Ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ Λόγος

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Νεοπαγανισμός. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Νεοπαγανισμός. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 19 Δεκεμβρίου 2022

Νεα Εποχή και Οικουμενισμός, πολιτικός & θρησκευτικός ~ π. Γεώργιος Μεταλληνός

 Τοῦ πρωτοπρεσβυτέρου π. Γεωργίου  Μεταλληνοῦ

Ο Mακαριστός π. Γεώργιος Μεταλληνός, Ομότ. Καθηγητής θεολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών υπήρξε αποδεκτός και σεβαστός από τον επιστημονικό κόσμο παγκοσμίως για την σοφία, την κατάρτισή του και το περισπούδαστο έργο του. Αναμφίβολα και δικαίως κατέχει τον τίτλο ενός εκ των συγχρόνων σπουδαιοτέρων Θεολόγων. Ο παπα Γιάννης Ρωμανίδης έλεγε πως ο παπα Γιώργης ''είναι το Λιοντάρι της Ορθοδοξίας'', ο δε Ναυπάκτου Ιερόθεος πως: ''Ο π. Γεώργιος Μεταλληνός, είναι ένας σύγχρονος Πατέρας της Εκκλησίας''... και πράγματι! (εδω

Οι λόγοι του πλήρεις εκ της υψηλής Θεολογίας των Αγίων Πατέρων και συγχρόνως ανεπιτήδευτοι ώστε να γίνονται αντιληπτοί από όλους. Συγγραφέας πάνω από 40 θεολογικών βιβλίων. Το σημαντικότερο απ' όλα η αγάπη του πιστού λαού προς το πρόσωπό του εξαιτίας της πιστότητάς του προς την Ιερά Παράδοση της Εκκλησίας και την απλότητα του χαρακτήρος του... 

 Η Νεα Εποχή, και ο διπλός Οικουμενισμός.
(πολιτικός και θρησκευτικός)

Ἡ Ἐποχή μας σφραγίζεται καθοριστικὰ ἀπὸ μιὰ νέα ἱστορικὴ συγκυρία, τὴ Νέα Παγκόσμια Τάξη πραγμάτων καὶ τὴν ἀνάδυση στὸ παγκόσμιο προσκήνιο μίας νέας παγκόσμιας Μονοκρατορίας τῆς Pax Americana, πού μεταφέρει τὸν κόσμο, ἀναδρομικά, στὴν ἑνότητα τῆς Pax Romana καὶ σ᾽ ὅ,τι αὐτὴ μπορεῖ νὰ σημαίνει γιὰ τὸν ἄνθρωπο καὶ τὸν κόσμο.

Ἡ ἀνθρωπότητα ἐντάχθηκε σ’ ἕνα παγκόσμιο σύστημα πολιτικῆς καὶ ἀξιῶν, πού ἐλέγχει καὶ διαμορφώνει καθολικά, μέσῳ τῆς ἑνιαιοποιημένης παιδείας καὶ τῶν κατευθυνόμενων Μ.Μ.Ε., τὸν ἄνθρωπο καὶ τὴν κοινωνία, ὡς πλανητικὸ ἄνθρωπο καὶ πλανητικὴ-ὁλιστική κοινωνία. 

Τὸ Internet-Διαδίκτυο ἰδιαίτερα, ἑνοποιεῖ τὸν κόσμο μας, τεκμηριώνοντας αὐτό, πού ἐμπεριέχει ὁ ὅρος παγκοσμιοποίηση (Globalization). 

Καὶ εἶναι θεμιτὸ νὰ ἐπικαλούμεθα τὸν ἐλπιδοφόρο λόγο τοῦ Χριστοῦ μας «γενήσεται μία ποίμνη, εἷς ποιμὴν » (Ἰω. 10,18), τὸ ἐρώτημα ὅμως εἶναι: ὑπὸ ποῖον ποιμένα;

Ἡ Νέα Τάξη συνδέεται ἀποκρυφιστικά, μὲ τὴ Νέα Ἐποχὴ (New Age), τὴν ὑδροχοϊκὴ περίοδο τῆς ἱστορίας, πού διαδέχθηκε, ὅπως λέγουν, τὴν ἐποχὴ τοῦ «Ἰχθύος», δηλαδὴ τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς ἱστορικῆς περιόδου, πού σφραγίζεται ἀπὸ τὴν μορφή Του.

Καὶ ὀφείλω νὰ ζητήσω συγγνώμη, πού ἐπικαλοῦμαι καὶ τὴν ὀπτική τοῦ ἀποκρυφισμοῦ, δικαιώνομαι πάντως, ἀφοῦ οἱ περισσότεροι τῶν πολιτικῶν Ἡγετῶν καθοδηγοῦνται ἀπὸ ἀστρολόγους.

