστος είναι εκείνος ο οποίος ευρισκόμενος σε κατάσταση φωτισμού ή Θεώσεως, αφού έχει την εμπειρία αυτή, γράφει και γράφει θεοπνεύστως.

Αλλά δεν γράφει στα θέματα που δεν έχουν σχέση με την θεοπνευστία. Με ποια θέματα έχει σχέση η θεοπνευστία; Με όλα τα θέματα περί Θεού, με τις αποκαλύψεις του Θεού στον άνθρωπο, το θέλημα του Θεού για τον άνθρωπο, την ενσάρκωση, την φανέρωση της Ακτίστου δόξης του Θεού μέσω της ανθρώπινης φύσεως του Χριστού, την ίδρυση της Εκκλησίας κατά την Πεντηκοστή, την πεντηκοστιανή εμπειρία της Θεώσεως και την συνεχιζόμενη αυτή εμπειρία της Θεώσεως και του φωτισμού μέσα στην ζωή της Εκκλησίας. Επάνω σε αυτά τα θέματα υπάρχει θεοπνευστία και το απλανές.

Σε αυτήν την κατάσταση η θεοπνευστία είναι μια συνεχής κατάσταση, ως νοερή προσευχή και ως θέα του Θεού.

Στην πατερική παράδοση θεοπνευστία είναι η μόνη απλανής αίσθηση που μπορεί να υπάρχει στον άνθρωπο και, κατ' αυτόν τον τρόπο, διαμορφώνει τον χαρακτήρα του, εξυψώνει την αγάπη του ανθρώπου και τελειοποιεί την κάθαρση και την μεταβάλλει βαθμηδόν και σε θέωση. Μόνο αυτό, κατά τους Πατέρες, λέγεται θεοπνευστία. 

Αυτή η θεοπνευστία είναι συνεχής κατάσταση.


Οπότε, είναι βλακεία να νομίζει κανείς ότι κάποιος είναι θεόπνευστος επειδή έκατσε να γράψει μία επιστολή στη ρώμη δηλαδή, όπως έκανε ο Απόστολος Παύλος.

Και εκεί που έγραφε ήρθε κατά τρόπο θαυμαστό το Πνεύμα το Άγιο και καθοδηγούσε την πέννα του εκείνη την στιγμή, για να γράψει μία επιστολή, δηλαδή. Όχι, δεν είναι έτσι.

Θεοπνευστία σημαίνει ότι ο άνθρωπος ο οποίος γράφει είναι στην κατάσταση της αδιάλειπτου προσευχής και μπαινοβγαίνει στην κατάσταση της Θεώσεως. Αυτός είναι ο θεόπνευστος και αυτή είναι η θεοπνευστία.

Στους Πατέρες της Εκκλησίας δεν γίνεται λόγος για αλάθητο σε καθημερινά ζητήματα και στην καθοδήγηση, αλλά κυρίως χρησιμοποιείται η λέξη «απλανής». Το «αλάθητο» χρησιμοποιείται για δογματικά ζητήματα· το «απλανές» χρησιμοποιείται για την θεραπεία του ανθρώπου.

Οι Πατέρες δεν λένε «αλάθητον». Στην πατερική γλώσσα λέγεται «απλανές». Γίνεται κανείς «απλανής». «Απλανής» σημαίνει ότι δεν παραπλανάται.

Από τι δεν παραπλανάται;
Δεν παραπλανάται από τον διάβολο.

Δηλαδή, έχοντες την αέναη μνήμη Θεού μέσα τους, κάποτε - κάποτε και την εμπειρία της Θεώσεως, έχουν απλανή καθοδήγηση του Αγίου Πνεύματος, το οποίον προσεύχεται αδιαλείπτως μέσα στην καρδιά τους. Και, έχοντες Πνεύμα Άγιον, κατ' αυτόν τον τρόπο, έχουν την απλανή καθοδήγηση του Αγίου Πνεύματος σε θέματα που αφορούν στην θεραπεία του ανθρώπου.

Οπότε, εξ επόψεως θεραπευτικής, είναι απλανής αυτός ο οδηγός. Δεν είναι όμως αλάθητος, από την άποψη ότι δεν μπορεί να κάνη λάθη, διότι κάνει λάθη.

Μόνο σε θέματα πνευματικής καθοδηγήσεως δεν κάνει λάθη, διότι απλανώς καθοδηγεί τα πνευματικά του τέκνα στον φωτισμό και στην θέωση, δηλαδή στην θεραπεία και στην τελειότητα.

Από Ορθοδόξου απόψεως, όταν μιλάμε για το αλάθητο της Εκκλησίας αναφερόμαστε μόνο στην διδασκαλία περί Αγίας Τριάδος, περί Θεού, περί θείας Χάριτος, περί διαγνώσεως των αρρωστημάτων της ανθρώπινης προσωπικότητος, περί θεραπείας της ανθρώπινης προσωπικότητος, περί τελειότητος της ανθρώπινης προσωπικότητος, περί κολάσεως και παραδείσου, περί ενσαρκώσεως, περί Αγίων, περί Θεοτόκου και ό,τι έχει σχέση με την εμπειρία της Θεώσεως. Στα άλλα θέματα δεν υπάρχει αλάθητο και δεν μπορεί να υπάρχει αλάθητο, διότι εκεί πλέον ευρισκόμαστε στην σφαίρα των θετικών επιστημών».

Τα προηγούμενα δείχνουν ποια είναι η μεθοδολογία των Πατέρων και πώς ερμήνευαν την Αγία Γραφή και τελικά πώς θεολογούσαν.

Όλα ξεκινούσαν από την εμπειρία του Αγίου Πνεύματος που βίωναν.

Δηλαδή, όπως προαναφέρθηκε, η μεθοδολογία των Πατέρων δεν ήταν φιλοσοφική, δεν στηριζόταν στην λογική και τον στοχασμό. Η φιλοσοφική μεθοδολογία, η οποία στηρίζεται στην λογική, την πιθανολογία και την φαντασία, είναι μέθοδος των αιρετικών, που χρησιμοποιούσαν και την αρχαία Ελληνική φιλοσοφία και την μεθοδολογία της.

Φαίνεται καθαρά ότι οι Άγιοι Πατέρες της Εκκλησίας δεν φιλοσοφούσαν, δεν χρησιμοποιούσαν τις απόψεις των φιλοσόφων, αλλά ούτε και την μεθοδολογία τους. Αυτό σημαίνει ότι οι Πατέρες δεν δέχονταν την μεταφυσική. Οι Πατέρες ήταν ό,τι οι Προφήτες και οι Απόστολοι.

Τι είναι Πατήρ της Εκκλησίας, τι είναι Πατέρες της Εκκλησίας, τι είναι Προφήτης, τι είναι Απόστολος, τι είναι άγιος; Τώρα, στην πατερική παράδοση όλοι οι Άγιοι είναι Πατέρες, όλοι οι Άγιοι είναι νηπτικοί, όλοι οι Άγιοι έχουν φθάσει σε ορισμένες καταστάσεις κλπ.

Στην σημερινή θεολογία, όμως, έχουν γίνει άλλες διαρρυθμίσεις επάνω στο θέμα. Λένε: α, οι μεγάλοι Πατέρες της Εκκλησίας, δηλαδή είναι οι φιλοσοφούντες Πατέρες. Μέγας Αθανάσιος.

Καλά, ο Μέγας Αθανάσιος ο καημένος δεν ήξερε γρι από φιλοσοφία· ήξερε Αγία Γραφή και ήξερε εμπειρική θεολογία, αλλά από φιλοσοφία μηδέν.

Δεν ασχολείται με το θέμα ο Μέγας Αθανάσιος. Απλώς, οσάκις αναφέρεται σε φιλοσόφους, τους κοροϊδεύει τους φιλοσόφους.

Οι Πατέρες δεν ήταν φιλόσοφοι. Μερικοί από αυτούς σπούδασαν και γνώριζαν τις αρχές της ελληνικής φιλοσοφίας, αλλά δεν τις είχαν αποδεχθεί και δεν θεολογούσαν φιλοσοφώντας.


Οι μεγάλοι Πατέρες της Εκκλησίας δεν είναι Έλληνες φιλόσοφοι. Καμιά σχέση δεν έχουν με την Ελληνική φιλοσοφία.

Οι μεγάλοι Καππαδόκες, ο Χρυσόστομος δεν είναι φιλόσοφοι. Είναι άνθρωποι οι οποίοι ασχολούνται με την θεραπεία της ανθρώπινης προσωπικότητος.

Δηλαδή, η κύρια μέριμνά τους ήταν να περάσουν το πνευματικό τους τέκνο, από την κάθαρση στον φωτισμό και από τον φωτισμό στην θέωση.

Αυτή ήταν η μέριμνα τους. Και όλη η Ορθόδοξη θεολογία είχε αυτόν ως σκοπό. Δεν είχε κανέναν άλλο σκοπό.

Όταν διάβαση κανείς τα κείμενα των Πατέρων, όσο και να προσπαθήσει, δεν μπορεί να τους μεταβάλει σε φιλοσόφους.

Αν πάρει κανείς τον τόμο του Καίμπριτζ και ψάξει για την Intellectual History of Byzantine Empire και ψάξει για Βυζαντινή φιλοσοφία, θα δη πολύ πενιχρά πράγματα, σχεδόν τίποτα, διότι φιλόσοφοι στο Βυζάντιο είναι σαν να είναι ανύπαρκτοι. Και πρέπει κανείς να μεταβάλει τους Πατέρας της Εκκλησίας σε φιλοσόφους, για να μπορεί να γράψει ιστορία της Βυζαντινής φιλοσοφίας. Αλλά οι Πατέρες της Εκκλησίας δεν μεταβάλλονται σε φιλοσόφους. Αυτό είναι το πρόβλημα.

Πάρε οποιονδήποτε Πατέρα της Εκκλησίας να τον μεταβάλεις σε φιλόσοφο. Το έχουν προσπαθήσει. Αλλά εκείνος που μπορεί κάπως να περιγραφή ως φιλόσοφος, ας πούμε είναι ο Γρηγόριος Νύσσης, ο οποίος εάν κανείς τον ξέρη αρκετά καλά καταλαβαίνει ότι δεν διαφέρει καθόλου από τον Γρηγόριο τον Θεολόγο. Προσπάθησε να βγάλεις τον Γρηγόριο τον Θεολόγο φιλόσοφο· δεν γίνεται. Τον Αθανάσιο φιλόσοφο· δεν γίνεται. Μερικοί βγάζουν τον Βασίλειο. Ούτε αυτός βγαίνει φιλόσοφος και ούτε βγαίνει όπως το θέλουν μερικοί».

Μάλιστα, οι Πατέρες έκαναν στα έργα τους σαφή διάκριση μεταξύ θεολογίας και φιλοσοφίας, αφού γνώριζαν εκ πείρας ότι η θεολογία είναι θεραπευτική επιστήμη και όχι φαντασία και στοχασμός.

Στο λεγόμενο Βυζάντιο ήξεραν πάρα πολύ καλά την πατερική παράδοση, ήταν πολύ ζωντανός ο διανοούμενος κόσμος, πάρα πολύ ζωντανός, ήξεραν πάρα πολύ καλά τους αρχαίους, ήξεραν πάρα πολύ καλά τους φιλοσόφους και ήξεραν επίσης πάρα πολύ καλά να διακρίνουν μεταξύ της φιλοσοφίας, που δεν την δέχονταν πάρα πολλοί άνθρωποι, και της θεολογίας.

Αλλά, επειδή δεν ταύτιζαν την θεολογία με την φιλοσοφία και ήξεραν πάρα πολύ καλά ότι η θεολογία είναι μια θεραπευτική επιστήμη, ήξεραν τι είναι ο σκοπός της θεολογίας, τι είναι φωτισμός, τι είναι θέωση και όλα αυτά. Τα μάθαινε κανείς συζητώντας μόνον, χωρίς να διάβαση τίποτα. Μπορούσε απλώς να συζητάει με καλογήρους με τον έναν και τον άλλον και να έρχεται σε κάποια αντίληψη περί αυτών των πραγμάτων. Οπότε, ήταν διαποτισμένη όλη η ατμόσφαιρα με αυτές τις αντιλήψεις κ.τ.λ.

