Ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ Λόγος

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Απόστολοι. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Απόστολοι. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 8 Απριλίου 2025

Τα δύο είδη της θεοπνευστίας είναι ο φωτισμός και η θέωση ~ π. Ιωάννης Ρωμανίδης

Η θεόπνευστη θεολογία των Πατέρων

Τα δύο είδη της θεοπνευστίας είναι ο φωτισμός και η θέωση
~ π. Ιωάννης Ρωμανίδης, ''Εμπειρική Δογματική''

Τα συγγράμματα των Πατέρων είναι θεόπνευστα, επειδή γράφηκαν από θεοπνεύστους άνδρες. Η θεοπνευστία στην περίπτωση αυτή δεν είναι κατά γράμμα, αλλά οι Άγιοι είχαν φθάσει στον φωτισμό και την θέωση και, όταν ομιλούσαν για δογματικά ζητήματα, ομιλούσαν εκ πείρας και αυτό λέγεται θεοπνευστία. Τα δύο είδη της θεοπνευστίας είναι ο φωτισμός και η θέωση.

Θεωρούνται και τα συγγράμματα των Πατέρων ως θεόπνευστα, όχι μόνον τα συγγράμματα της Αγίας Γραφής. Λέγοντας όμως θεοπνευστία, εδώ πρέπει να ξεχωρίσουμε πρώτα - πρώτα σε ποια θέματα μπορεί να είναι κανείς θεόπνευστος, μέχρι πού φθάνει η θεοπνευστία.

Πρώτα-πρώτα, όπως θα ξεύρετε και από τα άλλα μαθήματα, ουδέποτε η Ορθόδοξη παράδοση δέχθηκε κατά γράμμα θεοπνευστία. Δεν υπάρχει στους Πατέρες κατά γράμμα θεοπνευστία, ούτε και στους Ορθοδόξους θεολόγους οποιασδήποτε παραδόσεως. Ποτέ στην Ορθόδοξη Εκκλησία δεν υποστηρίχθηκε η κατά γράμμα θεοπνευστία, όπως έγινε στην δυτική παράδοση. Αυτή η διδασκαλία περί κατά γράμμα θεοπνευστίας δεν υπάρχει στους Πατέρες ούτε στους μοντέρνους Ορθοδόξους θεολόγους.

Υπάρχει όμως στην Δύση, κυρίως κατά τον Μεσαίωνα. Λοιπόν, εδώ πρέπει να γίνει σαφής διάκριση του θέματος...

Τώρα, στην Ορθόδοξη παράδοση κατ' αρχήν, τα πρώτα στάδια της θεοπνευστίας είναι το στάδιο του φωτισμού και το τελικό είναι η θέωση. Οπότε, διερωτάται κανείς, ο συγγραφέας, που γράφει ένα κομμάτι της Αγίας Γραφής, γιατί θεωρείται θεόπνευστος;

Επειδή ζούσε αυτός σε κατάσταση φωτισμού και από καιρό σε καιρό έφθανε στην θέωση και έγραφε από περίσσεια ως έγραφε και, επομένως, με ακρίβεια για τον Θεό; Ή όταν έγραφε εκείνη την στιγμή, όταν σήκωνε το στυλό του ερχόταν το Πνεύμα το Άγιον σαν ένας πετεινός, περιστερά, ένα πουλάκι και καθόταν εδώ και του υπαγόρευε τι να γράφει;

Για τους Πατέρες της Εκκλησίας θεόπνευστος είναι εκείνος ο οποίος ευρισκόμενος σε κατάσταση φωτισμού ή Θεώσεως, αφού έχει την εμπειρία αυτή, γράφει και γράφει θεοπνεύστως.

Αλλά δεν γράφει στα θέματα που δεν έχουν σχέση με την θεοπνευστία. Με ποια θέματα έχει σχέση η θεοπνευστία; Με όλα τα θέματα περί Θεού, με τις αποκαλύψεις του Θεού στον άνθρωπο, το θέλημα του Θεού για τον άνθρωπο, την ενσάρκωση, την φανέρωση της Ακτίστου δόξης του Θεού μέσω της ανθρώπινης φύσεως του Χριστού, την ίδρυση της Εκκλησίας κατά την Πεντηκοστή, την πεντηκοστιανή εμπειρία της Θεώσεως και την συνεχιζόμενη αυτή εμπειρία της Θεώσεως και του φωτισμού μέσα στην ζωή της Εκκλησίας. Επάνω σε αυτά τα θέματα υπάρχει θεοπνευστία και το απλανές.

Σε αυτήν την κατάσταση η θεοπνευστία είναι μια συνεχής κατάσταση, ως νοερή προσευχή και ως θέα του Θεού.

Στην πατερική παράδοση θεοπνευστία είναι η μόνη απλανής αίσθηση που μπορεί να υπάρχει στον άνθρωπο και, κατ' αυτόν τον τρόπο, διαμορφώνει τον χαρακτήρα του, εξυψώνει την αγάπη του ανθρώπου και τελειοποιεί την κάθαρση και την μεταβάλλει βαθμηδόν και σε θέωση. Μόνο αυτό, κατά τους Πατέρες, λέγεται θεοπνευστία. 

Αυτή η θεοπνευστία είναι συνεχής κατάσταση.


Οπότε, είναι βλακεία να νομίζει κανείς ότι κάποιος είναι θεόπνευστος επειδή έκατσε να γράψει μία επιστολή στη ρώμη δηλαδή, όπως έκανε ο Απόστολος Παύλος.

Και εκεί που έγραφε ήρθε κατά τρόπο θαυμαστό το Πνεύμα το Άγιο και καθοδηγούσε την πέννα του εκείνη την στιγμή, για να γράψει μία επιστολή, δηλαδή. Όχι, δεν είναι έτσι.

Θεοπνευστία σημαίνει ότι ο άνθρωπος ο οποίος γράφει είναι στην κατάσταση της αδιάλειπτου προσευχής και μπαινοβγαίνει στην κατάσταση της Θεώσεως. Αυτός είναι ο θεόπνευστος και αυτή είναι η θεοπνευστία.

Στους Πατέρες της Εκκλησίας δεν γίνεται λόγος για αλάθητο σε καθημερινά ζητήματα και στην καθοδήγηση, αλλά κυρίως χρησιμοποιείται η λέξη «απλανής». Το «αλάθητο» χρησιμοποιείται για δογματικά ζητήματα· το «απλανές» χρησιμοποιείται για την θεραπεία του ανθρώπου.

Οι Πατέρες δεν λένε «αλάθητον». Στην πατερική γλώσσα λέγεται «απλανές». Γίνεται κανείς «απλανής». «Απλανής» σημαίνει ότι δεν παραπλανάται.

Από τι δεν παραπλανάται;
Δεν παραπλανάται από τον διάβολο.

Δηλαδή, έχοντες την αέναη μνήμη Θεού μέσα τους, κάποτε - κάποτε και την εμπειρία της Θεώσεως, έχουν απλανή καθοδήγηση του Αγίου Πνεύματος, το οποίον προσεύχεται αδιαλείπτως μέσα στην καρδιά τους. Και, έχοντες Πνεύμα Άγιον, κατ' αυτόν τον τρόπο, έχουν την απλανή καθοδήγηση του Αγίου Πνεύματος σε θέματα που αφορούν στην θεραπεία του ανθρώπου.

Οπότε, εξ επόψεως θεραπευτικής, είναι απλανής αυτός ο οδηγός. Δεν είναι όμως αλάθητος, από την άποψη ότι δεν μπορεί να κάνη λάθη, διότι κάνει λάθη.

Μόνο σε θέματα πνευματικής καθοδηγήσεως δεν κάνει λάθη, διότι απλανώς καθοδηγεί τα πνευματικά του τέκνα στον φωτισμό και στην θέωση, δηλαδή στην θεραπεία και στην τελειότητα.

Από Ορθοδόξου απόψεως, όταν μιλάμε για το αλάθητο της Εκκλησίας αναφερόμαστε μόνο στην διδασκαλία περί Αγίας Τριάδος, περί Θεού, περί θείας Χάριτος, περί διαγνώσεως των αρρωστημάτων της ανθρώπινης προσωπικότητος, περί θεραπείας της ανθρώπινης προσωπικότητος, περί τελειότητος της ανθρώπινης προσωπικότητος, περί κολάσεως και παραδείσου, περί ενσαρκώσεως, περί Αγίων, περί Θεοτόκου και ό,τι έχει σχέση με την εμπειρία της Θεώσεως. Στα άλλα θέματα δεν υπάρχει αλάθητο και δεν μπορεί να υπάρχει αλάθητο, διότι εκεί πλέον ευρισκόμαστε στην σφαίρα των θετικών επιστημών».

Τα προηγούμενα δείχνουν ποια είναι η μεθοδολογία των Πατέρων και πώς ερμήνευαν την Αγία Γραφή και τελικά πώς θεολογούσαν.

Όλα ξεκινούσαν από την εμπειρία του Αγίου Πνεύματος που βίωναν.

Δηλαδή, όπως προαναφέρθηκε, η μεθοδολογία των Πατέρων δεν ήταν φιλοσοφική, δεν στηριζόταν στην λογική και τον στοχασμό. Η φιλοσοφική μεθοδολογία, η οποία στηρίζεται στην λογική, την πιθανολογία και την φαντασία, είναι μέθοδος των αιρετικών, που χρησιμοποιούσαν και την αρχαία Ελληνική φιλοσοφία και την μεθοδολογία της.

Φαίνεται καθαρά ότι οι Άγιοι Πατέρες της Εκκλησίας δεν φιλοσοφούσαν, δεν χρησιμοποιούσαν τις απόψεις των φιλοσόφων, αλλά ούτε και την μεθοδολογία τους. Αυτό σημαίνει ότι οι Πατέρες δεν δέχονταν την μεταφυσική. Οι Πατέρες ήταν ό,τι οι Προφήτες και οι Απόστολοι.

Τι είναι Πατήρ της Εκκλησίας, τι είναι Πατέρες της Εκκλησίας, τι είναι Προφήτης, τι είναι Απόστολος, τι είναι άγιος; Τώρα, στην πατερική παράδοση όλοι οι Άγιοι είναι Πατέρες, όλοι οι Άγιοι είναι νηπτικοί, όλοι οι Άγιοι έχουν φθάσει σε ορισμένες καταστάσεις κλπ.

Στην σημερινή θεολογία, όμως, έχουν γίνει άλλες διαρρυθμίσεις επάνω στο θέμα. Λένε: α, οι μεγάλοι Πατέρες της Εκκλησίας, δηλαδή είναι οι φιλοσοφούντες Πατέρες. Μέγας Αθανάσιος.

Καλά, ο Μέγας Αθανάσιος ο καημένος δεν ήξερε γρι από φιλοσοφία· ήξερε Αγία Γραφή και ήξερε εμπειρική θεολογία, αλλά από φιλοσοφία μηδέν.

Δεν ασχολείται με το θέμα ο Μέγας Αθανάσιος. Απλώς, οσάκις αναφέρεται σε φιλοσόφους, τους κοροϊδεύει τους φιλοσόφους.

Οι Πατέρες δεν ήταν φιλόσοφοι. Μερικοί από αυτούς σπούδασαν και γνώριζαν τις αρχές της ελληνικής φιλοσοφίας, αλλά δεν τις είχαν αποδεχθεί και δεν θεολογούσαν φιλοσοφώντας.


Οι μεγάλοι Πατέρες της Εκκλησίας δεν είναι Έλληνες φιλόσοφοι. Καμιά σχέση δεν έχουν με την Ελληνική φιλοσοφία.