Στὸ σημεῖο αὐτὸ ἐπιτρέπεται ἕνας ἱστορικὸς παραλληλισμός:

Στὶς 11.5.330 μ.Χ ἀναδύθηκε ἕνα νέο ἱστορικὸ μέγεθος, ἡ αὐτοκρατορία τῆς Νέας Ρώμης, πού ὑποστασιωνόταν μὲ τὸ τρίπτυχο: ἐκχριστιανισμένος ρωμαϊκὸς κρατικὸς φορέας - ἑλληνικὸς πολιτισμὸς/παιδεία καὶ χριστιανικὴ ὀρθοδοξία, ἡ ψυχὴ καὶ ζωοποιός δύναμη τοῦ νέου αὐτοῦ παγκόσμιου μορφώματος.

Ἡ σημερινὴ Νέα Ἐποχή, ὡς παγκόσμια αὐτοκρατορία, ἀνατρέπει καὶ ὑποκαθιστᾶ τὸ παλαιὸ μὲ τὸ δικό της τρίπτυχο: παγκόσμια πολιτικὴ ἐξουσία τῶν Η.Π.Α., παγκόσμιος πολιτισμός, μέ τήν ἐπιβολή καί ἐπικράτηση τοῦ δυτικοῦ-φράγκικου πολιτισμοῦ, καὶ παγκόσμια θρησκεία, ὡς Πανθρησκεία, γιὰ τὴν διαμόρφωση ὁλιστικῆς συνειδήσεως πάνω στὴν πανθεϊστικὴ βάση: Ὅλοι ἕνα-ὅλοι Θεός! Μέσα στὴν πολυωνυμία τοῦ (ἀναμενόμενου;) Ὑδροχοϊκοῦ Μεσσία ἀθετεῖται ἡ μοναδικότητα καὶ ἀποκλειστικότητα τοῦ ἐνανθρωπήσαντος Θεοῦ Λόγου στὴ δυνατότητα σωτηρίας ὡς θεώσεως (πρβλ. Πράξ. 4,12: «οὐκ ἔστιν ἐν ἄλλῳ οὐδενί ἡ σωτηρία»), διότι ὁ ΜΟΝΟΣ σωτήρας εἶναι ὁ Χριστός. Ἡ ἰδεολογία τῆς Νέας Ἐποχῆς συνιστᾶ ἔτσι, πρόκληση οὐσιαστικὴ γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία.

Ὄχι θεολόγος, ἄλλα διεθνολόγος, ὁ καθηγητὴς Χριστόδουλος Γιαλλουρίδης, περιέγραψε τὴ νέα αὐτὴ πραγματικότητα ὡς «κυριαρχία ἑνὸς ἀνάρχου διεθνοῦς συστήματος, μὲ κύρια χαρακτηριστικὰ τὴν ἀστάθεια, ρευστότητα, τὴν ἀνασφάλεια, τὸν πόλεμο ὅλων ἐναντίον ὅλων, ἀλλά καὶ τὴν ἀνικανότητα τοῦ διεθνοῦς Ὀργανισμοῦ νὰ ἀποτρέψει συγκρούσεις καὶ πολέμους, πολὺ δὲ περισσότερο νὰ ἐπιβάλει τὴν τάξη» (στὸν τόμο ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ΚΑΙ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ, Ἅγιον Ὄρος 1996, σ. 248). 

Κατὰ τὸν ἴδιο, «ἡ ἀνθρωπότητα ἤδη βιώνει τὴν τραγωδία τῆς μετάβασης σ’ ἕνα ἐξαιρετικὰ ἀβέβαιο μέλλον». Ἡ τραγωδία αὐτὴ ἀποκαλύφθηκε σήμερα μὲ τὴν ἐπιβαλλόμενη ἀπό τούς ἰσχυροὺς τῆς γῆς παγκόσμια οἰκονομική κατάρρευση....


Ἡ μετακαρλομάγνεια Εὐρώπη ἀπώλεσε πᾶσαν σχέσιν μέ τόν Χριστιανισμόν

2. Στὸ πλαίσιο διαμορφώσεως τῆς Νέας Ἐποχῆς ἐντάσσεται καὶ ἡ Εὐρωπαϊκὴ Ἑνοποίηση ἢ Ὁλοκλήρωση, ἡ Εὐρωπαϊκὴ Ἕνωση. 