Δεν υπάρχει ιστορία της βυζαντινής φιλοσοφίας, διότι εγώ υποστηρίζω ότι δεν υπάρχει βυζαντινή φιλοσοφία. Σε μάς υπάρχουν μόνο θετικές επιστήμες, ήταν πολύ πρακτικοί οι πρόγονοί μας, δεν ήσαν φιλοσοφούντες. Και όταν θεολογούσαν, θεολογούσαν εμπειρικά. Όλος ο προσανατολισμός τους ήταν εμπειρικός. Το ότι τους ανεβοκατεβάζουν τους Πατέρας ως Πλατωνικούς κλπ, είναι μυθιστορήματα των θεολόγων μας, των Νεοελλήνων που πάνε να τους βγάλουν φιλοσόφους τους Πατέρες της Εκκλησίας.

Ακόμη και η αποφατική θεολογία δεν έχει καμία σχέση με τον φιλοσοφικό στοχασμό.

Αλλά εκείνο που πρέπει να τονισθεί είναι ότι η αποφατική παράδοση αποδόσεως ονομάτων στον Θεό, από πατερικής απόψεως, δεν έχει καμιά απολύτως σχέση με φιλοσοφικό στοχασμό ή οποιοδήποτε τρόπο στοχασμού. Καμία σχέση. Είναι καθαρά βασισμένα όλα που λένε οι Πατέρες, ξεκινάνε από την εμπειρία της Θεώσεως, την παρατήρηση δηλαδή, και έχουν σκοπό αυτά πάλι να δημιουργήσουν στον καθένα την ίδια εμπειρία της Θεώσεως. Ξεκινάμε από την θέωση κι επανερχόμαστε πάλι στην θέωση.

Στα πατερικά κείμενα βλέπουμε ότι οι Πατέρες, καίτοι είχαν σπουδάσει την φιλοσοφία, εν τούτοις την απέρριπταν στον χώρο της θεολογίας, ακριβώς επειδή η φιλοσοφία στηρίζεται στον στοχασμό, ενώ η Ορθόδοξη θεολογία στην εμπειρία.

Οι Πατέρες της Εκκλησίας τοξεύουν βλήματα συνεχώς εναντίον της ελληνικής φιλοσοφίας, για κανέναν άλλο λόγο παρά διότι η βάση της φιλοσοφίας της εποχής εκείνης ήταν ο στοχασμός των φιλοσόφων, δηλαδή δεν υπήρχε τρόπος να ελέγξει κανείς, εάν αυτά που έλεγαν οι φιλόσοφοι ήταν σωστά η όχι.

Γι’ αυτό τον λόγο η ιστορία της φιλοσοφίας έχει μεγάλη αξία, και προπάντων ο στοχασμός των αρχαίων Ελλήνων έχει πάρα πολύ μεγάλη σημασία, διότι συνέχεια πρότεινε στους ανθρώπους υποθέσεις. Αλλά όμως, σε πολύ λίγες περιπτώσεις είχε την δυνατότητα μαζί με τις υποθέσεις να προτείνει και τον τρόπο ελέγχου των υποθέσεων αυτών, ώστε να τα περάσουν από τα πειράματα και να προβιβάσουν τις υποθέσεις σε αξιώματα».

Οι Πατέρες της Εκκλησίας όχι μόνον δεν φιλοσοφούσαν, αλλά δεν αποδέχονταν και την μεταφυσική. Όταν ομιλούμε για μεταφυσική, εννοούμε την λεγομένη οντολογία, ότι υπάρχει ένα ευδαίμον Ον που έχει εντός του τις ιδέες, επί τη βάσει των οποίων κτίσθηκε ο κόσμος, είναι ο αμετάβλητος κόσμος, και ότι και αυτή η ψυχή του ανθρώπου ζούσε προηγουμένως στον αγέννητο κόσμο των ιδεών, όπου και επιθυμεί να επανέλθει. Η μεταφυσική δέχεται έναν αμετάβλητο κόσμο και ο άνθρωπος μπορεί να συλλαμβάνει λογικά τον Θεό.

Γι’ αυτόν τον λόγο οι Πατέρες της Εκκλησίας δεν δέχονται την μεταφυσική. Διότι μεταφυσική είναι η ανθρώπινη σκέψη περί του «αμεταβλήτου». Με νοήματα και ρήματα ο άνθρωπος σκέφτεται και εκφράζει το «αμετάβλητον». Και αυτό είναι το θεμέλιο της μεταφυσικής.


Αλλά στην πατερική θεολογία έχουμε το περίφημο ρητό του Γρηγορίου του Θεολόγου, που είναι η πυξίδα για κάθε Ορθόδοξο θεολόγο, που λέει ότι ''Θεόν μεν φράσαι αδύνατον, νοήσαι δε αδυνατώτερον.''

Οπότε τον Θεό ούτε μπορούμε να τον εκφράσουμε ούτε μπορούμε να τον νοήσουμε. Οι Πατέρες της Εκκλησίας δεν δέχονταν την φιλοσοφία ως μέθοδο ερεύνης του Θεού, ούτε και τις φιλοσοφικές αντιλήψεις του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη.

Οι άνθρωποι, ακόμη και κατά την διάρκεια της Τουρκοκρατίας, ήξεραν πολύ καλά ότι στα θεολογικά ζητήματα δεν υπάρχει κανένας μεταφυσικός προσανατολισμός.

Είχα θίξει το θέμα της μεταφυσικής και πως οι Πατέρες της Εκκλησίας, όπως και όλος ο καλογερικός κόσμος, τα χρόνια της Τουρκοκρατίας δεν δεχόντουσαν, ας πούμε, ουδένα φιλοσοφικό προσανατολισμό στα θεολογικά θέματα. Αυτό που οι Δυτικοί ονομάζουν μεταφυσική, οι Πατέρες της Εκκλησίας το απορρίπτουν εκ των προτέρων, το ότι δηλαδή είναι δυνατόν στον ανθρώπινο νου (λογική) να συλλάβει τον Θεό».

Οι Πατέρες της Εκκλησίας, με επιχειρήματα πάντοτε, κατεδάφιζαν την φιλοσοφία. Αλλά όχι με επιχειρήματα των θετικών επιστημών. Τα δικά τους επιχειρήματα ήταν θεολογικά.

Σήμερα έχουμε επιστημονικά επιχειρήματα. Είτε κατεδαφισθεί η φιλοσοφία από τις θετικές επιστήμες είτε κατεδαφισθεί από την Ορθόδοξη θεολογία, το αποτέλεσμα είναι το ίδιο. Κατεδαφίζεται η φιλοσοφία.

«Βλέπουμε τους Πατέρες που αντιτάσσονταν και στον Αριστοτέλη και στον Πλάτωνα και σε όλους τους φιλοσόφους της εποχής τους. Είναι και αυτό ενδεικτικό».

Η διδασκαλία του Πλάτωνος δεν έγινε ποτέ αποδεκτή από την πατερική παράδοση. Διότι οι Πατέρες της Εκκλησίας ουδέποτε δέχθηκαν την κατά φύση αθανασία της ψυχής. Για τους Πατέρες της Εκκλησίας η ψυχή είναι κατά φύση θνητή και όχι κατά φύση αθάνατη, διότι για τους Πατέρες της Εκκλησίας ο μόνος φύσει αθάνατος είναι ο Θεός.

Αυτό το συναντούμε και στους μοναχούς που ζούσαν μέσα στην πατερική παράδοση και καταλάβαιναν την διδασκαλία των Πατέρων.

«Οι καλόγεροι ούτε ήθελαν τίποτε να ακούσουν περί αρχαίων Ελλήνων φιλοσόφων. Όταν ακούγανε Πλάτωνα και Αριστοτέλη επαναλάμβαναν αυτά που λένε οι Πατέρες για τον Πλάτωνα και Αριστοτέλη».

Έτσι, οι Πατέρες ήταν αντίθετοι με την μεταφυσική, αλλά και την γνωσιολογία στην οποία στηριζόταν η μεταφυσική. Ακόμη, αυτό το βλέπουμε και στον Άγιο Γρηγόριο Νύσσης και τον Άγιο Διονύσιο Αρεοπαγίτη, τους οποίους μερικοί θεωρούν ως φιλοσοφούντες Πατέρες.

Τώρα βέβαια, Πατέρες της Εκκλησίας να υποστηρίζουν την ανάγκη να φιλοσοφήσουν, δεν υπάρχουν. Γενικά, όμως, οι Πατέρες της Εκκλησίας είναι τελείως εναντίον και της μεταφυσικής και της γνωσιολογίας που βασίζεται στην μεταφυσική. Και αυτό φαίνεται σαφέστατα και στον Γρηγόριο Νύσσης και στον δήθεν πλατωνικό Διονύσιο Αρεοπαγίτη. Αυτός είναι από την αρχή μέχρι το τέλος εναντίον όλων των κατηγορημάτων της πλατωνικής φιλοσοφίας.

Γενικά, «οι Πατέρες απορρίπτουν τον φιλοσοφικό προσανατολισμό στην θεολογία». Η πατερική διδασκαλία συνδέεται με τις θετικές επιστήμες, που έχουν σχέση με την εμπειρία. Περισσότερο σχετίζεται με την ιατρική επιστήμη, επειδή θεραπεύει την νοσούσα προσωπικότητα του ανθρώπου.

«Πολύ περισσότερο συγγενεύει με την πατερική θεολογία η ιατρική επιστήμη, παρά όλες οι φιλοσοφίες του κόσμου. Διότι, ουσιαστικά, η πατερική θεολογία καμία σχέση δεν έχει με την φιλοσοφία».

Από την δημιουργία, όμως, του νεοελληνικού Κράτους διατυπώθηκε η άποψη ότι οι Πατέρες που γνώριζαν την φιλοσοφία ανήγαγαν την απλή πίστη σε φιλοσοφία και, μέσα σε αυτό το κλίμα, εορτάζεται η εορτή των Τριών Ιεραρχών.

Οποιοδήποτε άρθρο, από τον καιρό που ιδρύθηκε το Ελληνικό Κράτος μέχρι σήμερα, αν διαβάσετε, θα δείτε πόσα από αυτά ασχολούνται με τους Πατέρες σαν να ήταν μεγάλοι φιλόσοφοι, οι οποίοι δεν δέχονταν να μείνουν με την απλοϊκή πίστη της μαμάς και της γιαγιάς και του παππού, που δεν πήγαν στο Πανεπιστήμιο, που ήταν πολύ καλοί άνθρωποι, που ομοιάζουν με αυτά που έλεγε ο Αυγουστίνος, ότι ξέρουν την οδό αλλά δεν ξέρουν πού πάνε. Δηλαδή, απλώς ήταν καλοί άνθρωποι.

Κι έρχονται τώρα οι μεγάλοι Πατέρες που είχαν μια φιλοσοφική παιδεία, πάρα πολύ ισχυρή, και παίρνουν την απλοϊκή πίστη της Αγίας Γραφής και την αναγάγουν σε φιλοσοφική, έτσι σνομπίστικη πίστη δηλαδή, ώστε μπορούμε να προσελκύσουμε και τους διανοούμενους στην Εκκλησία. Διότι πρώτα η Εκκλησία προσήλκυσε τους αγράμματους και τώρα πάμε να προσελκύσουμε τους διανοούμενους.

Και υπάρχει πολύ αυτή η τάση και δημιουργήθηκε και εξ αιτίας ενός πατριωτισμού που αναπτύχθηκε στην Ελλάδα γύρω από τους αρχαίους ημών προγόνους, που ήταν μεγάλοι φιλόσοφοι και πρέπει να επανέλθουμε και εμείς σε αυτούς, να γίνουμε και εμείς σαν αυτούς φιλόσοφοι.