Οι μεγάλοι Καππαδόκες, ο Χρυσόστομος δεν είναι φιλόσοφοι. Είναι άνθρωποι οι οποίοι ασχολούνται με την θεραπεία της ανθρώπινης προσωπικότητος.

Δηλαδή, η κύρια μέριμνά τους ήταν να περάσουν το πνευματικό τους τέκνο, από την κάθαρση στον φωτισμό και από τον φωτισμό στην θέωση.

Αυτή ήταν η μέριμνα τους. Και όλη η Ορθόδοξη θεολογία είχε αυτόν ως σκοπό. Δεν είχε κανέναν άλλο σκοπό.

Όταν διάβαση κανείς τα κείμενα των Πατέρων, όσο και να προσπαθήσει, δεν μπορεί να τους μεταβάλει σε φιλοσόφους.

Αν πάρει κανείς τον τόμο του Καίμπριτζ και ψάξει για την Intellectual History of Byzantine Empire και ψάξει για Βυζαντινή φιλοσοφία, θα δη πολύ πενιχρά πράγματα, σχεδόν τίποτα, διότι φιλόσοφοι στο Βυζάντιο είναι σαν να είναι ανύπαρκτοι. Και πρέπει κανείς να μεταβάλει τους Πατέρας της Εκκλησίας σε φιλοσόφους, για να μπορεί να γράψει ιστορία της Βυζαντινής φιλοσοφίας. Αλλά οι Πατέρες της Εκκλησίας δεν μεταβάλλονται σε φιλοσόφους. Αυτό είναι το πρόβλημα.

Πάρε οποιονδήποτε Πατέρα της Εκκλησίας να τον μεταβάλεις σε φιλόσοφο. Το έχουν προσπαθήσει. Αλλά εκείνος που μπορεί κάπως να περιγραφή ως φιλόσοφος, ας πούμε είναι ο Γρηγόριος Νύσσης, ο οποίος εάν κανείς τον ξέρη αρκετά καλά καταλαβαίνει ότι δεν διαφέρει καθόλου από τον Γρηγόριο τον Θεολόγο. Προσπάθησε να βγάλεις τον Γρηγόριο τον Θεολόγο φιλόσοφο· δεν γίνεται. Τον Αθανάσιο φιλόσοφο· δεν γίνεται. Μερικοί βγάζουν τον Βασίλειο. Ούτε αυτός βγαίνει φιλόσοφος και ούτε βγαίνει όπως το θέλουν μερικοί».

Μάλιστα, οι Πατέρες έκαναν στα έργα τους σαφή διάκριση μεταξύ θεολογίας και φιλοσοφίας, αφού γνώριζαν εκ πείρας ότι η θεολογία είναι θεραπευτική επιστήμη και όχι φαντασία και στοχασμός.

Στο λεγόμενο Βυζάντιο ήξεραν πάρα πολύ καλά την πατερική παράδοση, ήταν πολύ ζωντανός ο διανοούμενος κόσμος, πάρα πολύ ζωντανός, ήξεραν πάρα πολύ καλά τους αρχαίους, ήξεραν πάρα πολύ καλά τους φιλοσόφους και ήξεραν επίσης πάρα πολύ καλά να διακρίνουν μεταξύ της φιλοσοφίας, που δεν την δέχονταν πάρα πολλοί άνθρωποι, και της θεολογίας.

Αλλά, επειδή δεν ταύτιζαν την θεολογία με την φιλοσοφία και ήξεραν πάρα πολύ καλά ότι η θεολογία είναι μια θεραπευτική επιστήμη, ήξεραν τι είναι ο σκοπός της θεολογίας, τι είναι φωτισμός, τι είναι θέωση και όλα αυτά. Τα μάθαινε κανείς συζητώντας μόνον, χωρίς να διάβαση τίποτα. Μπορούσε απλώς να συζητάει με καλογήρους με τον έναν και τον άλλον και να έρχεται σε κάποια αντίληψη περί αυτών των πραγμάτων. Οπότε, ήταν διαποτισμένη όλη η ατμόσφαιρα με αυτές τις αντιλήψεις κ.τ.λ.

Δεν υπάρχει ιστορία της βυζαντινής φιλοσοφίας, διότι εγώ υποστηρίζω ότι δεν υπάρχει βυζαντινή φιλοσοφία. Σε μάς υπάρχουν μόνο θετικές επιστήμες, ήταν πολύ πρακτικοί οι πρόγονοί μας, δεν ήσαν φιλοσοφούντες. Και όταν θεολογούσαν, θεολογούσαν εμπειρικά. Όλος ο προσανατολισμός τους ήταν εμπειρικός. Το ότι τους ανεβοκατεβάζουν τους Πατέρας ως Πλατωνικούς κλπ, είναι μυθιστορήματα των θεολόγων μας, των Νεοελλήνων που πάνε να τους βγάλουν φιλοσόφους τους Πατέρες της Εκκλησίας.

Ακόμη και η αποφατική θεολογία δεν έχει καμία σχέση με τον φιλοσοφικό στοχασμό.

Αλλά εκείνο που πρέπει να τονισθεί είναι ότι η αποφατική παράδοση αποδόσεως ονομάτων στον Θεό, από πατερικής απόψεως, δεν έχει καμιά απολύτως σχέση με φιλοσοφικό στοχασμό ή οποιοδήποτε τρόπο στοχασμού. Καμία σχέση. Είναι καθαρά βασισμένα όλα που λένε οι Πατέρες, ξεκινάνε από την εμπειρία της Θεώσεως, την παρατήρηση δηλαδή, και έχουν σκοπό αυτά πάλι να δημιουργήσουν στον καθένα την ίδια εμπειρία της Θεώσεως. Ξεκινάμε από την θέωση κι επανερχόμαστε πάλι στην θέωση.

Στα πατερικά κείμενα βλέπουμε ότι οι Πατέρες, καίτοι είχαν σπουδάσει την φιλοσοφία, εν τούτοις την απέρριπταν στον χώρο της θεολογίας, ακριβώς επειδή η φιλοσοφία στηρίζεται στον στοχασμό, ενώ η Ορθόδοξη θεολογία στην εμπειρία.

Οι Πατέρες της Εκκλησίας τοξεύουν βλήματα συνεχώς εναντίον της ελληνικής φιλοσοφίας, για κανέναν άλλο λόγο παρά διότι η βάση της φιλοσοφίας της εποχής εκείνης ήταν ο στοχασμός των φιλοσόφων, δηλαδή δεν υπήρχε τρόπος να ελέγξει κανείς, εάν αυτά που έλεγαν οι φιλόσοφοι ήταν σωστά η όχι.

Γι’ αυτό τον λόγο η ιστορία της φιλοσοφίας έχει μεγάλη αξία, και προπάντων ο στοχασμός των αρχαίων Ελλήνων έχει πάρα πολύ μεγάλη σημασία, διότι συνέχεια πρότεινε στους ανθρώπους υποθέσεις. Αλλά όμως, σε πολύ λίγες περιπτώσεις είχε την δυνατότητα μαζί με τις υποθέσεις να προτείνει και τον τρόπο ελέγχου των υποθέσεων αυτών, ώστε να τα περάσουν από τα πειράματα και να προβιβάσουν τις υποθέσεις σε αξιώματα».

Οι Πατέρες της Εκκλησίας όχι μόνον δεν φιλοσοφούσαν, αλλά δεν αποδέχονταν και την μεταφυσική. Όταν ομιλούμε για μεταφυσική, εννοούμε την λεγομένη οντολογία, ότι υπάρχει ένα ευδαίμον Ον που έχει εντός του τις ιδέες, επί τη βάσει των οποίων κτίσθηκε ο κόσμος, είναι ο αμετάβλητος κόσμος, και ότι και αυτή η ψυχή του ανθρώπου ζούσε προηγουμένως στον αγέννητο κόσμο των ιδεών, όπου και επιθυμεί να επανέλθει. Η μεταφυσική δέχεται έναν αμετάβλητο κόσμο και ο άνθρωπος μπορεί να συλλαμβάνει λογικά τον Θεό.

Γι’ αυτόν τον λόγο οι Πατέρες της Εκκλησίας δεν δέχονται την μεταφυσική. Διότι μεταφυσική είναι η ανθρώπινη σκέψη περί του «αμεταβλήτου». Με νοήματα και ρήματα ο άνθρωπος σκέφτεται και εκφράζει το «αμετάβλητον». Και αυτό είναι το θεμέλιο της μεταφυσικής.


Αλλά στην πατερική θεολογία έχουμε το περίφημο ρητό του Γρηγορίου του Θεολόγου, που είναι η πυξίδα για κάθε Ορθόδοξο θεολόγο, που λέει ότι ''Θεόν μεν φράσαι αδύνατον, νοήσαι δε αδυνατώτερον.''

Οπότε τον Θεό ούτε μπορούμε να τον εκφράσουμε ούτε μπορούμε να τον νοήσουμε. Οι Πατέρες της Εκκλησίας δεν δέχονταν την φιλοσοφία ως μέθοδο ερεύνης του Θεού, ούτε και τις φιλοσοφικές αντιλήψεις του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη.

Οι άνθρωποι, ακόμη και κατά την διάρκεια της Τουρκοκρατίας, ήξεραν πολύ καλά ότι στα θεολογικά ζητήματα δεν υπάρχει κανένας μεταφυσικός προσανατολισμός.

Είχα θίξει το θέμα της μεταφυσικής και πως οι Πατέρες της Εκκλησίας, όπως και όλος ο καλογερικός κόσμος, τα χρόνια της Τουρκοκρατίας δεν δεχόντουσαν, ας πούμε, ουδένα φιλοσοφικό προσανατολισμό στα θεολογικά θέματα. Αυτό που οι Δυτικοί ονομάζουν μεταφυσική, οι Πατέρες της Εκκλησίας το απορρίπτουν εκ των προτέρων, το ότι δηλαδή είναι δυνατόν στον ανθρώπινο νου (λογική) να συλλάβει τον Θεό».

Οι Πατέρες της Εκκλησίας, με επιχειρήματα πάντοτε, κατεδάφιζαν την φιλοσοφία. Αλλά όχι με επιχειρήματα των θετικών επιστημών. Τα δικά τους επιχειρήματα ήταν θεολογικά.

Σήμερα έχουμε επιστημονικά επιχειρήματα. Είτε κατεδαφισθεί η φιλοσοφία από τις θετικές επιστήμες είτε κατεδαφισθεί από την Ορθόδοξη θεολογία, το αποτέλεσμα είναι το ίδιο. Κατεδαφίζεται η φιλοσοφία.

«Βλέπουμε τους Πατέρες που αντιτάσσονταν και στον Αριστοτέλη και στον Πλάτωνα και σε όλους τους φιλοσόφους της εποχής τους. Είναι και αυτό ενδεικτικό».

Η διδασκαλία του Πλάτωνος δεν έγινε ποτέ αποδεκτή από την πατερική παράδοση. Διότι οι Πατέρες της Εκκλησίας ουδέποτε δέχθηκαν την κατά φύση αθανασία της ψυχής. Για τους Πατέρες της Εκκλησίας η ψυχή είναι κατά φύση θνητή και όχι κατά φύση αθάνατη, διότι για τους Πατέρες της Εκκλησίας ο μόνος φύσει αθάνατος είναι ο Θεός.

Αυτό το συναντούμε και στους μοναχούς που ζούσαν μέσα στην πατερική παράδοση και καταλάβαιναν την διδασκαλία των Πατέρων.

«Οι καλόγεροι ούτε ήθελαν τίποτε να ακούσουν περί αρχαίων Ελλήνων φιλοσόφων. Όταν ακούγανε Πλάτωνα και Αριστοτέλη επαναλάμβαναν αυτά που λένε οι Πατέρες για τον Πλάτωνα και Αριστοτέλη».