Οἱ ἐπιφανειακὲς -καὶ κυρίως φαινομενικὲς- συγκρούσεις (π.χ. Η.Π.Α. καὶ Ε.Ε) δὲν σημαίνουν καὶ οὐσιαστικὲς διαφοροποιήσεις, ἀλλά ἐκφράζουν ἀντιθέσεις συμφερόντων καὶ ἱστορικοῦ ρόλου.

Πρέπει δὲ νὰ δηλωθεῖ, ὅτι ὡς Ὀρθόδοξος Ἕλληνας, ζυμωμένος μὲ τὴν οἰκουμενικὴ ὀρθόδοξη οἰκουμενικότητα, ἔβλεπα ὡς ὑπέροχο ἐπίτευγμα καὶ ἀδήριτη ἀνάγκη τὴν εὐρωπαϊκὴ ἑνότητα, ὡς Εὐρώπη ὅμως τῶν Λαῶν καὶ τῶν πολιτισμῶν τους. Κείμενα ὅμως καὶ πράξεις τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἕνωσης ἀπεκάλυψαν ὅτι ἀπώτερος στόχος εἶναι ἡ ἑνιαία πολιτισμική, ἱστορικὴ καὶ κρατικὴ συνείδηση γιὰ τὴ δημιουργία, τελικά, τοῦ ἑνιαίου εὐρωπαίου ἀνθρώπου, μέσῳ τῆς παιδείας.

Εἶναι δὲ ἤδη ἐμφανής, καὶ λόγῳ τῆς ἀδρανοποίησης τῶν δικῶν μας ἐσωτερικῶν ἀντιστάσεων, ἡ μονοδρομικὴ «μετακένωση» ἀπὸ τὶς χῶρες, πού συνιστοῦν τὸ Εὐρωπαϊκὸ «Διευθυντήριο», μὲ ἐξ ἴσου ἐμφανῆ τὴν προϊοῦσα ἀπορρόφηση (=ὑποδούλωση) τῶν μικρότερων λαῶν ἀπὸ τὴ μετακαρλομάγνεια Εὐρώπη, πού ἔχασε τελικὰ κάθε σχέση ὄχι μόνο μὲ τὴν Ὀρθοδοξία, ἀλλά καὶ μὲ τὸν Χριστιανισμό.

Ἡ πολιτικὴ δὲ σύγκλιση τῆς Γαλλίας μὲ τὴ Γερμανία καὶ οἱ ἐπιπτώσεις της στὶς πολιτιστικὲς καὶ οἰκονομικὲς σχέσεις τῶν εὐρωπαϊκῶν ἐθνοτήτων, δείχνουν τὴν ἐπιστροφὴ στὴν Καρλομάγνεια ἑνότητα τοῦ φραγκικοῦ μετώπου ἔναντι (καὶ ἐναντίον...) τῆς Ὀρθόδοξης Ἀνατολῆς, πού, κατὰ τὴν ὁμολογία πολιτισμολόγων, ὅπως ὁ Τoynbee ἢ ὁ Huntington, ἐνσαρκώνει πολιτισμικὴ παράδοση ἐντελῶς ἀσύμπτωτη μὲ ἐκείνη τῆς μετακαρλομάγνειας Εὐρώπης.

Ὁ Huntington, ὡς γνωστόν, ὑποστήριξε στὸ πολύκροτο βιβλίο του «The clash of civilizations»,
ὡς ἀδήριτη τὴ σύγκρουση τῶν πολιτισμῶν, ἀντιπαρατάσσοντας τὸν φραγκοτευτονικὸ πολιτισμὸ (Τεύτονες=Deutsche) στὸ Ἰσλὰμ καὶ τὴν Ὀρθοδοξία! Ὁ δικός μας ὀρθόδοξος πολιτισμὸς βρίσκεται στοὺς ἀντίποδες τῆς εὐρωπαϊκῆς πολιτισμικῆς παράδοσης. Ἡ ἔνταξή μας στὴν Ε.Ε. εἶναι κυρίως πρόβλημα πολιτισμικὸ καὶ πνευματικὸ καὶ μετὰ πολιτικὸ-οἰκονομικό.

Στὴν εὐρωπαϊκὴ μετανεωτερικότητα κρίνεται ἡ ἐθνικὴ συνέχειά μας, μὲ τὴν ἀναφόρτιση τῆς συλλογικῆς μας συνειδήσεως καὶ τὴν ἀλλοίωση τῆς ἐθνικῆς μας ταυτότητας, πού ἔχει διαμορφωθεῖ στὸ φῶς τῆς ὀρθόδοξης Πίστεώς μας. Ὁ δυτικὸς πολιτισμὸς παράγει, αἰῶνες τώρα, ἄλλο τύπο ἀνθρώπου καὶ κοινωνίας, ἐξορίζοντας τὸ ὑπερβατικὸ ἀπὸ τὴν ἐνδοκοσμικὴ πραγματικότητα καὶ δίνοντας προτεραιότητα στὸ ἄτομο-ἐξάρτημα τῆς πολιτειακῆς μηχανῆς.