Και κατήντησαν οι μεγάλοι Πατέρες της Εκκλησίας να είναι φιλόσοφοι πια. Κατά την εορτή των Τριών Ιεραρχών, πόσες φορές ακούμε για την φιλοσοφική δεινότητα του Γρηγορίου, του Βασιλείου, του Χρυσοστόμου κλπ. Και ένα μεγάλο μέρος είναι όλα συνθήματα.

Έχουμε τον Γρηγόριο τον Θεολόγο, ο οποίος είναι ο καταπέλτης εναντίον της ελληνικής φιλοσοφίας. Ο Χρυσόστομος βρίζει την Ελληνική φιλοσοφία. Και βρήκαν τον Βασίλειο λιγάκι που λέει μερικά περί της παιδείας των νέων κλπ, ενώ υπάρχουν χωρία ολόκληρα από τον Βασίλειο που και αυτός τοποθετεί κατά τον ίδιο τρόπο την Ελληνική φιλοσοφία. Αυτό είναι το βασικό θέμα».

Αυτή η νοοτροπία περί της πατερικής παραδόσεως οδήγησε στην άποψη ότι η πίστη πρέπει να μεταβάλλεται σε γνώση με την βοήθεια της φιλοσοφίας και αυτό συνδέθηκε και με την εθνική ιδέα.

Πάντως, οι Πατέρες ήταν καθαρά εμπειρικοί, στηρίζονταν στην εμπειρία του Αγίου Πνεύματος που είχαν αποκτήσει ζώντας μέσα στην Εκκλησία, η οποία είναι το αναστημένο και δοξασμένο Σώμα του Χριστού. Έτσι, η εμπειρία τους δεν ήταν ατομική, αλλά προσωπική.

«Οι Πατέρες μόνο εμπειρικά φαινόμενα εδέχοντο. Γι’ αυτό ο φωτισμός είναι καθαρά εμπειρική κατάσταση. Η θέωση εξίσου, καθαρά εμπειρική κατάσταση. Και όλη η θεολογία της Εκκλησίας έχει βάση σε αυτές τις εμπειρικές καταστάσεις. Επομένως, μέσα στα πλαίσια της φιλοσοφίας ουδεμία θέση έχει».

Επομένως, οι Πατέρες δεν φιλοσοφούσαν, αλλά ερμήνευαν την Αγία Γραφή, βάσει της προσωπικής τους πείρας, χωρίς να στοχάζονται πάνω σε αυτήν. Βεβαίως, οι Άγιοι Πατέρες χρησιμοποιούσαν την Αγία Γραφή επειδή ήταν κείμενα θεοπνεύστων ανδρών, αλλά την ερμήνευαν επί τη βάσει της δικής τους προσωπικής πείρας.

«Οι Πατέρες, όταν θεολογούν, δεν θεολογούν μόνο από την Αγία Γραφή, θεολογούν από την ίδια την εμπειρία τους».

Οι Άγιοι Πατέρες επίσης λάμβαναν και όρους που χρησιμοποιούσαν την εποχή εκείνη οι άνθρωποι, αλλά έδιναν άλλο νόημα, σύμφωνα με την αποκάλυψη που είχαν.

«Το ομοούσιος το χρησιμοποίησαν οι αιρετικοί. Πρώτα ο Παύλος ο Σαμοσατεύς χρησιμοποιούσε το ομοούσιος με αιρετικό τρόπο. Η Εκκλησία πήρε έναν αιρετικό όρο του Παύλου Σαμοσατέως κι έγινε το κριτήριον της Ορθοδοξίας. Δεν πήραν οι Πατέρες το νόημα που είχε ο Παύλος ο Σαμοσατεύς με τον όρον αυτόν και το χρησιμοποίησαν, αλλά παίρνουν τον όρον και δίνουν ένα άλλο νόημα στον όρο αυτό και τον χρησιμοποιούν. Αυτό φαίνεται σαφώς στην πατερική παράδοση».

Μέσα στην προοπτική αυτή ερμήνευαν την Αγία Γραφή. Η ερμηνεία που έκαναν δεν ήταν φιλολογική και προσωπική, αλλά εμπειρική, αγιοπνευματική. Είχαν την ίδια ζωή που είχαν οι Προφήτες και οι Απόστολοι, γι’ αυτό καταλάβαιναν τον λόγο τους.

Οι Πατέρες της Εκκλησίας, όταν διαβάζουν την Παλαιά Διαθήκη, την διαβάζουν ωσάν να υπάρχει στην Παλαιά Διαθήκη ήδη η κάθαρση και ο φωτισμός και η αέναη μνήμη Θεού και η νοερά προσευχή κλπ, και έτσι ερμηνεύουν τους ψαλμούς.

Οι ψαλμοί ερμηνεύονται ως ψαλμοί που εκφράζουν την εμπειρία αυτή της καθάρσεως, του φωτισμού και της Θεώσεως.


Η ερμηνεία των Πατέρων ξεκινά από την δική τους εμπειρία. Το σημαντικό είναι ότι αυτό το διακρίνει κανείς και σήμερα, εφ’ όσον έχει αυτήν την πνευματική εμπειρία και διαβάσει πατερικά κείμενα. Αυτό συμβαίνει, γιατί η Εκκλησία είναι Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική και μέσα σε αυτήν ευρίσκεται το ρεύμα της Ορθοδόξου παραδόσεως.

Είναι γνωστόν ότι η Ορθόδοξη πίστη καθορίσθηκε πρωτίστως στις Τοπικές, αλλά έπειτα και στις Οικουμενικές Συνόδους σε όρους και ιερούς Κανόνες από τους Πατέρες που τις συγκρότησαν για να αντιμετωπισθούν οι αιρετικοί.

Η Οικουμενική Σύνοδος είναι ''αλάθητη'', αλλά αυτό πρέπει να ερμηνευθεί Ορθόδοξα.

«Έχουμε σήμερα την διδασκαλία περί του αλάθητου των Οικουμενικών Συνόδων. Αυτή η διδασκαλία του αλάθητου των Οικουμενικών Συνόδων, όπως περιγράφεται σήμερα, είναι ωσάν να υπάρχει ένας θεσμός Οικουμενικής Συνόδου, που έχει το αλάθητο της Εκκλησίας. Αυτό, τόσα χρόνια που διαβάζω τους Πατέρες της Εκκλησίας, δεν το ευρίσκω πουθενά. Δεν υπάρχει στους Πατέρες μια τέτοια αντίληψη περί Οικουμενικής Συνόδου.

Βέβαια, η Οικουμενική Σύνοδος είναι αλάθητη, αλλά δεν είναι ένας αλάθητος θεσμός, δεν είναι μόνιμος θεσμός. Υπήρχε Εκκλησία επί τριακόσια είκοσι πέντε χρόνια, πριν από την ο Οικουμενική Σύνοδο, και ζούσε χωρίς Οικουμενική Σύνοδο και από την Θ' Οικουμενική Σύνοδο του 1341 μέχρι σήμερα δεν έχει Οικουμενική Σύνοδο».

Η θεοπνευστία των Οικουμενικών Συνόδων συνδέεται με την παρουσία σε αυτές Πατέρων που ήταν θεόπνευστοι.

Δεν είναι θεόπνευστη η Σύνοδος ως ένας θεσμός, 
αλλά λόγω της συμμετοχής σε αυτήν θεουμένων.

«Σε τι συνίσταται η θεοπνευστία μιας Οικουμενικής Συνόδου, ή σε τι συνίσταται η θεοπνευστία μιας Τοπικής Συνόδου και τι είναι η θεοπνευστία; Οι Πατέρες μιας Συνόδου είτε Τοπικής είτε Οικουμενικής, όταν συνέρχονται για να καταδικάσουν μια αίρεση, σε τι συνίσταται η αυθεντία αυτής της Συνόδου και η θεοπνευστία; Ο Επίσκοπος, ο οποίος λαμβάνει μέρος σε μια Σύνοδο μαζί με όλους τους άλλους Επισκόπους, είτε τους πάρουμε μεμονωμένα τους Επισκόπους ή ως ομάδα, πότε σε αυτόν αρχίζει και πότε τελειώνει η θεοπνευστία;

Την άποψη ότι οι Πατέρες μιας Συνόδου είναι θεόπνευστοι, επειδή συνήλθαν σε μια Οικουμενική Σύνοδο, και τότε είναι θεόπνευστοι δηλαδή, εγώ τουλάχιστον, δεν την έχω βρει πουθενά. Είτε υπάρχει Τοπική Σύνοδος, είτε Οικουμενική Σύνοδος οι απόψεις είναι οι ίδιες για τους Πατέρες της Εκκλησίας. Η διαφορά είναι το οικουμενικό της μιας και το τοπικό της άλλης, που είναι θέμα αυτό της συγκροτήσεως και όχι των Εκκλησιών.

Εάν είχαμε εκατόν πενήντα Επισκόπους που πριν πάνε στην Σύνοδο δεν ήσαν θεόπνευστοι, αυτοί που δεν ήσαν θεόπνευστοι προ της Συνόδου, θα γίνουν θεόπνευστοι μετά την εναρκτήριο προσευχή της Συνόδου; Και θα παύσουν να είναι θεόπνευστοι μετά την λήξη της Συνόδου; Τι γίνεται εδώ;

Ο Απόστολος Παύλος ήταν θεόπνευστος πριν σηκώσει την πένα του να γράψει την προς Ρωμαίους Επιστολή και έπαυσε να είναι θεόπνευστος, όταν στο τέλος έγραψε το Αμήν; Πότε άρχισε η θεοπνευστία του και πότε τελείωσε; Και το ίδιο με όλα τα βιβλία της Αγίας Γραφής.

Γι’ αυτό την περασμένη φορά, εγώ τουλάχιστον, προσέφερα την άποψη ότι η θεοπνευστία στην Εκκλησία δεν διαφέρει από την έμπνευση που έχουν οι άνδρες των θετικών επιστημών».

Επομένως, οι Επίσκοποι που έφθασαν στην θεοπτία, έβλεπαν τον Θεό και είχαν επικοινωνία μαζί Του και γι’ αυτό και έγιναν Πατέρες, που είναι η βάση των Οικουμενικών Συνόδων.

Θεόπνευστοι είναι εκείνοι που κατευθύνονται από την εμπειρία τους. Φυσικά, αυτή η εμπειρία είναι δύο ειδών, ήτοι εμπειρία του φωτισμού και εμπειρία της Θεώσεως.

Αυτοί οι εμπειρικοί Πατέρες είναι η βάση των Οικουμενικών Συνόδων.

Οι Θεούμενοι Επίσκοποι έφθασαν στην ένωση με τον Θεό και την θεοπτία και έχουν ασφαλή γνώση του Θεού. Δι’ αυτών ενεργεί το Άγιον Πνεύμα.

Οι Άγιοι Πατέρες που ευρίσκονταν σε διάφορα μέρη της γης, αλλά είχαν αποκτήσει, δια του Αγίου Πνεύματος, εμπειρία του Θεού, όταν συνήρχονταν σε Οικουμενικές Συνόδους, αποκτούσαν και κοινή ορολογία.

Γι’ αυτό και μεταξύ των Πατέρων χωρίς να υπάρχει κανένας Πάπας της Ρώμης να υπαγορεύει τι είναι τα δόγματα, τελείως αυθόρμητα, οι Πατέρες υπεστήριξαν όλοι μαζί την ίδια αλήθεια πάντοτε. Δηλαδή, οι άνθρωποι οι οποίοι ήσαν χωρισμένοι ο ένας από τον άλλο από γεωγραφικές Αποστάσεις. Για εκείνη την εποχή ήταν σαν να είμαστε από εδώ μέχρι το φεγγάρι, διότι ο ένας που ζούσε στο ένα μέρος της Αυτοκρατορίας, με έναν άλλο που ζούσε σε άλλο μέρος της Αυτοκρατορίας σαν να ζούσε ο ένας σε έναν πλανήτη και ο άλλος σε άλλο πλανήτη. Επειδή έχουν την ίδια εμπειρία, καταλήγουν σε κοινές αποφάσεις».