Έτσι, οι Πατέρες ήταν αντίθετοι με την μεταφυσική, αλλά και την γνωσιολογία στην οποία στηριζόταν η μεταφυσική. Ακόμη, αυτό το βλέπουμε και στον Άγιο Γρηγόριο Νύσσης και τον Άγιο Διονύσιο Αρεοπαγίτη, τους οποίους μερικοί θεωρούν ως φιλοσοφούντες Πατέρες.

Τώρα βέβαια, Πατέρες της Εκκλησίας να υποστηρίζουν την ανάγκη να φιλοσοφήσουν, δεν υπάρχουν. Γενικά, όμως, οι Πατέρες της Εκκλησίας είναι τελείως εναντίον και της μεταφυσικής και της γνωσιολογίας που βασίζεται στην μεταφυσική. Και αυτό φαίνεται σαφέστατα και στον Γρηγόριο Νύσσης και στον δήθεν πλατωνικό Διονύσιο Αρεοπαγίτη. Αυτός είναι από την αρχή μέχρι το τέλος εναντίον όλων των κατηγορημάτων της πλατωνικής φιλοσοφίας.

Γενικά, «οι Πατέρες απορρίπτουν τον φιλοσοφικό προσανατολισμό στην θεολογία». Η πατερική διδασκαλία συνδέεται με τις θετικές επιστήμες, που έχουν σχέση με την εμπειρία. Περισσότερο σχετίζεται με την ιατρική επιστήμη, επειδή θεραπεύει την νοσούσα προσωπικότητα του ανθρώπου.

«Πολύ περισσότερο συγγενεύει με την πατερική θεολογία η ιατρική επιστήμη, παρά όλες οι φιλοσοφίες του κόσμου. Διότι, ουσιαστικά, η πατερική θεολογία καμία σχέση δεν έχει με την φιλοσοφία».

Από την δημιουργία, όμως, του νεοελληνικού Κράτους διατυπώθηκε η άποψη ότι οι Πατέρες που γνώριζαν την φιλοσοφία ανήγαγαν την απλή πίστη σε φιλοσοφία και, μέσα σε αυτό το κλίμα, εορτάζεται η εορτή των Τριών Ιεραρχών.

Οποιοδήποτε άρθρο, από τον καιρό που ιδρύθηκε το Ελληνικό Κράτος μέχρι σήμερα, αν διαβάσετε, θα δείτε πόσα από αυτά ασχολούνται με τους Πατέρες σαν να ήταν μεγάλοι φιλόσοφοι, οι οποίοι δεν δέχονταν να μείνουν με την απλοϊκή πίστη της μαμάς και της γιαγιάς και του παππού, που δεν πήγαν στο Πανεπιστήμιο, που ήταν πολύ καλοί άνθρωποι, που ομοιάζουν με αυτά που έλεγε ο Αυγουστίνος, ότι ξέρουν την οδό αλλά δεν ξέρουν πού πάνε. Δηλαδή, απλώς ήταν καλοί άνθρωποι.

Κι έρχονται τώρα οι μεγάλοι Πατέρες που είχαν μια φιλοσοφική παιδεία, πάρα πολύ ισχυρή, και παίρνουν την απλοϊκή πίστη της Αγίας Γραφής και την αναγάγουν σε φιλοσοφική, έτσι σνομπίστικη πίστη δηλαδή, ώστε μπορούμε να προσελκύσουμε και τους διανοούμενους στην Εκκλησία. Διότι πρώτα η Εκκλησία προσήλκυσε τους αγράμματους και τώρα πάμε να προσελκύσουμε τους διανοούμενους.

Και υπάρχει πολύ αυτή η τάση και δημιουργήθηκε και εξ αιτίας ενός πατριωτισμού που αναπτύχθηκε στην Ελλάδα γύρω από τους αρχαίους ημών προγόνους, που ήταν μεγάλοι φιλόσοφοι και πρέπει να επανέλθουμε και εμείς σε αυτούς, να γίνουμε και εμείς σαν αυτούς φιλόσοφοι.

Και κατήντησαν οι μεγάλοι Πατέρες της Εκκλησίας να είναι φιλόσοφοι πια. Κατά την εορτή των Τριών Ιεραρχών, πόσες φορές ακούμε για την φιλοσοφική δεινότητα του Γρηγορίου, του Βασιλείου, του Χρυσοστόμου κλπ. Και ένα μεγάλο μέρος είναι όλα συνθήματα.

Έχουμε τον Γρηγόριο τον Θεολόγο, ο οποίος είναι ο καταπέλτης εναντίον της ελληνικής φιλοσοφίας. Ο Χρυσόστομος βρίζει την Ελληνική φιλοσοφία. Και βρήκαν τον Βασίλειο λιγάκι που λέει μερικά περί της παιδείας των νέων κλπ, ενώ υπάρχουν χωρία ολόκληρα από τον Βασίλειο που και αυτός τοποθετεί κατά τον ίδιο τρόπο την Ελληνική φιλοσοφία. Αυτό είναι το βασικό θέμα».

Αυτή η νοοτροπία περί της πατερικής παραδόσεως οδήγησε στην άποψη ότι η πίστη πρέπει να μεταβάλλεται σε γνώση με την βοήθεια της φιλοσοφίας και αυτό συνδέθηκε και με την εθνική ιδέα.

Πάντως, οι Πατέρες ήταν καθαρά εμπειρικοί, στηρίζονταν στην εμπειρία του Αγίου Πνεύματος που είχαν αποκτήσει ζώντας μέσα στην Εκκλησία, η οποία είναι το αναστημένο και δοξασμένο Σώμα του Χριστού. Έτσι, η εμπειρία τους δεν ήταν ατομική, αλλά προσωπική.

«Οι Πατέρες μόνο εμπειρικά φαινόμενα εδέχοντο. Γι’ αυτό ο φωτισμός είναι καθαρά εμπειρική κατάσταση. Η θέωση εξίσου, καθαρά εμπειρική κατάσταση. Και όλη η θεολογία της Εκκλησίας έχει βάση σε αυτές τις εμπειρικές καταστάσεις. Επομένως, μέσα στα πλαίσια της φιλοσοφίας ουδεμία θέση έχει».

Επομένως, οι Πατέρες δεν φιλοσοφούσαν, αλλά ερμήνευαν την Αγία Γραφή, βάσει της προσωπικής τους πείρας, χωρίς να στοχάζονται πάνω σε αυτήν. Βεβαίως, οι Άγιοι Πατέρες χρησιμοποιούσαν την Αγία Γραφή επειδή ήταν κείμενα θεοπνεύστων ανδρών, αλλά την ερμήνευαν επί τη βάσει της δικής τους προσωπικής πείρας.

«Οι Πατέρες, όταν θεολογούν, δεν θεολογούν μόνο από την Αγία Γραφή, θεολογούν από την ίδια την εμπειρία τους».

Οι Άγιοι Πατέρες επίσης λάμβαναν και όρους που χρησιμοποιούσαν την εποχή εκείνη οι άνθρωποι, αλλά έδιναν άλλο νόημα, σύμφωνα με την αποκάλυψη που είχαν.

«Το ομοούσιος το χρησιμοποίησαν οι αιρετικοί. Πρώτα ο Παύλος ο Σαμοσατεύς χρησιμοποιούσε το ομοούσιος με αιρετικό τρόπο. Η Εκκλησία πήρε έναν αιρετικό όρο του Παύλου Σαμοσατέως κι έγινε το κριτήριον της Ορθοδοξίας. Δεν πήραν οι Πατέρες το νόημα που είχε ο Παύλος ο Σαμοσατεύς με τον όρον αυτόν και το χρησιμοποίησαν, αλλά παίρνουν τον όρον και δίνουν ένα άλλο νόημα στον όρο αυτό και τον χρησιμοποιούν. Αυτό φαίνεται σαφώς στην πατερική παράδοση».

Μέσα στην προοπτική αυτή ερμήνευαν την Αγία Γραφή. Η ερμηνεία που έκαναν δεν ήταν φιλολογική και προσωπική, αλλά εμπειρική, αγιοπνευματική. Είχαν την ίδια ζωή που είχαν οι Προφήτες και οι Απόστολοι, γι’ αυτό καταλάβαιναν τον λόγο τους.

Οι Πατέρες της Εκκλησίας, όταν διαβάζουν την Παλαιά Διαθήκη, την διαβάζουν ωσάν να υπάρχει στην Παλαιά Διαθήκη ήδη η κάθαρση και ο φωτισμός και η αέναη μνήμη Θεού και η νοερά προσευχή κλπ, και έτσι ερμηνεύουν τους ψαλμούς.

Οι ψαλμοί ερμηνεύονται ως ψαλμοί που εκφράζουν την εμπειρία αυτή της καθάρσεως, του φωτισμού και της Θεώσεως.


Η ερμηνεία των Πατέρων ξεκινά από την δική τους εμπειρία. Το σημαντικό είναι ότι αυτό το διακρίνει κανείς και σήμερα, εφ’ όσον έχει αυτήν την πνευματική εμπειρία και διαβάσει πατερικά κείμενα. Αυτό συμβαίνει, γιατί η Εκκλησία είναι Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική και μέσα σε αυτήν ευρίσκεται το ρεύμα της Ορθοδόξου παραδόσεως.

Είναι γνωστόν ότι η Ορθόδοξη πίστη καθορίσθηκε πρωτίστως στις Τοπικές, αλλά έπειτα και στις Οικουμενικές Συνόδους σε όρους και ιερούς Κανόνες από τους Πατέρες που τις συγκρότησαν για να αντιμετωπισθούν οι αιρετικοί.

Η Οικουμενική Σύνοδος είναι ''αλάθητη'', αλλά αυτό πρέπει να ερμηνευθεί Ορθόδοξα.

«Έχουμε σήμερα την διδασκαλία περί του αλάθητου των Οικουμενικών Συνόδων. Αυτή η διδασκαλία του αλάθητου των Οικουμενικών Συνόδων, όπως περιγράφεται σήμερα, είναι ωσάν να υπάρχει ένας θεσμός Οικουμενικής Συνόδου, που έχει το αλάθητο της Εκκλησίας. Αυτό, τόσα χρόνια που διαβάζω τους Πατέρες της Εκκλησίας, δεν το ευρίσκω πουθενά. Δεν υπάρχει στους Πατέρες μια τέτοια αντίληψη περί Οικουμενικής Συνόδου.

Βέβαια, η Οικουμενική Σύνοδος είναι αλάθητη, αλλά δεν είναι ένας αλάθητος θεσμός, δεν είναι μόνιμος θεσμός. Υπήρχε Εκκλησία επί τριακόσια είκοσι πέντε χρόνια, πριν από την ο Οικουμενική Σύνοδο, και ζούσε χωρίς Οικουμενική Σύνοδο και από την Θ' Οικουμενική Σύνοδο του 1341 μέχρι σήμερα δεν έχει Οικουμενική Σύνοδο».

Η θεοπνευστία των Οικουμενικών Συνόδων συνδέεται με την παρουσία σε αυτές Πατέρων που ήταν θεόπνευστοι.

Δεν είναι θεόπνευστη η Σύνοδος ως ένας θεσμός, 
αλλά λόγω της συμμετοχής σε αυτήν θεουμένων.