Δυστυχώς, υπάρχουν μερικοί σήμερα που παραθεωρούν τους θεουμένους Πατέρες και τοποθετούν τις Συνόδους πάνω από τους Πατέρες, ενώ συμβαίνει το αντίθετο.

Άλλωστε, οι ίδιες οι Σύνοδοι επικαλούνται την διδασκαλία των θεοπτών Πατέρων.

Οι σημερινοί Ορθόδοξοι κάνουν ακριβώς το ίδιο. Η Εκκλησία λέει, ή η Αγία Γραφή λέει, ή η Οικουμενική Σύνοδος λέει. Και είναι παράξενο πράγμα, διότι μαθαίνουμε από τους σημερινούς Ορθοδόξους ότι η Οικουμενική Σύνοδος είναι μεγάλη αυθεντία της Εκκλησίας και αμφισβητούν αν είναι οι Πατέρες της Εκκλησίας. Δηλαδή βάλανε την Σύνοδο παραπάνω από τους Πατέρες της Εκκλησίας.

Και όταν κανείς διαβάζει τα ίδια τα Πρακτικά των Συνόδων, η Οικουμενική Σύνοδος επικαλείται τους Πατέρες της Εκκλησίας. Γι’ αυτό και λένε οι τριακόσιοι δεκαοκτώ Πατέρες είπαν, οι εκατόν πενήντα Πατέρες είπαν, οι εξακόσιοι Πατέρες είπαν. Δηλαδή όταν εμείς σκεφτόμαστε μια Οικουμενική Σύνοδο, για μας είναι μια Σύνοδος Πατέρων της Εκκλησίας. Είναι συνάθροισμα Πατέρων οι οποίοι διδάσκουν αυτά κ.ο.κ.».

Μια τέτοια θεσμική αντίληψη περί της Εκκλησίας προέρχεται από τους Φράγκους και την διδασκαλία του ιερού Αυγουστίνου, ο οποίος υποστήριζε ότι η αυθεντία για την αποδοχή των δογμάτων είναι η Εκκλησία, ενώ σε μας η αυθεντία είναι οι Πατέρες και όχι «μια αφηρημένη ιδέα, που είναι μια οργανωμένη εκκλησιαστικά αυθεντία».

Η θεόπνευστη θεολογία των Πατέρων
Τα δύο είδη της θεοπνευστίας είναι ο φωτισμός και η θέωση

"Εμπειρική Δογματική τής Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας
κατά τις προφορικές παραδόσεις του π. Ιωάννου Ρωμανίδη". Τόμος Α',

Κυριακή 16 Μαρτίου 2025

O Στάρετς Ηλίας της Όπτινα. Ένας Στάρετς απο τα αρχαία συναξάρια, έφυγε για τούς Ουρανούς...



Εκοιμήθη ό Στάρετς Ηλίας. Αργά τό βράδυ τής 15ης Μαρτίου, σέ ηλικία 94 ετών.

Ό Θεός να αναπάυση την ψυχή του εν χώρα ζώντων.
Δίκαιοι εις τον αιώνα ζώσι.

Ό Αρχιμανδρίτης Ηλίας (Νόζτριν), ήταν πνευματικός πατέρας τού Πατριάρχη Μόσχας και πασών των Ρωσιών και των αδελφών τής Μονής  Όπτινα.

Αγαπήθηκε από όλους τούς Ορθόδοξους σε Ρωσία, Άγιον Όρος, Σερβία, Ελλάδα, Γεωργία, και απανταχού την Ορθοδοξία επι γής.

Καλή Ανάσταση καί καλή ανάπαυση!

O Στάρετς Ηλίας με τον γέροντα Γαβριήλ στό Άγιον Όρος.
Λένε πως ένας άγιος μπορεί να καταλάβει έναν άλλο άγιο...

Τρίτη 11 Μαρτίου 2025

Τον Ιερό Χρυσόστομο, όταν κάποιοι τον απειλούσαν λόγω της αυστηρότητας του...


Τον Ιερό Χρυσόστομο, όταν κάποιοι τον απειλούσαν, ότι θα φύγουν λόγω της αυστηρότητας του κηρύγματός του, τους απαντούσε:

''Όποιος θέλει να φύγει, όποιος θέλει να εγκαταλείψει, δεν ανέχομαι κανέναν. Όταν πρόκειται να κριθώ επί του βήματος του Χριστού, μακριά μου θα στέκεστε όλοι... και η χάρη που μου ζητάτε να σας κάνω, [δηλ. να μην απαιτώ την εφαρμογή των εντολών] δεν θα με γλιτώσει από τις ευθύνες...'' (P.G. 62, 350.)

Σάββατο 1 Μαρτίου 2025

❈ Ὁ νοῦς εἶναι φτιαγμένος γιά νά βλέπει τόν Θεό...

''Περί Νοός...''

Ὁ νοῦς εἶναι φτιαγμένος γιά νά βλέπει τόν Θεό. Νοῦς δέν εἶναι αὐτό πού λέμε ἐγκέφαλος, διάνοια, σκέψη, λογική. Ὄχι, ὁ νοῦς εἶναι κάτι ἄλλο. Ὁ νοῦς δέν εἶναι στόν ἐγκέφαλο, ὁ νοῦς εἶναι στήν καρδιά καί εἶναι ὁ ὀφθαλμός τῆς ψυχῆς, ἔτσι μᾶς τό εἶπαν οἱ Ἅγιοι Πατέρες. Εἶναι τό μάτι τῆς ψυχῆς.

Ὁ ἄνθρωπος ἐκτός ἀπό τίς αἰσθήσεις τίς σωματικές, ἔχει καί αἰσθήσεις ψυχικές. Ὑπάρχει λοιπόν καί ἡ αἴσθηση, ἡ ὅραση τῆς ψυχῆς, πού μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά βλέπει μέ τήν ψυχή του, μέ τόν νοῦ του, ὅταν ὁ νοῦς του εἶναι καθαρός ἀπό τήν ἁμαρτία.

~ Ἱερομ. Σάββα Ἁγιορείτου

Aπο: hristospanagia3 

Τώρα που μειώθηκε ο αριθμός των πνευματικών καθοδηγητών...


Τώρα που μειώθηκε ο αριθμός των πνευματικών καθοδηγητών, η ανάγνωση των συγγραμμάτων των αγίων Πατέρων έγινε κεφαλαιώδης οδηγός, για όλους εκείνους που επιθυμούν την σωτηρία ή ακόμη την χριστιανική τελειότητα. Αφομοίωσε με την ανάγνωση των συγγραμμάτων τους, τις σκέψεις και το πνεύμα των Αγίων Πατέρων.

~ άγιος Ιγνάτιος Μπριαντσανίνωφ
_________________

Δευτέρα 24 Φεβρουαρίου 2025

Επισκέψεις της θείας χάριτος...


Επισκέψεις της θείας χάριτος, μπορεί να δεχτεί ακόμη και άνθρωπος που δε βρίσκεται ούτε στο στάδιο της κάθαρσης, ακόμη κι ένας εγκληματίας...

Πρόκειται κατ’ ουσίαν για προσκλήσεις από το Θεό. Αν ο άνθρωπος ανταποκριθεί, τότε βιώνει τη συγκλονιστική κατάσταση της μετάνοιας...

''ἰδοὺ ἕστηκα ἐπὶ τὴν θύραν καὶ κρούω· ἐάν τις ἀκούσῃ τῆς φωνῆς μου καὶ ἀνοίξῃ τὴν θύραν, καὶ εἰσελεύσομαι πρὸς αὐτὸν καὶ δειπνήσω μετ' αὐτοῦ καὶ αὐτὸς μετ' ἐμοῦ...'' ~ Αποκάλυψη του Ιωάννη, κεφάλαιο 3, 20

*****

Κυριακή 23 Φεβρουαρίου 2025

"Οι λόγοι των Αγίων είναι λόγοι του Θεού, και όχι ανθρώπων..."

"Οι λόγοι των Αγίων είναι λόγοι του Θεού, και όχι ανθρώπων..." 

~ Άγιος Συμεών ο νέος θεολόγος
(Κατηχητικός Λόγος ΙΑ')

_______________________________________________

Ἁμάρτησες; Νά πενθήσεις καί σβήνει ἡ ἁμαρτία...


Ἁμάρτησες; Νὰ πενθήσεις καὶ σβήνει ἡ ἁμαρτία. Εἶναι τόσο κουραστικὸ αὐτό; Δὲν σοῦ ζητάω τίποτε ἄλλο, παρὰ μόνο νὰ λυπηθεῖς γιὰ τὴν ἁμαρτία...

~ Ἱερός Χρυσόστομος 

Δευτέρα 27 Ιανουαρίου 2025

Ο Αντίχριστος θα εγκαστασταθεί σε όλες τις τοπικές Εκκλησίες του Ιησού Χριστού. ~ Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος


Ο Αντίχριστος θα εγκαστασταθεί σε όλες τις τοπικές Εκκλησίες του Ιησού Χριστού.

Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, (Ερμηνεία της Β' προς Θεσσαλονικείς επιστολής του Απ. Παύλου, κεφ. β' 3-12), μιλά για τον Αντίχριστο:

«Ποιός όμως είναι αυτός (ο Αντίχριστος); Άραγε ο Σατανάς; Βεβαίως όχι. Αλλά κάποιος άνθρωπος που θα δέχεται όλη την ενέργειά του (τού Σατανά). «Και αποκαλυφθή ο άνθρωπος», λέγει, «ο υπεραιρόμενος επί πάντα λεγόμενον Θεόν ή σέβασμα», δηλαδή ο αντίχριστος.

Διότι δεν θα φέρη μίαν ειδωλολατρικήν θρησκείαν, αλλά θα είναι (ο Αντίχριστος) ένας αντίθεος και θα καταλύσει όλους τους Θεούς και θα διατάξει να τον προσκυνούν (τον Αντίχριστο) αντί του Θεού, και θα εγκατασταθή (ο Αντίχριστος), εις τον ναόν του Θεού όχι μόνο τον εν Ιεροσολύμοις, αλλά και εις όλας τας τοπικάς χριστιανικάς Εκκλησίας. Και «αποδεικνύοντα» , λέγει, «εαυτόν ότι εστί Θεός». Δεν είπε ότι θα ονομάζει (ο Αντίχριστος) τον εαυτό του Θεόν, αλλά ότι θα προσπαθή να αποδείξη ότι είναι Θεός. Διότι και μεγάλα έργα θα κάνη και σημεία θαυμαστά θα αποδείξη...».

Πηγή: Αγίου Ιωάννου Χρυσοστόμου, περί Αντιχρίστου Εκ του βιβλίου «ΔΙΑ ΝΑ ΜΗ ΠΛΑΝΗΘΟΥΜΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΝΤΙΧΡΙΣΤΟ»

Δείτε το πλήρες κείμενο εδώ impantokratoros.gr

Γιατί έχεις με­γά­λη ιδέα άν­θρω­πε για τον εαυ­τόν σου...

Γιατί έχεις με­γά­λη ιδέα άν­θρω­πε για τον εαυ­τόν σου, αφού εί­σαι συγ­γε­νής της γης, ομο­ού­σιος της στά­χτης; Σήμε­ρα εί­σαι πλού­σιος, αύ­ριο φτω­χός. Σήμε­ρα υγι­ής, αύ­ριο λυ­πη­μέ­νος... 

Σήμε­ρα σε δόξα, αύ­ριο σε ατι­μία. Σήμε­ρα νέος, αύ­ριο γέ­ρος. Μήπως στέ­κε­ται από τα αν­θρώ­πι­να τί­πο­τε στα­θε­ρό και μό­νι­μο; Γιατί λοι­πόν υπε­ρη­φα­νεύ­ε­σαι άν­θρω­πε, που εί­σαι κα­πνός και μα­ταιό­τη­τα;

~ Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος
(♰ 27 Ιανουαρίου, εορτή Ανακομιδής Ιερών Λειψάνων)

Σάββατο 25 Ιανουαρίου 2025

Εξαπατούν εαυτούς, όσοι με αυτοπεποίθηση ισχυρίζονται ότι γνωρίζουν καλά τους ανθρώπους.


(Επειδή κάποιοι κατηγορούν σύγχρονους Αγίους, όπως ο Άγιος Παΐσιος, γιατί δεν κατάλαβαν τον τραγικό, πονηρό Βαρθολομαίο, ας ακούσουν τη ακόλουθη σχετική εξήγηση ενός Αγίου.)

~ Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς*

Εξαπατούν εαυτούς, όσοι με αυτοπεποίθηση ισχυρίζονται ότι γνωρίζουν καλά τους ανθρώπους και γι’αυτό δεν επιτρέπουν να εξαπατηθούν απ’ αυτούς. Ποιος μπορεί να γνωρίζει τι είδους πνεύμα ενεργεί μέσα στον κάθε άνθρωπο; Ποιος άλλος παρά ο Θεός, ο οποίος γνωρίζει τα κρύφια της καρδιάς; 

Ακόμη και μεγάλοι άγιοι είχαν σφάλει στην κρίση τους για ανθρώπους

Για παράδειγμα ο Μέγας Βασίλειος νόμιζε άγιο άνθρωπο κάποιον υποκριτή αιρετικό, τον οποίον μάλιστα και υποστήριζε έναντι πολλών πού τον αμφισβητούσαν, μέχρι πού κάποτε πείστηκε πιά για την αιρετική πλάνη αυτού του ανθρώπου ο Βασίλειος και απογοητεύτηκε οικτρά.

Ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος είχε βαπτίσει κάποιον φιλόσοφο ονόματι Μάξιμο και τόσο πολύ τον είχε συμπαθήσει, που τον φιλοξενούσε μάλιστα και μοιραζόταν το φαγητό του μαζί του...

Όμως ο Μάξιμος ήταν άνθρωπος επικίνδυνος και πονηρός σαν φίδι: μετά από λίγο κατάφερε με δολοπλοκίες και δωροδοκίες να πείσει κάποιους Κωνσταντινουπολίτες να τον αναγνωρίσουν ως πατριάρχη, στη θέση του αγίου Γρηγορίου.

Όταν, ύστερα από μια θυελλώδη αναταραχή έλαμψε η αλήθεια και ορισμένοι επέπληξαν τον Γρηγόριο επειδή είχε κοντά του τον μεγαλύτερο εχθρό του, ο άγιος αποκρίθηκε: 

«Δεν φταίμε αν δεν διακρίνουμε την πονηρία κάποιου ανθρώπου. Ο Θεός μόνον γνωρίζει τα κρύφια της καρδίας των ανθρώπων. Οι εντολές Του μας λένε να ανοίγουμε τις καρδιές μας με πατρική αγάπη προς όλους, όσοι έρχονται σ’εμάς».

Ένας καλοπροαίρετος άνθρωπος δεν μπορεί εύκολα να διακρίνει την κακία ενός κακοπροαίρετου ανθρώπου...

*Πνευματικό ημερολόγιο – Ο Πρόλογος της Αχρίδος (Ιανουάριος) του Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς 

«Τοιοῦτος ἡμῖν ἔπρεπεν Ἀρχιερεύς!» ~ π. Ἀθανασίου Μυτιληναίου

Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία τοῦ μακαριστοῦ γέροντος Ἀθανασίου Μυτιληναίου μέ θέμα:

ΜΝΗΜΗ ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ

«Τοιοῦτος ἡμῖν ἔπρεπεν Ἀρχιερεύς»
[ἐκφωνήθηκε στὶς 25-1-1998]

Σήμερα, ἀγαπητοί μου, ἡ Ἐκκλησία μας τιμᾷ τὴν μνήμην τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου. Πρόκειται γιὰ μιὰ μεγάλη μορφὴ τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἐγεννήθῃ περὶ τὸ 328 ἔτος, εἴτε εἰς τὴν Ναζιανζὸ εἴτε εἰς τὴν Ἀριανζὸ τῆς Καππαδοκίας. Παρηκολούθησε σπουδὲς στὶς σχολὲς τῆς Καισαρείας τῆς Καππαδοκίας, τῆς Καισαρείας τῆς Παλαιστίνης καὶ τῆς Ἀλεξανδρείας.

Γνωρίστηκε στὴν Ἀλεξάνδρεια μὲ τὸν Μέγαν Ἀθανάσιον καὶ τὸν Μέγαν Ἀντώνιον. Μὲ τὸν Μέγαν Βασίλειον ὑπῆρξε συμμαθητὴς εἰς τὰς Ἀθήνας καὶ μαζί του συνεδέθῃ μὲ στενοτάτη φιλία. Ἐχρημάτισε ἀρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως καὶ προήδρευσε τῆς Β΄οικουμενικὴς Συνόδου. Ὅμως σύντομα παρητήθη διαρκούσης τῆς Συνόδου, γιατί τοῦ δημιούργησαν πράγματα (:ἐμπόδια), οἱ φθονοῦντες αὐτόν- βλέπετε πόσο εἰσχωρεῖ ὁ φθόνος... Τοῦ ἀμφισβήτησαν τὴν κανονικότητα ὡς ἀρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως. Καὶ ὅμως, δὲν ἦτο ἀντικανονικὸς καὶ ἀπελογήθῃ. Τέλος πάντων, τὸ θέμα εἶναι ὅτι παρητήθηκε, ἔφυγε. Φεύγοντας εἶπε ὅτι ἂν αὐτὸς εἶναι ὁ αἴτιος τῆς διαιρέσεως, τότε ἂς ἐρρίπτετο εἰς τὴν θάλασσαν, ὅπως ὁ Ἰωνᾶς γιὰ νὰ παύσει ἡ τρικυμία.

Ἀπέθανε πιθανῶς τὸ 391, σὲ ἡλικία ἑξήκοντα τριῶν ἐτῶν. Ἡ Ἐκκλησία τὸν ἐτίμησε ἀπονέμοντας σ᾿ αὐτόν, τὸν τίτλον, τὸ ἐπίθετον «Θεολόγος». Σημείωσατε ὅτι ἡ Ἐκκλησία εἶναι πολὺ φειδωλὴ στὶς ἀπονομὲς χαρακτηρισμῶν καὶ ὀνομάτων κ.λπ.- πολὺ φειδωλή. Ἀρκεῖ νὰ σκεφθοῦμε ὅτι ἐνῶ ὑπῆρξαν τόσοι καὶ τόσοι παρθένοι, ὅμως ἀναγνωρίζει μόνο τρεῖς παρθένους. Ἔτσι καὶ ἐδῶ. Ἐνῶ ὑπῆρξαν τόσοι καὶ τόσοι θεολόγοι- δὲν ἐθεολόγησε ὁ Μέγας Ἀθανάσιος; Δὲν ἐθεολόγησε ὁ Μέγας Βασίλειος; Ὅλοι οἱ μεγάλοι Πατέρες ἐθεολόγησαν. Ὅμως, κατ᾿ ἐξοχὴν θεολόγους ἀναγνωρίζει: τὸν ἅγιον Ἰωάννην τὸν Θεολόγον, τὸν ἅγιον Γρηγόριον τὸν Θεολόγον καὶ τὸν ἅγιο Συμεὼν τὸν Νέο Θεολόγον. Βλέπετε λοιπὸν ὅτι ἔχει αὐτὸν τὸν ἐπίζηλο τίτλο τοῦ Θεολόγου.

Ἀγαπητοί μου, ἡ Ἐκκλησία, μὲ τὴν εὐκαιρία τῆς ἁγίας μνήμης του, καταχωρεῖ ὡς ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα ἀπὸ τὴν πρὸς Ἑβραίους ἐπιστολὴν τοῦ ἀποστόλου Παύλου, ποὺ ἀναφέρεται ἡ περικοπὴ αὐτὴ εἰς τὰ προσόντα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ ὡς Μεγάλου Ἀρχιερέως καὶ συγκρίνει τὴν ἀρχιερωσύνη τοῦ Χριστοῦ ὁ ἀπόστολος Παῦλος μὲ τὴν ἀρχιερωσύνη τῶν ἀρχιερέων τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Καὶ ἐπειδὴ ἀκριβῶς ἡ μνήμη εἶναι ἀρχιερέως, γι᾿ αὐτὸν τὸν λόγο μᾶς καταθέτει αὐτὴν τὴν περικοπήν, γιὰ νὰ δείξει ποιός πρέπει νὰ εἶναι καὶ ὁ ἀρχιερεύς.

Καὶ γράφει ὁ ἀπόστολος Παῦλος: «Τοιοῦτος ἡμῖν ἔπρεπεν ἀρχιερεύς (:τέτοιος ἔπρεπε σέ μᾶς ἀρχιερεύς), ὅσιος, ἄκακος, ἀμίαντος, κεχωρισμένος ἀπὸ τῶν ἁμαρτωλῶν καὶ ὑψηλότερος τῶν οὐρανῶν γενόμενος. Τοιοῦτον ἔχομεν ἀρχιερέα (:τέτοιον ἀρχιερέα ἔχουμε), ὃς (:ὁ ὁποῖος) ἐκάθισεν ἐν δεξιᾷ τοῦ θρόνου τῆς μεγαλωσύνης -ἡ «μεγαλωσύνη» εἶναι ὁ Πατήρ, ὁ Θεὸς καὶ ἐκάθισε στὰ δεξιὰ ὡς ἄνθρωπος- ἐν τοῖς οὐρανοῖς». Αὐτὰ καταθέτει ὁ ἀπόστολος Παῦλος εἰς τὴν πρὸς Ἑβραίους ἐπιστολή του.

Ἔτσι, ὁ ἀρχιερεὺς Ἰησοῦς Χριστὸς γίνεται τύπος καὶ ὑπόδειγμα τῶν κληρικῶν τῆς Ἐκκλησίας, ἰδιαίτατα τῶν ἀρχιερέων. Ὄχι ὀλιγότερο καὶ τῶν κληρικῶν καὶ τῶν διακόνων, ἀλλὰ ἰδιαίτατα ὅμως τῶν ἀρχιερέων. Γι᾿ αὐτὸ ὁ ἀρχιερεὺς εἶναι, ὅπως λέγεται «εἰς τύπον καὶ τόπον τοῦ Ἀρχιερέως Χριστοῦ». Δηλαδὴ εἶναι τύπος τοῦ Χριστοῦ καὶ εἶναι εἰς τὸν τόπον ἐκεῖνον ποὺ θὰ ἦτο ὁ Χριστός -αὐτὸ πρέπει νὰ εἶναι δεδομένον, προκειμένου νὰ ἐκλεγεῖ, πρέπει νὰ εἶναι δεδομένον. Ἀλλὰ μέσα στὴν ἐκκλησιαστική μας ἱστορία εἶναι τὸ ζητούμενον. Ἄλλο δεδομένον καὶ ἄλλο ζητούμενον. 


Ἔτσι, πολλοὶ σύγχρονοι ἀρχιερεῖς, μόνο γιατί ἐχειροτονήθησαν, προβάλλουν αὐτὴ τὴ θέση γιὰ νὰ ἀπολαμβάνουν τὴν τιμὴν τῶν πιστῶν. «Ὦ!», λέει, «εἶμαι εἰς τύπον καὶ τόπον Χριστοῦ! Ὀφείλεις νὰ μὲ σεβαστεῖς, ὀφείλεις νὰ μὲ τιμήσεις». 