«Σε τι συνίσταται η θεοπνευστία μιας Οικουμενικής Συνόδου, ή σε τι συνίσταται η θεοπνευστία μιας Τοπικής Συνόδου και τι είναι η θεοπνευστία; Οι Πατέρες μιας Συνόδου είτε Τοπικής είτε Οικουμενικής, όταν συνέρχονται για να καταδικάσουν μια αίρεση, σε τι συνίσταται η αυθεντία αυτής της Συνόδου και η θεοπνευστία; Ο Επίσκοπος, ο οποίος λαμβάνει μέρος σε μια Σύνοδο μαζί με όλους τους άλλους Επισκόπους, είτε τους πάρουμε μεμονωμένα τους Επισκόπους ή ως ομάδα, πότε σε αυτόν αρχίζει και πότε τελειώνει η θεοπνευστία;

Την άποψη ότι οι Πατέρες μιας Συνόδου είναι θεόπνευστοι, επειδή συνήλθαν σε μια Οικουμενική Σύνοδο, και τότε είναι θεόπνευστοι δηλαδή, εγώ τουλάχιστον, δεν την έχω βρει πουθενά. Είτε υπάρχει Τοπική Σύνοδος, είτε Οικουμενική Σύνοδος οι απόψεις είναι οι ίδιες για τους Πατέρες της Εκκλησίας. Η διαφορά είναι το οικουμενικό της μιας και το τοπικό της άλλης, που είναι θέμα αυτό της συγκροτήσεως και όχι των Εκκλησιών.

Εάν είχαμε εκατόν πενήντα Επισκόπους που πριν πάνε στην Σύνοδο δεν ήσαν θεόπνευστοι, αυτοί που δεν ήσαν θεόπνευστοι προ της Συνόδου, θα γίνουν θεόπνευστοι μετά την εναρκτήριο προσευχή της Συνόδου; Και θα παύσουν να είναι θεόπνευστοι μετά την λήξη της Συνόδου; Τι γίνεται εδώ;

Ο Απόστολος Παύλος ήταν θεόπνευστος πριν σηκώσει την πένα του να γράψει την προς Ρωμαίους Επιστολή και έπαυσε να είναι θεόπνευστος, όταν στο τέλος έγραψε το Αμήν; Πότε άρχισε η θεοπνευστία του και πότε τελείωσε; Και το ίδιο με όλα τα βιβλία της Αγίας Γραφής.

Γι’ αυτό την περασμένη φορά, εγώ τουλάχιστον, προσέφερα την άποψη ότι η θεοπνευστία στην Εκκλησία δεν διαφέρει από την έμπνευση που έχουν οι άνδρες των θετικών επιστημών».

Επομένως, οι Επίσκοποι που έφθασαν στην θεοπτία, έβλεπαν τον Θεό και είχαν επικοινωνία μαζί Του και γι’ αυτό και έγιναν Πατέρες, που είναι η βάση των Οικουμενικών Συνόδων.

Θεόπνευστοι είναι εκείνοι που κατευθύνονται από την εμπειρία τους. Φυσικά, αυτή η εμπειρία είναι δύο ειδών, ήτοι εμπειρία του φωτισμού και εμπειρία της Θεώσεως.

Αυτοί οι εμπειρικοί Πατέρες είναι η βάση των Οικουμενικών Συνόδων.

Οι Θεούμενοι Επίσκοποι έφθασαν στην ένωση με τον Θεό και την θεοπτία και έχουν ασφαλή γνώση του Θεού. Δι’ αυτών ενεργεί το Άγιον Πνεύμα.

Οι Άγιοι Πατέρες που ευρίσκονταν σε διάφορα μέρη της γης, αλλά είχαν αποκτήσει, δια του Αγίου Πνεύματος, εμπειρία του Θεού, όταν συνήρχονταν σε Οικουμενικές Συνόδους, αποκτούσαν και κοινή ορολογία.

Γι’ αυτό και μεταξύ των Πατέρων χωρίς να υπάρχει κανένας Πάπας της Ρώμης να υπαγορεύει τι είναι τα δόγματα, τελείως αυθόρμητα, οι Πατέρες υπεστήριξαν όλοι μαζί την ίδια αλήθεια πάντοτε. Δηλαδή, οι άνθρωποι οι οποίοι ήσαν χωρισμένοι ο ένας από τον άλλο από γεωγραφικές Αποστάσεις. Για εκείνη την εποχή ήταν σαν να είμαστε από εδώ μέχρι το φεγγάρι, διότι ο ένας που ζούσε στο ένα μέρος της Αυτοκρατορίας, με έναν άλλο που ζούσε σε άλλο μέρος της Αυτοκρατορίας σαν να ζούσε ο ένας σε έναν πλανήτη και ο άλλος σε άλλο πλανήτη. Επειδή έχουν την ίδια εμπειρία, καταλήγουν σε κοινές αποφάσεις».

Δυστυχώς, υπάρχουν μερικοί σήμερα που παραθεωρούν τους θεουμένους Πατέρες και τοποθετούν τις Συνόδους πάνω από τους Πατέρες, ενώ συμβαίνει το αντίθετο.

Άλλωστε, οι ίδιες οι Σύνοδοι επικαλούνται την διδασκαλία των θεοπτών Πατέρων.

Οι σημερινοί Ορθόδοξοι κάνουν ακριβώς το ίδιο. Η Εκκλησία λέει, ή η Αγία Γραφή λέει, ή η Οικουμενική Σύνοδος λέει. Και είναι παράξενο πράγμα, διότι μαθαίνουμε από τους σημερινούς Ορθοδόξους ότι η Οικουμενική Σύνοδος είναι μεγάλη αυθεντία της Εκκλησίας και αμφισβητούν αν είναι οι Πατέρες της Εκκλησίας. Δηλαδή βάλανε την Σύνοδο παραπάνω από τους Πατέρες της Εκκλησίας.

Και όταν κανείς διαβάζει τα ίδια τα Πρακτικά των Συνόδων, η Οικουμενική Σύνοδος επικαλείται τους Πατέρες της Εκκλησίας. Γι’ αυτό και λένε οι τριακόσιοι δεκαοκτώ Πατέρες είπαν, οι εκατόν πενήντα Πατέρες είπαν, οι εξακόσιοι Πατέρες είπαν. Δηλαδή όταν εμείς σκεφτόμαστε μια Οικουμενική Σύνοδο, για μας είναι μια Σύνοδος Πατέρων της Εκκλησίας. Είναι συνάθροισμα Πατέρων οι οποίοι διδάσκουν αυτά κ.ο.κ.».

Μια τέτοια θεσμική αντίληψη περί της Εκκλησίας προέρχεται από τους Φράγκους και την διδασκαλία του ιερού Αυγουστίνου, ο οποίος υποστήριζε ότι η αυθεντία για την αποδοχή των δογμάτων είναι η Εκκλησία, ενώ σε μας η αυθεντία είναι οι Πατέρες και όχι «μια αφηρημένη ιδέα, που είναι μια οργανωμένη εκκλησιαστικά αυθεντία».

Η θεόπνευστη θεολογία των Πατέρων
Τα δύο είδη της θεοπνευστίας είναι ο φωτισμός και η θέωση

"Εμπειρική Δογματική τής Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας
κατά τις προφορικές παραδόσεις του π. Ιωάννου Ρωμανίδη". Τόμος Α',

Δευτέρα 24 Φεβρουαρίου 2025

Επισκέψεις της θείας χάριτος...


Επισκέψεις της θείας χάριτος, μπορεί να δεχτεί ακόμη και άνθρωπος που δε βρίσκεται ούτε στο στάδιο της κάθαρσης, ακόμη κι ένας εγκληματίας...

Πρόκειται κατ’ ουσίαν για προσκλήσεις από το Θεό. Αν ο άνθρωπος ανταποκριθεί, τότε βιώνει τη συγκλονιστική κατάσταση της μετάνοιας...

''ἰδοὺ ἕστηκα ἐπὶ τὴν θύραν καὶ κρούω· ἐάν τις ἀκούσῃ τῆς φωνῆς μου καὶ ἀνοίξῃ τὴν θύραν, καὶ εἰσελεύσομαι πρὸς αὐτὸν καὶ δειπνήσω μετ' αὐτοῦ καὶ αὐτὸς μετ' ἐμοῦ...'' ~ Αποκάλυψη του Ιωάννη, κεφάλαιο 3, 20

*****

Κυριακή 12 Ιανουαρίου 2025

Ἀγαπητό ποίμνιον, βοηθεῖστε ἐσεῖς τόν ἑαυτό σας. Ἐμεῖς, δέν μποροῦμε νά σᾶς βοηθήσουμε... ~ π. Ἀθανάσιος Μυτιληναῖος

Όταν ο άγιος πατήρ Αθανάσιος Μυτιληναίος έλεγε αυτά που ζούμε σήμερα, και αυτά που θα ζήσουμε ακόμη εντονότερα εις το μέλλον... (βλέπε ''ένωση εκκλησιών'').

22η Ὁμιλία στό Δευτερονόμιον, (απόσπασμα)
(…) Σήμερα πῶς μποροῦμε νὰ τὸ ποῦμε αὐτό;

Ἀγαπητοί μου προσέξτε! Σήμερα θὰ τὸ λέγαμε στὴν Ἐκκλησία. Θὰ τὸ καταγγείλουμε στὴν Ἐκκλησία. Δηλαδή, πῶς;

Ὅταν ἀντιληφθοῦμε πὼς ὑπάρχει κάποιος ποὺ δρᾶ γύρω μας καὶ παγιδεύει τὶς ψυχὲς τῶν πιστῶν τοῦ λαοῦ θὰ πᾶμε νὰ τὸ ποῦμε εἰς τὸν οἰκεῖο ἐπίσκοπο ἢ εἰς στὸν πρεσβύτερο τῆς ἐνορίας μας. 

Θὰ πᾶμε νὰ ποῦμε: «Πάτερ ξέρεις; Ξέρεις τί γίνεται ἐδῶ, σὲ ἐκεῖνο τὸ σπίτι ἢ ἐκεῖ, ἐκεῖ;». Θὰ τὸ καταγγείλουμε ἀμέσως. Βεβαίως σήμερα εἰς στὴν Καινὴ Διαθήκη δὲν ὑπάρχει ὁ λιθοβολισμός, ἀναμφισβητήτως δὲν ὑπάρχει. Στὸν Παλαιὸ Νόμο ὑπῆρχε ὁ λιθοβολισμός... 

Ἀλλὰ δὲν θὰ διστάσουμε νὰ τὸ καταγγείλουμε, ἔστω καὶ ἂν εἶναι ἡ μάνα μας καὶ ὁ πατέρας μας καὶ τὸ παιδί μας καὶ ἡ γυναίκα μας ἢ ὁ ἄνδρας μας. Νὰ τὸ ξέρετε αὐτὸ τὸ πράγμα. Θὰ τὸ καταγγείλουμε.

Θὰ μοῦ πεῖτε... «Νὰ τὸ καταγγείλουμε... Σὲ ποιὸν εἴπατε; Στὸν Ἐφημέριό μας κλπ. Μάλιστα...».

Δυστυχῶς! Δὲν εἶναι σήμερα ἐκεῖνοι, οἱ Ταγοὶ τῆς Ἐκκλησίας μας, σὲ θέση νὰ βοηθήσουν τὸ ποίμνιο καὶ τὸ ἀφήνουν νὰ κατασπαράζεται. Αὐτὸ εἶναι τὸ θλιβερό. Τί νὰ σᾶς πῶ ἄλλο; Τί νὰ σᾶς πῶ ἄλλο; 

Πολλὲς φορὲς βλέπουμε νὰ δροῦν οἱ ἐχθροί τῆς Πίστεως, οἱ ἐχθροί τῆς Ἐκκλησίας καὶ νὰ εἰσαγάγουν νέες θεότητες καὶ λατρεῖες καὶ νὰ μὴν μποροῦμε νὰ κάνουμε τίποτα. 