Πρέπει ὅμως νὰ τοὺς εἰπωθεῖ ὅτι αὐτὸ δὲν εἶναι αὐτόματα δεδομένον ἀπὸ τὴν χειροτονία, ὅτι δηλαδὴ ἐχειροτονήθῃς καὶ αὐτομάτως, αὐτονοήτως, εἶσαι εἰς τύπον καὶ τόπον Χριστοῦ, ἀλλὰ εἶναι ζητούμενον. Δηλαδή, ὁ ἑκάστοτε ἀρχιερεὺς εἶναι εἰς τύπον καὶ τόπον Χριστοῦ; Ζητούμενον! Γι᾿ αὐτὸ ἡ Ἐκκλησία μας σήμερα καταχωρεῖ αὐτὴν τὴν ἀποστολικὴ περικοπή, γιὰ νὰ προβάλει τὸν ἅγιο Γρηγόριο τὸν Θεολόγον, ὁ ὁποῖος ὄντως ἐστάθῃ εἰς τύπον καὶ τόπον Χριστοῦ.

Ἀλλὰ ἂς ἔρθουμε εἰς τὴν ἀποστολικὴ περικοπὴ νὰ τὴ δοῦμε ἀπὸ πιὸ κοντά. Ἕνα πρῶτο γνώρισμα τοῦ Μεγάλου Ἀρχιερέως Χριστοῦ εἶναι «ὅσιος». Βέβαια, περιττὸ νὰ σᾶς πῶ, τὸ κατανοεῖτε ὅτι αὐτοὶ οἱ χαρακτηρισμοὶ ἀναφέρονται εἰς τὴν ἀνθρωπίνην φύσιν τοῦ Χριστοῦ, ὄχι στὴν θείαν. Προφανῶς. Καὶ ὅταν λέγει ὅτι ὁ Υἱὸς ἐκάθισε εἰς τὰ δεξιὰ τοῦ Θεοῦ Πατρὸς δὲν σημαίνει ὅτι ἐκάθισε ὡς Θεός, ἐκάθισε ὡς ἄνθρωπος· διότι ὁ Πατήρ, ὁ Υἱὸς εἶναι ὁμοούσιος μὲ τὸν Πατέρα καὶ δὲν ὑπάρχει τίποτα εἰς τὸν Θεόν, ὡς πρὸς τὸν Υἱόν, ἀριστερὰ καὶ δεξιά, ἀφοῦ εἶναι ὁμοούσιος. Ὡς ἄνθρωπος, λοιπόν. Καὶ πάντα νὰ ᾿χουμε ὑπόψη μας αὐτὸ τὸ «ὡς ἄνθρωπος» γιὰ νὰ μποροῦμε νὰ καταλαβαίνουμε καὶ νὰ κατανοοῦμε ὅλες αὐτὲς τίς θέσεις ποὺ ἔχει ἡ Ἁγία Γραφή.

Ἔτσι λοιπόν, ὅσιος, ποὺ ἀναφέρεται στὴν ἀνθρωπίνη φύση τοῦ Χριστοῦ καὶ ὁ ὁποῖος εἶναι ἀρχιερεὺς κατὰ τὴν ἀνθρωπίνη φύση τοῦ Χριστοῦ- διότι εἰς τὸ διηνεκὲς εἶναι ἀρχιερεὺς ὁ Χριστός τα πρὸς ἡμᾶς. Μάλιστα μὲ μιὰ εὐχὴ ποὺ λέμε στὴ Θεία Λειτουργία τὸ δείχνομε ὁλοκάθαρα αὐτό. Ἡ εὐχὴ λέγει ὅτι εἶναι ὁ Ἴδιος «ὁ προσφέρων καὶ προσφερόμενος καὶ διαδιδόμενος». Ὁ Ἴδιος προσφέρει, ὁ Ἴδιος προσφέρεται καὶ ὁ Ἴδιος διαδίδεται. Τί εἶναι τότε ὁ ἱερεύς; Ἁπλῶς γιατί ἡ ἀγάπη Του τὸ θέλει, ἔτσι νὰ εἶναι. 

Δίνει ὁ ἱερεὺς ἢ ὁ ἀρχιερεύς, δίνει τὰ χέρια του· καὶ τὸ «θέλω», τὸ θέλημά του. Γιατί ἐὰν ἐγὼ δὲν θέλω, μπορεῖ νὰ ἔχω ἱεροσύνη, ἂν ἐγὼ δὲν θέλω νὰ τελέσω τὴ Θεία Λειτουργία ἢ μοῦ τὸ ἐπιβάλλουν διὰ περιστρόφου, εἶναι ἄκυρο. Πρέπει νὰ ὑπάρχει τὸ θέλω τοῦ ἱερουργοῦ. Δίνουμε λοιπὸν τὰ χέρια μας εἰς τὸν Χριστόν, διότι Ἐκεῖνος εἶναι ὁ προσφέρων καὶ προσφερόμενος καὶ διαδιδόμενος. Ἔτσι λοιπόν, ἀγαπητοί μου, θὰ λέγαμε ὅτι ὁ ἄνθρωπος μετέχει τόσο λίγο καὶ λέγει, λέγει ἐκεῖ ἡ εὐχή: «Ποιός μπορεῖ νὰ Σὲ ὑπηρετήσει, Κύριε; Ποιός μπορεῖ νὰ Σὲ προσεγγίσει; Κανεὶς δὲν εἶναι ἄξιος...».... Ὡστόσο, ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ μᾶς ἀξιώνει οὕτως εἰπεῖν, ἔστω κι ἂν βάλουμε τὴ λέξη «ἀξιώνω» ἐντὸς εἰσαγωγικῶν.

Καὶ «ὅσιος» προκειμένου ἐδῶ τοῦ ἱεροῦ κειμένου σημαίνει: εὐσεβὴς πρὸς τὸν Θεόν. Σημαίνει «εὐσεβὴς τοῦ Θεοῦ λάτρης». «Ὅσιος» σημαίνει ὅτι εἶναι ἡ συνισταμένη ἰδιότης ὅλων τῶν ἀρετῶν ποὺ μπορεῖ νὰ ἔχει ἕνας ἄνθρωπος καὶ ἐν προκειμένῳ ὁ ἀρχιερεύς. Δηλαδὴ τῆς εὐλαβείας, τῆς ὑπακοῆς, τῆς πιστότητος, τῆς ἐξ ὁλοκλήρου ἀφοσιώσεως εἰς τὸν Θεόν, τῆς ὁλοκληρωτικῆς ἀφιερώσεως εἰς τὸν Θεόν -δὲν ἔχει σημασία ἐὰν εἶναι ἔγγαμος, παλαιότερα οἱ ἱερεῖς ἦσαν ἔγγαμοι. Καὶ ὁ (αρχι) ἱερεὺς δύναται νὰ εἶναι ἔγγαμος- αὐτὴ ἡ ἀφιέρωσις δὲν ἀφαιρεῖ τίποτε ἀπό τήν..., θὰ λέγαμε τὴν τοποθέτηση τοῦ ἀρχιερέως παλιότερα, τοῦ ἱερέως σήμερα ποὺ εἶναι ἔγγαμος, τὸ ἕνα δὲν ἀφαιρεῖ τίποτε ἀπὸ τὸ ἄλλο.

Καὶ σημαίνει ἀκόμα ἐλεύθερος ἀπὸ διάφορες κλίσεις τῆς ψυχῆς πρὸς τὴν ποικίλη ἁμαρτία. Ἔχω, ἂς ποῦμε, τὴν κλίση σ᾿ αὐτὴν τὴν ἁμαρτία ἢ σὲ ἐκείνη τὴν ἁμαρτία. Νὰ εἶμαι ἀνήθικος· ἢ νὰ εἶμαι πλεονέκτης· νά ᾿μαι φιλάργυρος, νὰ εἶμαι ἐγωιστής· νὰ εἶμαι ὁτιδήποτε ἀπ᾿ ὅλ᾿ αὐτά. Ὄχι, θὰ πεῖ ἐλεύθερος ἀπ᾿ ὅλες αὐτὲς τίς κλίσεις πρὸς τὴν ποικίλη, ὅπως σᾶς εἶπα, ἁμαρτία. Ὅλα αὐτὰ βέβαια λέγονται, εἶναι κάτω ἀπὸ τὸν ὅρο, τὴ λέξη «ὅσιος».

Τραγικὴ ἀντίθεση ἦταν οἱ ἀρχιερεῖς τῆς ἐποχῆς τοῦ Χριστοῦ. Τραγικὴ ἀντίθεσις. Ὁ Ἄννας ἐπὶ παραδείγματι ἦταν ἕνας πονηρότατος ἀρχιερεύς. Δὲν ἦτο, ὅταν ὁ Χριστὸς κατεδικάσθῃ ἀπὸ τὸ Συνέδριο, δὲν ἦτο ἐν ἐνεργείᾳ, ἦταν ὅμως ἡ ψυχὴ τοῦ συνεδρίου. Ἦταν στὰ παρασκήνια καὶ ἐπιδροῦσε ἐπὶ ὅλων τῶν ἀποφάσεων τοῦ συνεδρίου -ἦταν, σᾶς ξαναλέγω, ἕνας πονηρότατος ἀρχιερεύς. Κι ὁ γαμπρός του, ὁ Καϊάφας, «ἐπὶ θυγατρί, γαμβρός»· ἦσαν καὶ οἱ δυὸ φιλορωμαῖοι, δηλαδὴ ἄνθρωποι ποὺ δὲν κοιτοῦσαν τὸ συμφέρον τοῦ λαοῦ, ἀλλὰ τὸ συμφέρον τῆς τσέπης των καὶ τοῦ γοήτρου των, καὶ τὰ εἶχαν καλὰ μὲ τοὺς Ρωμαίους- γιατί οἱ Ρωμαῖοι ἐπενέβαιναν στὴ θέση τοῦ ἀρχιερέως, δηλαδὴ ἄλλαζαν τοὺς ἀρχιερεῖς πάρα πολὺ εὔκολα καὶ συχνά, κάτι ποὺ ἀπηγορεύετο ἀπὸ τὸν νόμο. Ἄν εἶχαν βέβαια, συνείδηση αὐτοὶ οἱ ἀρχιερεῖς, θὰ λέγανε: «Μὲ καταργεῖς, δὲν ἐπανέρχομαι». Τίποτε, γιατί ἤτανε ἰσόβιος ὁ ἀρχιερεύς.


Ἦταν ἀκόμη οἱ δύο αὐτοί, Σαδδουκαῖοι. Ξέρετε τί σημαίνει αὐτό; Δὲν εἶχαν σωστὴ πίστη. Δὲν πίστευαν σὲ ὕπαρξη ἀγγέλων, δὲν πίστευαν εἰς τὴν ἀθανασίαν τῆς ψυχῆς, δὲν πίστευαν σὲ ἀνάσταση νεκρῶν, δὲν πίστευαν σὲ αἰώνιες ἀπολαβές -Παράδεισον, Βασιλεία Θεοῦ, Κόλασιν- δὲν πίστευαν τίποτε... Πίστευαν μόνο σκέτα-νέτα στὸν Θεό, κατὰ τρόπον δεϊστικόν: «Ὁ Θεὸς εἶναι ἐκεῖ, καὶ ἐμεῖς εἴμαστε ἐδῶ στὴ γῆ· ὁ Θεὸς εἶναι στὸν οὐρανό, ἂς κοιτάξει τὰ κατ᾿ Αὐτὸν καὶ ἐμεῖς ἐδῶ στὴ γῆ νὰ κοιτάξουμε τὰ δικά μας». Αὐτοὶ ἦταν οἱ Σαδδουκαῖοι... Καὶ ὅμως κατελάμβαναν, παρακαλῶ, καὶ τὸ ἀξίωμα τοῦ ἀρχιερέως...

Καὶ τώρα ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ εἶναι, εἶναι..., τὸ βάθος τῆς ταπεινώσεως εἶναι καταπληκτικόν. Ἀφήνει τὸν ἑαυτό Του ὡς ἄνθρωπο νὰ Τὸν καταδικάσουν, τέτοιας φύσεως, τέτοιας μορφῆς, τέτοια... -τί νὰ πῶ, τί νὰ πῶ; Τί χαρακτηρισμὸ νὰ δώσω;- ἄνθρωποι... Τέτοιοι ἀρχιερεῖς... Οὔτε κἂν δὲ οἱ ἄνθρωποι αὐτοί, σὰν Σαδδουκαῖοι ποὺ ἦσαν- οὔτε κἂν ἀντελήφθησαν τὴν θεία καταγωγὴ τοῦ Χριστοῦ· ποὺ ἦσαν ἐκ τοῦ ἀξιώματός των, φύσει-θέσει ἐντεταλμένοι πρὸς τοῦτο. Ἔπρεπε νὰ ἀναγνωρίσουν· γιὰ νὰ φυλάξουν τὸν λαὸ ἀπὸ Ψευδομεσσίες καὶ νὰ ὑποδείξουν τὸν ἀληθινὸ Μεσσία. Γι᾿ αὐτό -ὑποκριτικά, βέβαια, πάντοτε- εἶπε ὁ Καϊάφας ποὺ ἦταν ἐν ἐνεργείᾳ ἀρχιερεύς: «Πές μας», λέει, «σὲ ὁρκίζω εἰς τὸν Θεὸ τὸν ζῶντα, ἐσὺ εἶσαι ὁ Μεσσίας;». Καὶ ὁ Χριστὸς εἶπε ἐκεῖνο τὸ «Σὺ εἶπας», ποὺ σημαίνει «Εἶναι ὅπως τὸ λές, εἶμαι ὁ Μεσσίας».

Καὶ προσθέτει ὁ Χριστὸς τὸ ὅραμα καὶ τὴν προφητεία τοῦ Δανιήλ: «Καὶ θὰ δεῖτε τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου ἐρχόμενον ἐπὶ τῶν νεφελῶν τοῦ οὐρανοῦ, μετὰ τῶν ἁγίων ἀγγέλων» κλπ. «Ναί, ἐγὼ εἶμαι ὁ Μεσσίας». Ὑποκριτικὰ λοιπὸν ὁ Καϊάφας σχίζει τὰ ἱμάτιά του: «Ἀκούσατε», λέγει, «ἐβλασφήμησε...».... 

Μὰ δὲν ζήτησες νὰ σοῦ πεῖ ὁ κατηγορούμενός σου ποιός εἶναι; 

Σοῦ τό εἶπε... Τόν ὅρκισες; Μέ ὅρκον;

Σοῦ τό εἶπε! Ἀληθεύει. 

Γιατί δὲν ἐξετάζεις ἀλλὰ σχίζεις τὰ ροῦχα σου ὑποκριτικότατα; Καὶ ὁ Καϊάφας καὶ τὸ συνέδριον -ἐκτὸς ἐξαιρέσεων- κατεδίκασαν τὸν Χριστὸν εἰς θάνατον ὡς ψευδόχριστον, ὡς ψευδομεσσίαν.. Ἔτσι λοιπόν, βλέπει κανεὶς ὅτι ἦταν ἐκ τῆς θέσεώς του ὑποχρεωμένος γιὰ νὰ φυλάξει, ἐπαναλαμβάνω, τὸν λαὸ ἀπὸ πλάνη, νὰ δώσει ἐκεῖνος τὴ μαρτυρία- ἀλλὰ ἡ μαρτυρία τοῦ Καϊάφα ἦταν νὰ θανατωθεῖ ὁ Ἰησοῦς.

Ἄς δοῦμε ἀκόμη αὐτὸ τὸ «ἄκακος», ποὺ λέγει ὁ ἀπόστολος Παῦλος στοὺς χαρακτηρισμοὺς τοῦ Μεγάλου Ἀρχιερέως, τοῦ Χριστοῦ. Τί θὰ πεῖ «ἄκακος»; Ὅπως λέει ὁ Ἱερὸς Χρυσόστομος: «ἀπόνηρος, οὐχ ὓπουλος», χωρὶς πονηρία, χωρὶς ὑπουλότητα· «κακίας ἐλεύθερος», λέγει ἕνας ἄλλος, ὁ Ζιγαβηνός, «ἄδολος»· «δόλος γὰρ φησὶ οὐχ εὑρέθη δόλος ἐν τῷ στόματι αὐτοῦ», λέει ὁ Οἰκουμένιος. Καὶ ὁ ἅγιος Ἰάκωβος ὁ ἀδελφόθεος: «ἀπείραστος κακῶν».


«καὶ ἀμίαντος»: ἕνας τρίτος χαρακτηρισμός. «Τί εἶναι ἀμίαντος;», λέγει ὁ Ζιγαβηνός, «ἐπίτασις τοῦ ἀκάκου, τὸ ἀμίαντον». Δηλαδή, γιὰ νὰ τονιστεῖ περισσότερον αὐτὸ ποὺ λέμε «ἄκακος»- βάζει τὸν χαρακτηρισμό: «ἀμίαντος», δὲν ἔχει μίασμα, δὲν ἔχει τίποτα, δὲν ἔχει κηλῖδα, δὲν ἔχει «μῶμον», δὲν ἔχει τίποτε... Ἀπηλλαγμένος, λοιπόν, παντὸς μολυσμοῦ.

Ὅταν ὅμως σήμερα ἀκοῦμε, ἀγαπητοί μου, ἀνήκουστα πράγματα μολυσμοῦ εἰς τοὺς κληρικούς μας, καὶ διακόνους, καὶ πρεσβυτέρους, καὶ ἀρχιερεῖς - ἀλήθεια, μᾶς καταλαμβάνει ἴλιγγος... τὸ τί ἀκοῦμε...

Καὶ ἀκόμα ἕνας χαρακτηρισμός: «Κεχωρισμένος», λέγει, «ἀπὸ τῶν ἁμαρτωλῶν». Σώζει τοὺς ἁμαρτωλούς, ἀλλὰ εἶναι χωρισμένος ἀπὸ τοὺς ἁμαρτωλούς. Καὶ ἐπειδὴ πάντα τύπος εἶναι ὁ Χριστός -δηλαδὴ τὸ ἀρχέτυπον- θὰ λέγαμε ὅτι ὁ κληρικός, ἰδιαίτατα ὁ ἀρχιερεύς, ὀφείλουν νὰ μὴν εἶναι ἐκκοσμικευμένοι. Αὐτὸ θὰ πεῖ «κεχωρισμένος ἀπὸ τῶν ἁμαρτωλῶν», νὰ εἶναι χωρισμένος ἀπὸ τὴν ἐκκοσμίκευσιν. 

Νὰ μὴ χρησιμοποιοῦν τίς μεθόδους τοῦ κόσμου τούτου, ὅπως εἶναι ἡ διπλωματία, ὅπως εἶναι οἱ συμβιβασμοί.

Σήμερα, ὁ Οἰκουμενισμός, αὐτὴ ἡ παναίρεσις -καὶ δὲν παύω νὰ σᾶς ὑπενθυμίζω τὴν παρουσία του, ἡ ὁποία γίνεται ἐντονοτέρα καὶ ἐντονοτέρα- καταβροχθίζει ὁ Οἰκουμενισμὸς μὲ ὅλη του τὴν εὐκολία καὶ τὴ μεγαλοπρέπεια πολλοὺς ἐκ τῶν συγχρόνων ἀρχιερέων, ἀρχιεπισκόπων καὶ πατριαρχῶν. 

Ἔτσι λοιπὸν ἕνας σύγχρονος ἀρχιερεὺς δὲν εἶναι «κεχωρισμένος ἀπὸ τῶν ἁμαρτωλῶν», διότι ὅλα αὐτὰ εἶναι τοῦ διαβόλου κατασκευάσματα.

Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος ἀγνοοῦσε αὐτοὺς τοὺς ἑλιγμούς. Μάλιστα ἕνας σύγχρονος βιογράφος του λέει: «Ἤτανε τὸ ἀδύνατό του σημεῖο»-ἐγὼ θὰ ἔλεγα «τὸ δυνατό του σημεῖο». Δὲν ἤξερε νὰ ἑλίσσεται, δὲν ἤξερε τοὺς συμβιβασμοὺς τῆς διπλωματίας, γι᾿ αὐτὸ μόλις τοῦ εἰπώθηκε ὅτι εἶναι ἀντικανονικός, ἀμέσως παρητήθῃ ἀπὸ τὴν προεδρίαν τῆς Β΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου.

Καὶ ἡ Ἐκκλησία, ἀγαπητοί μου, πάντοτε ἀναζήτησε ἱερεῖς καὶ ἀρχιερεῖς ποὺ νὰ ἀνταποκρίνονται στὸ ἀρχέτυπον Ἰησοῦς Χριστός. Γιὰ παράδειγμα, στὸ βιβλίο τῆς «Διδαχῆς» ἀναφέρονται τὰ ἑξῆς. Προσέξατε καὶ θὰ σᾶς δείξω μετὰ ὅτι δὲν μᾶς εἶναι θέματα ποὺ δὲν μᾶς ἐνδιαφέρουν. Ἐννοεῖται τὸν λαὸ τοῦ Θεοῦ. Λέγει στὴν ιε΄ παράγραφο τὸ βιβλίον «Διδαχή»- εἶναι πολὺ παλιὸ βιβλίο: «Χειροτονήσατε οὖν ἑαυτοῖς -νὰ χειροτονήσετε γιὰ τοὺς ἑαυτούς σας, δηλαδὴ γιὰ τὴν τοπική σας ἐκκλησία- ἐπισκόπους καὶ διακόνους ἀξίους τοῦ Κυρίου -νὰ ᾿ναι ἄξιοι τοῦ Κυρίου, γιὰ νὰ Τὸν ἀντιπροσωπεύουν- ἄνδρας πραεῖς -ποὺ νὰ εἶναι αὐτοὶ ἄντρες πραεῖς, μὲ πραΰτητα- καὶ ἀφιλαργύρους -νὰ μὴν εἶναι φιλάργυροι- καὶ ἀληθεῖς -νὰ ᾿ναι ἥσυχοι, ἀληθινοὶ ἄνθρωποι, ἐκεῖνο ποὺ εἶπε ὁ Χριστὸς γιὰ τὸν Ναθαναήλ· ἦρθε ὁ Φίλιππος καὶ τοῦ εἶπε, λέει στὸν Ναθαναὴλ «τὸ καὶ τὸ» καὶ ὅταν ὁ Χριστὸς εἶδε τὸν Ναθαναὴλ εἶπε: «Νὰ ἕνας ἀληθινὸς Ἰσραηλίτης, ποὺ δὲν ὑπάρχει δόλος εἰς τὸ στόμα του...».... Ὁ ἴσιος ἄνθρωπος, ὁ ἄδολος ἄνθρωπος. Αὐτὸς εἶναι ὁ ἀληθινός.

«Καὶ δεδοκιμασμένους», νὰ ἔχουν δοκιμαστεῖ, πρῶτα θὰ δοκιμαστοῦν καὶ κατόπιν θὰ χειροτονηθοῦν. Ποιά ἦταν ἡ βιοτή του; Πῶς ἔζησε ἀνάμεσά μας αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος, γιὰ νὰ τὸν χειροτονήσουμε τώρα καὶ νὰ τὸν ἔχουμε κληρικό μας; Ὁ δὲ ἅγιος Ἰγνάτιος ὁ Θεοφόρος γράφει εἰς τὸν ἅγιο Πολύκαρπο, ἐπίσκοπο Σμύρνης, μάλιστα φεύγει ἀπὸ τὴν Ἀντιόχεια, τὴν ἐπισκοπή του καὶ πηγαίνει διὰ ξηρὰς στὴ Ρώμη γιὰ νὰ μαρτυρήσει. Ἔτσι περπατῶντας πέρασε ἀπὸ τὴν Σμύρνη, τὴν ἐπισκοπὴ τοῦ ἁγίου Πολυκάρπου. Καὶ γράφει ἐκεῖ. Προχώρησαν πρὸς τὰ πάνω, ψηλά, βόρεια δηλαδή, στοὺς Φιλίππους κλπ. κλπ.