Σὲ ποιὸν νὰ πᾶς νὰ τὸ πεῖς; Σὲ ποιὸν νὰ πᾶς νὰ τὸ καταγγείλεις; Ποιὸς θὰ σὲ ἀκούσει; Αὐτὸ εἶναι τὸ δυστύχημα.

Τὸ λέγω ἄλλη μιὰ φορά. Ἀγαπητοί μου, πονάει ἡ ψυχή μου ποὺ σᾶς τὸ λέγω αὐτὸ τὸ πράγμα.

Πονάει ἡ ψυχή μου...

Ἔρχονται ἄνθρωποι καὶ μοῦ λένε, «πάτερ αὐτό, πάτερ ἐκεῖνο, τί νὰ κάνουμε;» καὶ δὲν ἔχω τὸν τρόπο νὰ τοὺς βοηθήσω, νὰ τοὺς πῶ πηγαίνετε... Ποῦ νὰ πᾶτε; Σὲ ποιόν; Ποῦ;

Δυστυχῶς, δὲν εἶναι σὲ θέση οἱ ἐφημέριοί μας, καὶ ἐκεῖνοι ποὺ εἶναι ἀπὸ τὸν Χριστὸν τεταγμένοι νὰ βοηθήσουν τὸ ποίμνιον. Δὲν εἶναι εἰς θέσιν νὰ βοηθήσουν. Πεῖτε ἀπὸ ἄγνοια, πεῖτε ἀπὸ ἀδιαφορία, πεῖτε διότι καὶ αὐτοὶ παρασύρονται κάποτε;

Ἀκούει κανεὶς γνῶμες γύρω ἀπὸ τέτοια θέματα, ποὺ νὰ τραβάει τὰ μαλλιά του.

Θὰ πῶ κάτι ποὺ σᾶς τὸ ΄χῶ πεῖ καὶ πέρισυ.

Ἀγαπητὸ ποίμνιον, βοηθεῖστε ἐσεῖς τὸν ἑαυτό σας.

Μελετᾶτε τόν λόγο τοῦ Θεοῦ καί βοηθήσατε ἐσεῖς τόν ἑαυτόν σας. (σχ. Π.κ. Το Ευαγγέλιον και τούς Πατέρες, τούς Αγίους του Θεού.)

Ἐμεῖς, δὲν μποροῦμε νὰ σᾶς βοηθήσουμε... Καὶ ὄχι μόνον αὐτό, ἀλλὰ κάποτε σᾶς ρίπτουμε καὶ ἐμεῖς, - εἴτε τὸ καταλαβαίνουμε, εἴτε δὲν τὸ καταλαβαίνουμε -, σᾶς ρίπτουμε καὶ ἐμεῖς εἰς τὰ χέρια τῶν ἐχθρῶν. Ναί...

Γιατί καὶ ἐμεῖς ὡς ταγοί, ὡς κληρικοί, ἔχουμε γίνει θύματα αὐτῶν τῶν καταστάσεων. Ναί! Μὴν σᾶς κάνει ἐντύπωση... Δὲν θὰ ‘θελα νὰ σᾶς βάλλω τὴν ὑποψία γιὰ κείνους ποὺ σᾶς ποιμένουν, ἀλλά, δὲν θὰ΄θελα ὅμως νὰ σᾶς ἀφήσω καὶ ξένοιαστους, καὶ νὰ πεῖτε:

«Ἔ! ἔχουν τὸν λόγον ἄλλοι, αὐτὸ ποὺ θὰ μᾶς ποῦν, αὐτὸ θὰ κάνουμε».Ὄχι! 

Νὰ ΄μαστε ξυπνητοὶ ἄνθρωποι, νὰ μελετοῦμε τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ, γιὰ νὰ μποροῦμε νὰ προστατέψουμε τὸν ἑαυτό μας. Διότι σήμερα, δὲν σᾶς προστατεύουν ἐκεῖνοι ποὺ εἶναι τεταγμένοι γιὰ νὰ σᾶς προστατέψουν. (...)

(...) Κατὰ τὰ ἄλλα... Δὲν ξέρω... πολλὰ λέγονται καὶ ἀκούγονται. Ἡ ἐποχὴ μας ἔχει χαλάσει τοὺς ἀνθρώπους. Εἴμαστε χαλασμένοι πλέον ἄνθρωποι. Ἅμα λοιπὸν δὲν ξέρεις μερικὰ πράγματα, πῶς θὰ προστατέψεις ἀδελφέ μου, τὴν ὑγεία σου, καὶ τὴ ζωή σου.

Ἔτσι καὶ ἐδῶ, ἀγαπητοί μου, μελετᾶτε τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ. Καὶ ἅμα συναντήσετε τὴν ἀδιαφορία ἐκ μέρους ἡμῶν, τότε νὰ πεῖτε:

«Ὄχι πάτερ! Δὲν εἶναι τὰ πράγματα ἔτσι. Εἶναι ἀλλιώτικα, καὶ ἐὰν ἐσὺ τὰ λὲς ἔτσι, ἐγὼ τουλάχιστον, θὰ προστατέψω τὸν ἐαυτόν μου». 

Καὶ ὄχι μόνον τὸν ἐαυτόν σας, ἀλλὰ νὰ προστατέψετε καὶ τοὺς παραπέρα, τοὺς πλαϊνούς σας, διότι εἶναι ἀνάγκη ἀγαπητοί μου, ἔτσι νὰ γίνει...

~ Μακαριστός π. Ἀθανάσιος Μυτιληναῖος


22η Ὁμιλία στό Δευτερονόμιον, (απόσπασμα) - 2/11/81)
Ολόκληρη την ομιλία μπορείτε να την ακούσετε εδώ.

Δείτε και σχετικά: 




Δευτέρα 6 Ιανουαρίου 2025

Άκουγα μια φωνή να μου λέει: «Πήγαινε στην Ορθόδοξη Εκκλησία..»

Άκουγα μια φωνή να μου λέει:
«Πήγαινε στην Ορθόδοξη Εκκλησία..»

«ΑΛΗΘΙΝΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ, ΜΑΓΕΙΑ ΚΑΙ ΘΑΥΜΑΤΑ, ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΤΗΝ ΑΦΡΙΚΗ» ~ ΜΟΝΑΧΟΥ ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΑΤΟΥ

Kατά τα μέσα του μηνός Σεπτεμβρίου 1996 ένας ιερέας μας συνόδευσε με τ’ αυτοκίνητο την μεταφορά μιας εγκύου γυναίκας, συζύγου εργάτου τού Κλιμακίου μας, για το μαιευτήριο...

Εκεί συνάντησε και συνομίλησε, κατά την τάξιν, με τον διευθυντή τής κλινικής πού είναι ρωμαιοκαθολικός στο θρήσκευμα, και γιατρός στο επάγγελμα.

Ή κλινική ανήκει στην προτεστα­ντική Κοινότητα των Μεθοδιστών.

Μετά από μία σύντομη συζήτηση για το προκείμενο θέμα, ό ιερεύς χάριν αβρότητος, πρότεινε στον Διευθυντή κ. Μουαγκάλα, (το όνομά του), μία επίσκεψη και στην δική μας Ορθόδοξη Εκκλησία...

Αλλά πριν ό ίδιος προγραμματίσει μια τέτοια επίσκεψη...

δέχθηκε αλλεπάλληλες μυστηριώδεις νυκτερινές προσκλήσεις, και μετά τρεις ημέρες τηλεφώνησε στην Ιεραποστολή...

Όρισαν κάποια συνάντηση με τον προϊστάμενο ιερομόναχο π. Μελέτιο για το βράδυ τής ερχόμενης Κυριακής.

Μετά την συζήτησή τους o π. Μελέτιος τον έστειλε σε μένα λέγοντάς μου: «Πάρε τον γιατρό να μιλήσετε και ό,τι χρειασθεί να του δώσεις».

Αφού τον χαιρέτισα, ζήτησα περισσότερα στοιχεία για την ζωή του...

Μου είπε τα εξής: «Εγώ, πάτερ, εργάζομαι ως διευθυντής στην Μαιευτική κλινική των Μεθοδιστών. Είμαι ρωμαιοκαθολι­κός στο θρήσκευμα και ήλθα να γνωρίσω κάτι για την δική σας Εκκλησία. Είναι η πρώτη φορά πού μπαίνω στον χώρο αυτό, της Εκκλησίας σας...»

- Από πού ξεκίνησε το ενδιαφέρον σας για την δική μας Εκκλησία;

Πάτερ, μου συνέβη το εξής περιστατικό:

Επί τρεις συνεχείς νύκτες τώρα, ενώ κοιμάμαι, ακούω μια φωνή να μου λέγει συχνά: «Πήγαινε στην Ορθόδοξη Εκκλησία, πήγαινε στην Ορθόδοξη Εκκλησία...».

Δεν άντεξα άλλο... Πήρα τηλέφωνο και ήλθα να σάς γνωρίσω.


Του είπα: «O Θεός σ’ αγαπά και φροντίζει για την σωτηρία τής ψυχής σου. Πάρε αυτά τα βιβλία και, αφού τα διαβάσεις, έλα πάλι να μιλήσουμε για τυχόν απορίες σου και κατόπιν να πάρεις κι άλλα βιβλία».

Ήλθε και ξαναήλθε πολλές φορές. Αλλά αυτό κυρίως πού τον συγκλόνισε, και τον ώθησε ν’ αποφασίσει να γραφτή στους καταλόγους των Κατηχουμένων τής Εκκλησίας μας ήταν η παρουσίασις βιντεοταινιών με...

τις Λιτανείες Άφθαρτων Σκηνωμάτων ­των Αγίων τής Εκκλησίας μας, όπως του αγίου Ιωάννου του Ρώσου, του αγίου Σπυρίδωνος Κερκύρας, του αγίου Διονυσίου Ζακύνθου και άλλων...

Εθαύμαζε και συγκλονιζόταν απ’ αυτό το υπερφυσικό φαινόμενο τής αφθαρσίας σωμάτων των Αγίων μας.

Βαπτίσθηκε με την γιατρό σύζυγο του και τα 6 παιδιά του, τα Θεοφάνια του 1998.

Τον ακολούθησε κι ένας φίλος του καθηγητής φιλόλογος με την οικογένειά του. Είθε o Θεός να τούς αξιώσει και της αιωνίου ζωής. Αμήν.

______________________________________

Aπό το βιβλίο: «ΑΛΗΘΙΝΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ, ΜΑΓΕΙΑ ΚΑΙ ΘΑΥΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΤΗΝ ΑΦΡΙΚΗ» – ΜΟΝΑΧΟΥ ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΑΤΟΥ (ΕΚΔΟΣΙΣ «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ»). 





Σχόλιο Π. κοινωνίας: ''Ο χριστιανισμός έφθασε μέχρι σε εμάς δια της διαδόσεως του Ευαγγελίου, η οποία είναι ιερά υποχρέωσις παντός Χριστιανού...'' ~ Μητρ. Αυγουστίνος Καντιώτης

Πέμπτη 2 Ιανουαρίου 2025

π. Σεραφείμ Ρόουζ: Αν ο Χριστός ερχόταν σήμερα σ’ αυτόν τον κόσμο, ξέρετε τι θα Του συνέβαινε;

Αν ο Χριστός ερχόταν σήμερα σ’ αυτόν τον κόσμο, ξέρετε τι θα Του συνέβαινε; Θα Τον έκλειναν σε ψυχιατρείο, και θα Τον υπέβαλαν σε ψυχοθεραπεία και το ίδιο θα έκαναν στους αγίους Του...

Ο κόσμος θα Τον σταύρωνε σήμερα ακριβώς όπως το έπραξε πριν από δύο χιλιάδες χρόνια, διότι ο κόσμος δεν έχει μάθει τίποτα πέρα από το να κατεργάζεται ακόμη δολιότερες μορφές υποκρισίας...

Λέμε ότι ζούμε σε χριστιανική κοινωνία, αλλά αυτό δεν ισχύει.

Ζούμε σε μια κοινωνία πιο ειδωλολατρική και πιο εχθρική προς το Χριστό, από εκείνη στην οποία ο Ίδιος γεννήθηκε… οι άνθρωποι μισούν την αλήθεια και γι’ αυτό ευχαρίστως θα ξανασταύρωναν το Χριστό αν ερχόταν ανάμεσα τους. Είμαι Χριστιανός και θα προσπαθήσω να είμαι ένας έντιμος Χριστιανός… 

Μπορώ μόνο να ακολουθήσω τη συνείδησή μου. Δεν μπορώ να κοροϊδέψω τον εαυτό μου. Ξέρω ότι κάνω το σωστό. Αν αυτό πού κάνω μοιάζει ανόητο στα μάτια του κόσμου, μπορώ μόνο να απαντήσω με τα λόγια του αποστόλου Παύλου: όλη η σοφία αυτού του κόσμου, δεν είναι παρά μωρία στα μάτια του Θεού. 

Αυτό είναι κάτι πού ξεχνάμε πολύ εύκολα...

 ~ άγιος π. Σεραφείμ Ρόουζ


Τετάρτη 1 Ιανουαρίου 2025

Αὐτά εἶχα νά πῶ στήν ἀγάπη σας...


Αὐτὴ εἶνε ἡ θρησκεία μας! Παίρνει τὸ κοράκι καὶ τὸ κάνει περιστέρι, παίρνει τὴ μοιχαλίδα καὶ τὴν κάνει ἀπόστολο, παίρνει τὸ λῃστὴ καὶ τὸν κάνει ἅγιο. Μεγάλη ἡ δύναμις τῆς μετανοίας. Γι’ αὐτὸ δὲ θὰ μᾶς δικάσῃ ὁ Θεὸς ἐπειδὴ ἁμαρτάνουμε· θὰ μᾶς δικάσῃ ἐπειδὴ δὲν μετανοοῦμε...

Ὁ Κύριος μᾶς καλεῖ σὲ μετάνοια ὅλους. Παπᾶδες, δεσποτάδες, πατριαρχάδες, μικροὶ καὶ μεγάλοι, δεξιοὶ καὶ ἀριστεροί, περιμένει νὰ ἐπιστρέψουμε κοντά του, διότι πλησιάζει ἡ συντέλεια τοῦ κόσμου... 

 Αὐτὰ εἶχα νὰ πῶ στὴν ἀγάπη σας.

∽ Μητρ. Φλωρίνης Αὐγουστίνου Καντιώτου


Σάββατο 26 Οκτωβρίου 2024

Ἁρματωμένος τήν ἁρματωσιά τοῦ Θεοῦ! Ὁ Ἅγιος Δημήτριος ὁ Μυροβλύτης


Ἁρματωμένος τὴν ἁρματωσιὰ τοῦ Θεοῦ
Ὁ ἅγιος Δημήτριος ὁ Μυροβλήτης

~ κυρ Φώτη Κόντογλου 

Μεθαύριο εἶναι ἡ γιορτὴ τοῦ ἁγίου Δημητρίου, μεγάλη γιορτὴ γιὰ ὅλη τὴν Ἑλλάδα, πλὴν ἰδιαίτερα γιὰ τὴ Θεσσαλονίκη, ποὺ εἶναι κ’ ἡ πατρίδα του. Ἐκεῖ θὰ γίνει φέτος μεγαλύτερη πανήγυρη, ἐπειδὴ γιορτάζουνε τὰ ἐγκαίνια τῆς φημισμένης ἐκκλησιᾶς του, ποὺ κάηκε στὰ 1917 καὶ τώρα εἶναι πάλι ξανακαινουργιευμένη ἀπὸ τὴν ὑπηρεσία τοῦ ὑπουργείου τῆς Παιδείας.

H πρώτη ἐκκλησιὰ ἤτανε ἕνα χτίριο ἀπὸ τὰ πιὸ ἀρχαῖα τῆς χριστιανοσύνης, χτισμένη ἑκατὸ χρόνια ὕστερα ἀπὸ τὰ 313 μ.X., ποὺ μαρτύρησε ὁ ἅγιος Δημήτριος. Ἀλλὰ κάηκε ὕστερα ἀπὸ 300 χρόνια καὶ ξαναχτίσθηκε τὸν καιρὸ ποὺ βασίλευε Λέοντας ὁ Σοφός. Αὐτὰ τὰ ἱστορικὰ καὶ κάθε ἄλλη πληροφορία γιὰ τὸ χτίριο, γιὰ τὰ ψηφιδωτὰ ποὺ στολίζουνε τοὺς τοίχους, γιὰ τὶς τοιχογραφίες, μπορεῖ κανένας νὰ τὰ μελετήσει καταλεπτῶς σ’ ἕνα χρήσιμο βιβλίο ποὺ ἔγραψε τελευταία στὴν ἁπλὴ γλῶσσα ὁ ξεχωριστὸς βυζαντινολόγος Ἀνδρέας Ξυγγόπουλος, καθηγητὴς στὸ Πανεπιστήμιο τῆς Θεσσαλονίκης.

O ἅγιος Δημήτριος μαζὶ μὲ τὸν ἅγιο Γεώργιο, εἶναι τὰ δύο παλληκάρια τῆς χριστιανοσύνης. Αὐτοὶ εἶναι κάτω στὴ γῆ, κ’ οἱ δύο ἀρχάγγελοι Μιχαὴλ καὶ Γαβριὴλ εἶναι ἀπάνω στὸν οὐρανό. Στὰ ἀρχαῖα χρόνια τοὺς ζωγραφίζανε δίχως ἅρματα, πλὴν στὰ κατοπινὰ τὰ χρόνια τοὺς παριστάνουνε ἁρματωμένους μὲ σπαθιὰ καὶ μὲ κοντάρια καὶ ντυμένους μὲ σιδεροπουκάμισα. Στὸν ἕναν ὦμο ἔχουνε κρεμασμένη τὴν περικεφαλαία καὶ στὸν ἄλλον τὸ σκουτάρι, στὴ μέση εἶναι ζωσμένοι τὰ λουριὰ ποὺ βαστᾶνε τὸ θηκάρι τοῦ σπαθιοῦ καὶ τὸ ταρκάσι πόχει μέσα τὶς σαγίτες καὶ τὸ δοξάρι.

Τὰ τελευταῖα χρόνια, ὕστερα ἀπὸ τὸ πάρσιμο τῆς Πόλης, οἱ δύο αὐτοὶ ἅγιοι καὶ πολλὲς φορὲς κι’ ἄλλοι στρατιωτικοὶ ἅγιοι ζωγραφίζουνται καβαλλικεμένοι ἀπάνω σὲ ἄλογα, σὲ ἄσπρο ὁ ἅγιος Γεωργης, σὲ κόκκινο ὁ ἅγιος Δημήτρης. Κι’ ὁ μὲν ἕνας κονταρίζει ἕνα θεριὸ κι’ ὁ ἄλλος ἕναν πολεμιστή, τὸν Λυαῖο.

Αὐτὰ τὰ ἅρματα ποὺ φορᾶνε ἐτοῦτοι οἱ ἅγιοι, παριστάνουνε ὅπλα πνευματικά, σὰν καὶ κεῖνα ποὺ λέγει ὁ ἀπόστολος Παῦλος: “Ντυθῆτε τὴν ἁρματωσιὰ τοῦ Θεοῦ γιὰ νὰ μπορέσετε νὰ ἀντισταθῆτε στὰ στρατηγήματα τοῦ διαβόλου. Γιατί τὸ πάλεμα τὸ δικό μας δὲν εἶναι καταπάνω σὲ αἷμα καὶ σὲ κρέας, ἀλλὰ καταπάνω στὶς ἀρχές, στὶς ἐξουσίες, καταπάνω στοὺς κοσμοκράτορες τοῦ σκοταδιοῦ σὲ τοῦτον τὸν κόσμο καὶ καταπάνω στὰ πονηρὰ πνεύματα στὸν ἄλλον κόσμο. Γιὰ τοῦτο ντυθῆτε τὴν πανοπλία τοῦ Θεοῦ, γιὰ νὰ μπορέσετε νὰ βαστάξετε κατὰ τὴν πονηρὴ τὴν ἡμέρα, κι’ ἀφοῦ κάνετε ὅσα εἶναι πρεπούμενα, νὰ σταθῆτε. Τὸ λοιπόν, σταθῆτε γερά, ἔχοντας περιζωσμένη τὴ μέση σας μὲ ἀλήθεια, καὶ ντυμένοι μὲ τὸ θώρακα τῆς δικαιοσύνης καὶ μὲ τὰ πόδια σας σανταλωμένα γιὰ νὰ κηρύξετε τὸ Εὐαγγέλιο τῆς εἰρήνης κι’ ἀποπάνω ἀπὸ ὅλα σκεπασθῆτε μὲ τὸ σκουτάρι τῆς πίστης, ποὺ μὲ δαῦτο θὰ μπορέσετε νὰ σβήσετε ὅλες τὶς πυρωμένες σαγίτες τοῦ πονηροῦ. Καὶ φορέσετε τὴν περικεφαλαία τῆς σωτηρίας καὶ τὸ σπαθὶ τοῦ πνεύματος, ποὺ εἶναι ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ\”. Αὐτὸς ὁ ἡρωικὸς καὶ καρτερικὸς χαραχτήρας, ποὺ ἔχουνε οἱ πολεμιστὲς ὁπού μαρτυρήσανε γιὰ τὸν Χριστὸ σὰν ἄκακα ἀρνιά, ἀνάγεται στὰ πνευματικά.

O ἅγιος Δημήτριος περισκεπάζει ὅλη τὴν οἰκουμένη, ὅπως λέγει τὸ τροπάρι του, ἀλλὰ ἰδιαίτερα προστατεύει τὴ Θεσσαλονίκη, ποὺ τὴ γλύτωσε πολλὲς φορὲς καὶ στέκεται κι’ ἀνθίζει ὡς τὰ σήμερα, καινούριος μέγας Ἀλέξαντρος, ποὺ ἡ δύναμή του κ\’ ἡ ἀντρεία του δὲν χαθήκανε μὲ τὸ θάνατό του, ὅπως ἔγινε στὸν Ἀλέξαντρο, ἀλλὰ ζεῖ καὶ φανερώνεται στὸν αἰῶνα, σ’ ὅσους τὸν παρακαλᾶνε μὲ θερμὴ καρδιά. H πατρίδα του βρίσκεται ὁλοένα σὲ κίνδυνο καὶ σὲ σκληρὲς περιστάσεις κι’ ὁλοένα τὸν κράζει νὰ τὴ βοηθήσει καὶ νὰ τὴ γλυτώσει. Καὶ φέτος, ὕστερα ἀπὸ τόσες γενεὲς ποὺ προστρέξανε μὲ δάκρυα στὴν προστασία του, πάλι θὰ δράμουνε οἱ βασανισμένοι χριστιανοὶ στὴν ἐκκλησία του καὶ θὰ κλάψουνε καὶ θὰ ψάλλουνε πάλι τὸ τροπάρι ποὺ λέγει: “Φρούρησον, πανεύφημε, τὴν σὲ μεγαλύνουσαν πόλιν ἀπὸ τῶν ἐναντίον προσβολῶν, παρρησίαν ὡς ἔχων πρὸς Χριστὸν τὸν σὲ δοξάσαντα”.