Γράφει λοιπὸν ἀπὸ τοὺς Φιλίππους, γράφει στὸν ἅγιο Πολύκαρπο τὰ ἑξῆς: «Πρέπει, Πολύκαρπε θεομακάριστε, συμβούλιον ἀγαγεῖν θεοπρεπέστατον -Ποιό εἶναι τὸ «θεοπρεπέστατον συμβούλιον»; Εἶναι ἡ Σύνοδος. Καὶ τὸ λέει «θεοπρεπέστατον». Ναί... ἔτσι πρέπει νὰ εἶναι ἡ Σύνοδος- «καὶ χειροτονῆσαι τινα -καὶ νὰ χειροτονήσετε κάποιον-, ὃν ἀγαπητὸν λίαν ἔχετε -ἀπὸ ἀνάμεσά σας ποὺ νὰ εἶναι, λέγει, ἀγαπητός, προσεκτικὸς ἄνθρωπος- καὶ ἄοκνον -ἄοκνος, ὄχι τεμπέλης, προκομμένος θὰ τὸν λέγαμε μὲ ἕναν γενικὸ χαρακτηρισμό, προκομμένος ἄνθρωπος ποὺ ἀγαπάει τὸν Θεό, ἀγαπάει τὰ τοῦ Θεοῦ-, ὃς δυνήσεται -ὁ ὁποῖος θὰ μπορέσει- θεοδρόμος καλεῖσθαι -νὰ ἀποκληθεῖ θεοδρόμος, ὅτι εἶναι στὸν δρόμο τοῦ Θεοῦ, δηλαδὴ τοῦ Θεοῦ ἄνθρωπος- τοῦτον καταξιῶσαι, ἵνα πορευθεὶς εἰς Συρίαν -νὰ πάει στὴ Συρία, στὴν Ἀντιόχεια- δοξάσῃ ὑμῶν τὴν ἄοκνον ἀγάπην εἰς δόξαν Θεοῦ». Βλέπετε τί γράφει ὁ ἅγιος Ἰγνάτιος στὸν ἅγιο Πολύκαρπο; Ποιός θὰ ἀντικαταστήσει τὸν ἅγιο Ἰγνάτιο ποὺ πηγαίνει γιὰ τὸ μαρτύριο; Εἶναι στὴν ἕβδομη παράγραφο αὐτὰ ποὺ σᾶς λέγω, «Πρὸς ἃγιον Πολύκαρπον».

Ἀγαπητοί. 

Αὐτά ὅλα λέγονται καί προβάλλονται γιά νά γνωρίζει ὁ λαός ποιούς πρέπει νά ἔχει ὡς ποιμένας καί διδασκάλους στήν ἐκκλησία του

Δὲν ἐπιτρέπεται ἄγνοια· γιατί τότε λύκοι θὰ κυβερνοῦν καὶ θὰ κατασπαράσσουν τὴν ψυχή σας. Ὁ Κύριος μᾶς δίδαξε ὅτι «ὁ ποιμὴν ὁ καλός. ὁ ποιμὴν ὁ καλὸς τὴν ψυχὴν αὐτοῦ τίθησιν ὑπὲρ τῶν προβάτων καὶ τὰ πρόβατα αὐτῷ ἀκολουθεῖ -τὸν ἀκολουθοῦν τὰ πρόβατα, τὰ λογικὰ πρόβατα-, ὅτι οἴδασι τὴν φωνὴν αὐτοῦ -γιατί γνωρίζουν τὴν φωνή του-· ἀλλοτρίῳ δὲ οὐ μὴ ἀκολουθήσωσιν -ξένον, ἀλλότριον στὰ τοῦ Θεοῦ δὲν τὸν ἀκολουθοῦν-, ἀλλὰ φεύξονται ἀπ᾿ αὐτοῦ -φεύγουν μακριὰ του-, ὅτι οὐκ οἴδασι τῶν ἀλλοτρίων τὴν φωνήν -γιατί δὲν ἀναγνωρίζουν τῶν ξένων τὴν φωνήν».

Ἀλλὰ καὶ ὁ Θεὸς διὰ τοῦ προφήτου Ἰερεμίου διαμαρτύρεται καὶ λέγει: «Ποιμένες πολλοὶ διέφθειραν τὸν ἀμπελῶνά μου -Πολλοὶ ποιμένες, λέει, διέφθειραν τὸν ἀμπελῶνα του· ὁ ἀμπελῶνας του εἶναι ὁ λαὸς τοῦ Θεοῦ-, ἐμόλυναν τὴν μερίδα μου -ἤτανε ὁ περιούσιος λαὸς ἡ μερίδα τοῦ Θεοῦ, ἦταν ὁ Ἰσραήλ· ἐμόλυναν, βρώμισαν τὴ μερίδα μου, τὸν λαό μου- ἔδωκαν τὴν μερίδα τὴν ἐπιθυμητήν μου εἰς ἔρημον ἄβατον, ὅτι οὐκ ἔστιν ἀνὴρ τιθέμενος ἐν καρδίᾳ -καὶ τὴν ἐπισκοπή μου, λέει ὁ Θεός, τὸν λαό μου, τὸν ἔκαναν ἔρημο- πῶς λέμε: 


«ἔρημος τόπος»- τὸν ἐρήμαξαν καὶ προσέξτε μιὰ φρασούλα ποὺ λέει ὁ προφήτης Ἰερεμίας καὶ ποὺ εἶναι στὸ δωδέκατο κεφάλαιο ἀνάμεσα στοὺς στίχους 10ον καὶ 11ον, ἀκοῦστε: «ὅτι οὐκ ἔστιν ἀνὴρ τιθέμενος ἐν καρδίᾳ», δηλαδή: «καὶ ὅμως, κανεὶς δὲν θέτει αὐτὸ στὴν καρδιά του καὶ δὲν τὸ συναισθάνεται ὅτι μπορεῖ νὰ ἔχει κληρικούς, οἱ ὁποῖοι κατεσθίουν τὴν ποίμνη τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ». 

Κανεὶς δὲν τὸ ᾿βαλε στὸ μυαλό του, λέει, νὰ ἀντιδράσει. 

Καὶ συμπληρώνει ὁ προφήτης: «Ὦ οἱ ποιμένες, οἱ διασκορπίζοντες καὶ ἀπολλύοντες τὰ πρόβατα τῆς νομῆς μου. διὰ τοῦτο ὑμεῖς διεσκορπίσατε τὰ πρόβατά μου καὶ ἐξώσατε αὐτὰ καὶ οὐκ ἐπεσκέψασθε αὐτά, ἰδοὺ ἐγὼ ἐκδικῶ ἐφ᾿ ὑμᾶς κατὰ τὰ πονηρὰ ἐπιτηδεύματα ὑμῶν· ὅτι ἱερεὺς καὶ προφήτης ἐμολύνθησαν καὶ ἐν τῷ οἴκῳ μου εἶδον πονηρίας αὐτῶν -μέσα στὸν οἶκο μου, εἰς τὸν ναό, εἶδα τίς βρωμιές τους», λέει ὁ Θεός.

Ἀγαπητοί. Γι᾿ αὐτὸ ἡ Ἐκκλησία μας προβάλλει ἁγίους ἄνδρας, ὅπως τὸν σήμερον ἑορταζόμενον ἅγιον Γρηγόριον τὸν Θεολόγον, γιὰ νὰ καθρεπτιζόμαστε στὴν ἐκείνων βιοτὴν μὲ ἀρχέτυπον τὸν Ἰησοῦν Χριστόν, γιὰ νὰ δοξάζεται ὁ Χριστὸς καὶ νὰ οἰκοδομεῖται ἡ Ἐκκλησία Του, ἀμήν.

ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ

Μὲ ἀπροσμέτρητη εὐγνωμοσύνη στὸν πνευματικό μας καθοδηγητή μακαριστὸ γέροντα Ἀθανάσιο Μυτιληναῖο,
ἀπομαγνητοφώνηση καὶ ἠλεκτρονικὴ ἐπιμέλεια κειμένου:

~ Ἑλένη Λιναρδάκη, φιλόλογος

ΠΗΓΗ:https://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/mnhmh_agivn/mnhmh_agivn_002.mp3 & ethnegersis.substack.com


Εναλλακτικές αναρτήσεις

 ''ἔχει προχωρήσει στραβά τό πράμμα καί δέν γουστάρω ἄλλο..''
''ἔχει προχωρήσει στραβά τό πράμμα καί δέν γουστάρω ἄλλο..''
Ἐδῶ καὶ χρόνια, ἀκόμα καὶ τότε ποὺ εἶχα κάτι ἀπὸ τὴν παιδικὴ ἁπλότητα καὶ ἀθωότητά μου, κουβαλάω ἕνα δηλητήριο μέσα μου. Τὸ δηλητήριο τῶν συναισθημάτων καὶ τῆς λο...
Η ΘΕΣΗ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΣΥΝΟΔΟΥ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ, ΣΤΟ ΘΕΜΑ ΤΩΝ ΤΑΥΤΩΤΗΤΩN
Η ΘΕΣΗ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΣΥΝΟΔΟΥ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ, ΣΤΟ ΘΕΜΑ ΤΩΝ ΤΑΥΤΩΤΗΤΩN
Ἀπὸ τὴν Ἱερὰ Σύνοδο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἐκδόθηκε ἡ Ἐγκύκλιος 2626 τῆς 7ης Ἀπριλίου 1997, ἀπευθυνόμενη «Πρὸς τὸν εὐσεβῆ Ὀρθόδοξον Ἑλληνικὸν Λαόν» μὲ τίτλο «Ἡ Συνθήκ...
''Ἐπίτρεψέ μου, ὅμως, νά σέ ρωτήσω κάτι...''
''Ἐπίτρεψέ μου, ὅμως, νά σέ ρωτήσω κάτι...''
Πρό καιροῦ, μέ πλησίασε κάποια νεαρή κοπέλα πού τό καντηλάκι τῆς ζωῆς της φαίνεται νά τρεμοσβήνει. Μέσα στόν ἀβάσταχτο πόνο της διέκρινα τήν ἐλπίδα. Μέσα ἀπό τά δακ...
Οι  ωφέλιμες δοκιμασίες ( Άγιος Ισαάκ ο Σύρος )
Οι ωφέλιμες δοκιμασίες ( Άγιος Ισαάκ ο Σύρος )
Εξηγώντας μας πόσο αναγκαίες είναι οι θλίψεις για τον αθλητή του Χριστού ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος λέγει: Οι δοκιμασίες είναι ωφέλιμες σε όλους ανεξαιρέτως. Αν ήσαν ...
  Αυτό που ψάλουμε την Μ. Σαρακοστή, “Πρόσθες αυτοίς κακά, Κύριε,” γιατί το λέμε; ~ Αγίου Παϊσίου Αγιορείτου
Αυτό που ψάλουμε την Μ. Σαρακοστή, “Πρόσθες αυτοίς κακά, Κύριε,” γιατί το λέμε; ~ Αγίου Παϊσίου Αγιορείτου
Με ρώτησε κάποιος:«Αυτό που ψάλουμε την Μεγάλη Σαρακοστή, το «Πρόσθες αυτοίς κακά, Κύριε, τους ενδόξοις της γής», γιατί το λέμε, αφού είναι κατάρα;»«Όταν κάνουν επιδρομή...

Share this