O ἅγιος Δημήτριος, ὁ μεγαλομάρτυς καὶ μυροβλύτης, γεννήθηκε στὴ Θεσσαλονίκη στὰ 260 μ.X. Οἱ γονιοὶ του ἤτανε ἐπίσημοι ἄνθρωποι κι’ ὁ Δημήτριος κοντὰ στὴ φθαρτὴ δόξα ποὺ εἶχε ἀπὸ τὸ γένος του, ἤτανε στολισμένος καὶ μὲ χαρίσματα ἄφθαρτα, μὲ φρονιμάδα, μὲ γλυκύτητα, μὲ ταπείνωση, μὲ δικαιοσύνη καὶ μὲ κάθε ψυχικὴ εὐγένεια. Ὅλα τοῦτα ἤτανε σὰν ἀκριβὰ πετράδια ποὺ λάμπανε ἀπάνω στὴν κορόνα ποὺ φοροῦσε, κι\’ αὐτὴ ἡ κορόνα ἤτανε ἡ πίστη στὸν Χριστό. Ἐκεῖνον τὸν καιρὸ βασίλευε στὴ Ρώμη ὁ Διοκλητιανὸς κ’ εἶχε διορισμένον καίσαρα, στὰ μέρη τῆς Μακεδονίας καὶ στὰ ἀνατολικά, ἕνα σκληρόκαρδο καὶ αἱμοβόρον στρατηγὸ ποὺ τὸν λέγανε Μαξιμιανό, θηρίο ἀνθρωπόμορφο, ὅπως ἤτανε ὅλοι αὐτοὶ οἱ πολεμάρχοι, ποὺ βαστούσανε κεῖνον τὸν καιρὸ μὲ τὸ σπαθὶ τὸν κόσμο, ὁ Διοκλητιανός, ὁ Μαξέντιος, ὁ Μαξιμῖνος, ὁ Γαλέριος, ὁ Λικίνιος, πετροκέφαλοι, ἀγριοπρόσωποι, δυνατοσάγωνοι, πικρόστομοι, μὲ λαιμὰ κοντὰ καὶ χοντρὰ σὰν βαρέλια, ἀλύπητοι, φοβεροί.

Αὐτὸς διώρισε τὸν Δημήτριο ἄρχοντα τῆς Θεσσαλονίκης κι\’ ὅταν γύρισε ἀπὸ κάποιον πόλεμο, μάζεψε τοὺς ἀξιωματικοὺς στὴ Θεσσαλονίκη γιὰ νὰ κάνουνε θυσία στὰ εἴδωλα. Τότε ὁ Δημήτριος εἶπε πὼς εἶναι χριστιανὸς καὶ πὼς δὲν παραδέχεται γιὰ θεοὺς τὶς πελεκημένες πέτρες. O Μαξιμιανὸς φρύαξε καὶ πρόσταξε νὰ τὸν δέσουνε καὶ νὰ τὸν φυλακώσουνε σ’ ἕνα λουτρό. Ὅσον καιρὸ ἤτανε φυλακισμένος, ὁ κόσμος πρόστρεχε μὲ θρῆνο κι’ ἄκουγε τὸν Δημήτριο ποὺ δίδασκε τὸ λαὸ γιὰ τὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ. Ἕνα παλληκαρόπουλο, ὁ Νέστορας, πήγαινε κι’ αὐτὸς κάθε μέρα κι’ ἄκουγε τὴ διδασκαλία του. Ἐκεῖνες τὶς ἡμέρες, παλεύανε πολλοὶ ἀντρειωμένοι μέσα στὸ στάδιο κι’ ὁ Μαξιμιανὸς χαιρότανε γι’ αὐτὰ τὰ θεάματα· μάλιστα εἶχε σὲ μεγάλη τιμὴ ἕναν μπεχλιβάνη ποὺ τὸν λέγανε Λυαῖο, ἄνθρωπο θηριόψυχο καὶ χεροδύναμο, εἰδωλολάτρη καὶ βλάστημο, φερμένον ἀπὸ κάποιο βάρβαρο ἔθνος.

Βλέποντας ὁ Νέστορας πὼς τοὺς εἶχε ρίξει κάτω ὅλους αὐτὸς ὁ Λυαῖος, καὶ πὼς καυχιότανε πὼς εἶχε τὴ δύναμη τοῦ Ἄρη καὶ πὼς κανένας ντόπιος δὲν ἀποκοτοῦσε νὰ παλέψει μαζί του, πῆγε στὴ φυλακὴ καὶ παρακάλεσε τὸν ἅγιο Δημήτριο νὰ τὸν βλογήσει γιὰ νὰ ντροπιάσει τὸν Λυαῖο καὶ τὸν Μαξιμιανὸ καὶ τὴ θρησκεία τους. Κι’ ὁ ἅγιος Δημήτριος ἔκανε τὴν προσευχή του καὶ τὸν σταύρωσε καὶ παρευθὺς ἔδραμε ὁ Νέστορας στὸ στάδιο καὶ πάλεψε μὲ κεῖνον τὸν ἄγριο τὸ γίγαντα καὶ τὸν ἔριξε χάμω καὶ τὸν ἔσφαξε. Τότε ὁ Μαξιμιανὸς ἔγινε θηρίο ἀπὸ τὸ θυμό του καὶ μαθαίνοντας πὼς ὁ Νέστορας ἤτανε χριστιανὸς καὶ πὼς τὸν εἶχε βλογήσει ὁ Δημήτριος, πρόσταξε νὰ τοὺς σκοτώσουνε.


Σὰν πήγανε στὴ φυλακὴ οἱ στρατιῶτες, τρυπήσανε τὸν Δημήτριο μὲ τὰ κοντάρια καὶ ἔτσι πῆρε τ’ ἀμάραντο στέφανο, στὶς 26 Ὀκτωβρίου 296· μάλιστα εἶναι γραμμένο πὼς σὰν εἶδε τοὺς στρατιῶτες νὰ ρίχνουνε τὰ κοντάρια καταπάνω του, σήκωσε ψηλὰ τὸ χέρι του καὶ τὸν πήρανε οἱ κονταριὲς στὸ πλευρό, γιὰ νὰ ἀξιωθεῖ τὸ τρύπημα τῆς λόγχης ποὺ δέχτηκε ὁ Χριστὸς στὴν πλευρὰ του κ’ ἔβγαλε αἷμα καὶ νερὸ ἡ λαβωματιά του. Τὸν Νέστορα τὸν ἀποκεφαλίσανε τὴν ἄλλη μέρα ἔξω ἀπὸ τὸ κάστρο. Οἱ χριστιανοὶ σηκώσανε τὰ ἅγια λείψανα καὶ τὰ θάψανε ἀντάμα, κι’ ἀπὸ τὸν τάφο ἔβγαινε ἅγιο μύρο ποὺ γιάτρευε τὶς ἀρρώστιες, γιὰ τοῦτο τὸν λένε καὶ μυροβλύτη.

Ἀπάνω στὸν τάφο χτίσθηκε ἐκκλησιά, τὸν καιρὸ ποὺ βασίλεψε ὁ μέγας Κωνσταντῖνος. Στὰ κατοπινὰ χρόνια χτίσθηκε ἡ μεγάλη ἐκκλησιὰ ἡ τωρινὴ καὶ στὰ 1143 ὁ βασιλέας Μανουὴλ ὁ Κομνηνὸς ἔστειλε καὶ πῆρε στὴν Κωνσταντινούπολη τὴν εἰκόνα τοῦ ἁγίου καὶ τὴν ἔβαλε στὸ μοναστῆρι τοῦ Παντοκράτορος ποὺ ἤτανε χτισμένη ἡ ἐκκλησία του ἀπὸ τοὺς Κομνηνοὺς καὶ ποὺ τὴ λένε σήμερα Ζεϊρὲκ καὶ τὴν εἴχανε κάνει παλαιότερα τεκὲ οἱ ντερβίσηδες.

Στὰ εἰκονίσματά του εἶναι ζωγραφισμένος ἀπάνω σὲ κόκκινο ἀντρειωμένο ἄλογο, ποὺ κοιτάζει σὰν ἄνθρωπος, ὀμορφοσελωμένο, στολισμένο μὲ χάμουρα καὶ μὲ γκέμια χρυσά, μὲ τὰ μπροστινὰ ποδάρια σηκωμένα στὸν ἀγέρα, μὲ τὴν οὐρὰ ἀνακαμαριασμένη, ἀλαφιασμένο ἀπὸ τὸν Λυαῖο ποὺ κείτεται ματοχωμένος χάμω, τρυπημένος ἀπὸ τὸ κοντάρι τοῦ ἁγίου Δημητρίου. Στὰ καπούλια του, πίσω ἀπὸ τὸν Ἅγιο, εἶναι καβαλλικεμένος σὲ μικρὸ σχῆμα ἕνας καλόγερος. Εἶναι ὁ ἐπίσκοπος Γαβριήλ, δεσπότης τοῦ Δαμαλᾶ, ποὺ τὸν πιάσανε σκλάβο οἱ κουρσάροι μπαρμπερῖνοι στὰ 1603 καὶ τὸν πουλήσανε στὸ Ἀλγέρι, στὸν μπέη, ποὺ τὸν ἐπῆρε στὸ σεράγι του. Κάθισε κάμποσα χρόνια σκλάβος καὶ παρακαλοῦσε μέρα νύχτα μὲ δάκρυα νὰ τὸν λευτερώσει ὁ ἅγιος Δημήτριος. Ὅπου, μία μέρα σὰν αὔριο, παραμονὴ τ’ ἁγίου Δημητρίου, τὸν εἶδε στὸν ὕπνο του πὼς πῆγε μὲ τ’ ἄλογο καὶ τὸν ἔβαλε καβάλλα καὶ φύγανε ἀπὸ τὴν Ἀραπιά. Καὶ σὰν ξύπνησε τὸ πρωί, βρέθηκε λεύτερος στὴ Θεσσαλονίκη καὶ δόξασε τὸ Θεὸ καὶ τὸν ἅγιο Δημήτριο καὶ μπῆκε σ’ ἕνα καράβι καὶ πῆγε στὸν Πόρο κι’ ἀπὸ τότε στὰ εἰκονίσματά του ζωγραφίζανε καὶ τὸ δεσπότη.

Λοιπὸν αὔριο τὸ βράδυ θὰ προστρέξουνε πάλι οἱ Θεσσαλονικιῶτες κ’ οἱ ἄλλοι χριστιανοὶ στὴ μεγάλη πανήγυρη καὶ θὰ παρακαλέσουνε μὲ συντριβὴ τὸν ἔνθερμο προστάτη τους νὰ τοὺς δώσει βοήθεια σὲ τοῦτες τὶς δεινὲς περιστάσεις. Καὶ θὰ μαζευτοῦνε ὁ λαὸς ὁ ὀρθόδοξος κ’ οἱ ἄρχοντες κ’ οἱ δεσποτάδες καὶ παπάδες καὶ καλόγεροι καὶ θὰ ψάλουνε στὸ μεγάλον ἑσπερινὸ τὰ κατανυχτικώτατα τροπάρια, μὲ τὸ μουσικὸ μέλος τῆς Ὀρθοδοξίας· γιατί ἡ Θεσσαλονίκη εἶναι ἡ κιβωτὸς ποὺ σώθηκε ἡ ὀρθόδοξη λατρεία ἀπὸ τὸν κατακλυσμὸ τῆς φραγκολεβαντινιᾶς ποὺ πάγει νὰ μᾶς πνίξει μὲ τοὺς ἀνούσιους νεωτερισμούς της. Ἐκεῖ θὰ συναχτοῦνε οἱ καλοὶ οἱ ψαλτάδες ποὺ ψέλνουνε ἀκόμα μὲ κείνη τὴ σοβαρὴ ψαλμῳδία ποὺ κρατᾶ ἀπὸ τότε ποὺ θεμελιώθηκε ἡ σεβάσμια τούτη ἐκκλησία, πούναι τὸ καύχημα κ’ ἡ παρηγοριὰ τῆς Ἀνατολῆς, ὕστερα ἀπὸ τὴν Ἁγιὰ Σοφιὰ τῆς Κωνσταντινούπολης. Καὶ μεθαύριο στὴ λειτουργία, θὰ ψάλουνε στοὺς Αἴνους τὰ ἐξαίσια προσόμοια ποὺ εἶναι γεμάτα πόνο καὶ ἐλπίδα καὶ ἁγιασμένον ἐνθουσιασμό. Τά ’χει συνθέσει ἕνας ἀπὸ τοὺς γλυκύτερους ποιητὲς τῆς ἐκκλησίας μας, ὁ ἅγιος Θεοφάνης ὁ Γραπτός, ψυχὴ πονεμένη καὶ καρτερική. Καὶ θὰ σᾶς ἐξηγήσω μὲ λίγα λόγια πῶς βρέθηκε στὴ Θεσσαλονίκη καὶ μελώδησε αὐτὰ τὰ συγκινητικὰ τροπάρια.

Αὐτὸς ὁ ἅγιος μαζὶ μὲ τὸν ἀδελφό του τὸν Θεόδωρο λέγονται “Θεόδωρος καὶ Θεοφάνης οἱ Γραπτοί”. Γεννηθήκανε στὴν Παλαιστίνη καὶ γινήκανε μοναχοὶ καὶ ὕστερα χειροτονηθήκανε παπάδες καὶ ἡσυχάσανε στὸ μοναστῆρι τοῦ ἁγίου Σάββα. Ἤτανε κι’ οἱ δύο σπουδασμένοι στὸ ἔπακρο καὶ γνωρίζανε κατὰ βάθος τὴν ἑλληνικὴ καὶ τὴν ἀραβικὴ γλῶσσα.

Φαίνεται πὼς οἱ ἀληθινοὶ χριστιανοὶ πρέπει παντοτινὰ νὰ βασανίζουνται, γιατί, σὰν περάσανε οἱ διωγμοὶ ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες, ἀρχίσανε ἄλλοι διωγμοὶ ἀπὸ τοὺς αἱρετικοὺς χριστιανούς. 

Κι’ ὅσοι βασανισθήκανε ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες γινήκανε μάρτυρες, κι’ ὅσοι βασανισθήκανε ἀπὸ τοὺς χριστιανοὺς αἱρετικοὺς γινήκανε ὁμολογητές. Τέτοιοι ὁμολογητὲς εἶναι καὶ γράφουνται καὶ τὰ δύο τοῦτα ἁγιασμένα ἀδέλφια, ὁ Θεόδωρος κι’ ὁ Θεοφάνης. Γιατί τοὺς καταδίωξε ὁ Λέοντας ὁ Ἴσαυρος, ποὺ ἤτανε εἰκονομάχος καὶ τοὺς φυλάκωσε καὶ τοὺς ἔδειρε καὶ ὕστερα τοὺς ἐξώρισε στὸν Πόντο. Κι’ ὁ μὲν Θεόδωρος τελείωσε τὸν ἀγῶνα στὴ δεύτερη ἐξορία ποὺ τοὺς ἔστειλε ὁ Θεόφιλος, ὁ τρίτος εἰκονομάχος αὐτοκράτορας ὕστερα ἀπὸ τὸν Λέοντα, καὶ πέθανε σ’ ἕνα ἐρημονήσι ποὺ τὸ λέγανε Ἀρουσία, μέσα σὲ μεγάλα δεινὰ καὶ σὲ στερήσεις. O δὲ Θεοφάνης ἐξωρίσθηκε στὴ Θεσσαλονίκη κ’ ἐκεῖ, σκλάβος καὶ τυραννισμένος, σύνθεσε μὲ κλαυθμὸ ψυχῆς αὐτὰ τὰ τροπάρια, ποὺ μὲ δαῦτα ἱκετεύει τὸν ἅγιο Δημήτριο νὰ γλυτώσει τὴ χριστιανοσύνη ἀπὸ τοὺς ἀσεβεῖς καὶ τυραννικοὺς ἀνθρώπους, καὶ τὴ Θεσσαλονίκη ἀπὸ τοὺς βαρβάρους ποὺ τὴ ζώνανε. Καὶ λέγουνται Γραπτοί, ἐπειδὴ ὁ Θεόφιλος πρόσταξε καὶ τυπώσανε μὲ πυρωμένο σίδερο ἀπάνω στὰ μέτωπά τους ἕνα ἀδιάντροπο ποίημα ποὺ ἔκανε κάποιος αὐλοκόλακας. O ἅγιος Θεοφάνης, ἅμα πέθανε ὁ αὐτοκράτορας Θεόφιλος, ψηφίσθηκε ἐπίσκοπος Νικαίας καὶ ἐκοιμήθη, γέροντας γεμάτος ἀπὸ πνευματικὴ εὐωδία, στὰ 850 μ.X. Ὁ Νικηφόρος Κάλλιστος τὸν λέγει ἡδύφωνον μουσικὸν αὐλὸν κι\’ ὁ Σουΐδας ποιητήν. Ἔγραψε πολλὲς ὑμνῳδίες σὲ διάφορες γιορτές, σύνθεσε καὶ κανόνα συγκινητικὸ στὸν βασανισμένον ἀδελφό του τὸν Θεόδωρο.

Ἀπὸ τὰ τροπάρια τῶν Αἴνων ποὺ εἴπαμε, τὸ πρῶτο ἔχει περισσότερον πόνο καὶ πάθος καὶ σ\’αὐτὸ συνεταίριαξε ὁ ποιητὴς τεχνικὰ τὴ θλίψη του γιὰ τὸ διωγμὸ τῆς ὀρθοδοξίας μὲ τὸ ὑμνολόγημα τοῦ ἁγίου καὶ μὲ τὴν καρτερικὴ ἐλπίδα γιὰ τὴ σωτηρία τῆς θεοσκέπαστης Θεσσαλονίκης, ποὺ καὶ κεῖνον τὸν καιρὸ βρισκότανε σὲ ἀγωνία. Αὐτὰ τὰ τροπάρια ταιριάζουνε πάντα στὶς δεινὲς δοκιμασίες ποὺ πέρασε ἀπανωδιαστὰ ἡ Θεσσαλονίκη ἀπὸ τὸν καιρὸ τοῦ Διοκλητιανοῦ ἴσαμε σήμερα. Παρακάτω βάζω αὐτὸ τὸ τροπάρι καὶ τὸ μεταγυρίζω στὴν ἁπλὴ γλῶσσα, πλὴν χωρὶς νὰ μπορέσω νὰ σιμώσω στὸ πρωτόγραφο:

“Δεῦρο, μάρτυς Χριστοῦ, πρὸς ἡμᾶς, σοῦ δεομένους συμπαθοῦς ἐπισκέψεως καὶ ρῦσαι κεκακωμένους τυραννικαῖς ἀπειλαῖς καὶ δεινῇ μανίᾳ τῆς αἱρέσεως· ὑφ’ ἥς ὡς αἰχμάλωτοι καὶ γυμνοὶ διωκόμεθα, τόπον ἐκ τόπου διαρκῶς διαμείβοντες καὶ πλανώμενοι ἐν σπηλαίοις καὶ ὄρεσιν. Οἴκτιρον οὖν, πανεύφημε, καὶ δὸς ἡμῖν ἄνεσιν· παῦσον τὴν ζάλην καὶ σβέσον τὴν καθ\’ ἡμῶν ἀγανάκτησιν, Θεὸν ἱκετεύων, τὸν παρέχοντα τῷ κόσμῳ τὸ μέγα ἔλεος”.

“Ἔλα, μάρτυρα τοῦ Χριστοῦ, σέ μᾶς, ποὺ ἔχουμε μεγάλη ἀνάγκη ἀπὸ τὴ συμπονετικιά σου τὴν ἐπίσκεψη καὶ γλύτωσέ μας ἀπὸ τὶς τυραννικὲς φοβέρες κι’ ἀπὸ τὴ δεινὴ μανία τῆς αἱρέσεως· ποὺ μᾶς κατατρέχει σὰ νάμαστε σκλάβοι καὶ περπατοῦμε γυμνοὶ δῶθε καὶ κεῖθε κι’ ἀλλάζουμε ὁλοένα τόπο μὲ τόπο καὶ πλανιόμαστε σὰν τ’ ἀγρίμια στὰ βουνὰ καὶ στὰ σπήλαια. Λυπήσου μας, πανεύφημε, καὶ δῶσε μας ἀνάπαψη, πάψε τὴ ζάλη καὶ σβῆσε τὴν ἀγανάχτηση ποὺ σηκώθηκε καταπάνω μας, παρακαλώντας τὸ Θεό, ποὺ δίνει στὸν κόσμο τὸ μέγα ἔλεος”.

~ κυρ Φώτης Κόντογλου 
Ὁ ἅγιος Δημήτριος ὁ Μυροβλήτης

Εναλλακτικές αναρτήσεις

 Ἰερός Χρυσόστομος γιά τόν βλάσφημο: «ράπισον αὐτοῦ τήν ὄψιν, σύντριψον τό στόμα, ἁγίασόν σου τήν χεῖρα»!
Ἰερός Χρυσόστομος γιά τόν βλάσφημο: «ράπισον αὐτοῦ τήν ὄψιν, σύντριψον τό στόμα, ἁγίασόν σου τήν χεῖρα»!
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος γιά τόν βλάσφημο: «ράπισον αὐτοῦ τήν ὄψιν, σύντριψον τό στόμα, ἁγίασόν σου τήν χεῖρα διά τῆς πληγῆς...»!Ἔχασες χρήματα; Ἂν μὲν εὐχαριστήσης...
Του ασώτου αναρχικού... ~ π. Χριστόδουλος Μπίθας
Του ασώτου αναρχικού... ~ π. Χριστόδουλος Μπίθας
Του ασώτου μα όχι του φιλεύσπλαχνου πατέρα...   π. Χριστόδουλος Μπίθας ...Είχε σταματήσει (ο Λευτέρης) να συνοδεύει την μητέρα του στην Εκκλησία, ...
Η γεύση μιάς και μόνης σταγόνας...
Η γεύση μιάς και μόνης σταγόνας...
Η γεύση μιάς και μόνης σταγόνας Θεού αλλάζει το νου μας για πάντα. Εκείνος που έχει γευτεί μια σταγόνα από αυτή την ευλογημένη δεν μπορεί  να συνεχίσει να ζει ...
 Μη μετράς τι δίνεις... μετράει Άλλος!
Μη μετράς τι δίνεις... μετράει Άλλος!
Είπε Γέρων: Δώσε ό,τι έχεις. Μη μετράς τι δίνεις. Βλέπει ο Θεός. Μετράει Αυτός...*****...
Μητροπολίτης Ἀντινόης Παντελεήμων: Λυπάμαι ειλικρινά που Αρχιερείς έφθασαν νά ἀπειλοῦν.
Μητροπολίτης Ἀντινόης Παντελεήμων: Λυπάμαι ειλικρινά που Αρχιερείς έφθασαν νά ἀπειλοῦν.
Μητροπολίτης Ἀντινόης Παντελεήμων γιά ὑποχρεωτικό ἐμβολιασμό: Λυπᾶμαι πού Ἀρχιερεῖς ἔφθασαν στό σημεῖο νά ἀπειλοῦν καί νά καταδιώκουν τούς πιστούς.ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΕ ΔΗΛΩΣΕΙΣ...

Share this