Ὁ σέρβος ὅσιος π. Ἰουστῖνος (Πόποβιτς) εἶπε χαρακτηριστικά ὅτι:

«Tό ἐπίτευγμα τῆς Εὐρώπης εἶναι ὁ ἄνθρωπος «ρομπότ», διότι ἡ Εὐρώπη, χάνοντας τόν Θεό, ἔχασε καί τόν ἄνθρωπο! »

Ὁ ὀρθόδοξος πολιτισμὸς συνεχίζει -ἀκόμη καὶ σήμερα- τὴν ἁγιοπατερική θεοκεντρικότητα, ἐπιμένοντας στὸ πρόσωποφορέα τῆς ἐλευθερίας καὶ αὐτοθυσίας.


Ἡ παγκόσμιος Μονοκρατία

3. Μὲ τὴν ἔνταξή μας στὴν Ἑνωμένη Εὐρώπη καὶ συνακόλουθα μὲ τὴν συμπόρευσή μας μὲ τὴ Νέα Τάξη πραγμάτων -τὸ εὐρύτερο πλαίσιο τῆς συλλογικῆς μας ὑπάρξεως, ζοῦμε τὸν μεγαλύτερο καὶ σημαντικότερο ἀπ’ ὅλους τούς ἱστορικοὺς ἀναπροσανατολισμούς μας, ἀφοῦ δὲν πρόκειται γιὰ μία συμμαχία παλαιοῦ τύπου (ὁ Ὀρθόδοξος πάντα ἐπιλέγει αὐτὸς τὶς συμμαχίες του καὶ μένει πιστὸς σ’ αὐτές).Δὲν εἶναι, λοιπόν, κάτι ἐξωτερικὸ καὶ προσωρινό, ἀλλά κάτι ἐσωτερικὸ καὶ οὐσιαστικότατο, μετουσιώνεται ὁλόκληρη ἡ ζωή μας μεθιστάμεθα ζοῦμε μιὰν ἔκσταση, ἂν θέλετε-σὲ μιὰν ἄλλη ἱστορικὴ σάρκα-πραγματικότητα, μὲ προεκτάσεις τεράστιας σημασίας γιὰ τὴν ταυτότητά μας καὶ τὴν περαιτέρω θέση μας στὴν Ἱστορία.

Κατά τόν μακαρίτη Μάνο Χατζηδάκη «εἰσήλθαμε ἑκούσια σέ μία νέα τουρκοκρατία». Τὰ «ἔθνη» τῆς ἐποχῆς μας εἰσέρχονται σὲ μία παγκόσμια Μονοκρατορία, ἐντασσόμενα -ἀναγκαστικὰ- σ’ ἕνα κατασκευασμένο παγκόσμιο πολιτικὸ σχῆμα, μὲ τὴν ἐπιβολὴ σ᾽ ὅλα τὰ ἐπίπεδα καὶ ὅλους τοὺς χώρους τῆς Ὑπερδύναμης.

Ἡ κατασκευασμένη αὐτὴ «ἀλλαγὴ» ἐκφράζεται, πράγματι, ἀριστουργηματικά, καὶ προφητικὰ συγχρόνως, στὸ γνωστὸ βιβλίο τοῦ George Orwell, «1984» ἢ στὸ συγκλονιστικὸ ἄρθρο τοῦ Ben Gourion, στὸ περιοδικὸ «Look» τῶν Η.Π.Α. (16.1.1962), ὅπου ἀναπτύσσονται οἱ «προφητικὲς» προβλέψεις του γιὰ τὸν κόσμο τοῦ τέλους τοῦ 20οῦ αἰώνα: 

«Ἡ εἰκόνα τοῦ κόσμου τὸ 1987, ὅπως τὴ φαντάζομαι. Ὁ ψυχρὸς πόλεμος θὰ ἀνήκει στὸ παρελθόν. Ἡ ἐσωτερικὴ πίεση (...) θὰ ὁδηγήσει σὲ μιὰ σταδιακὴ δημοκρατικοποίηση στὴ Σοβιετικὴ Ἕνωση (...). Δυτικὴ καὶ Ἀνατολικὴ Εὐρώπη θὰ γίνουν Ὁμοσπονδία ἀπὸ αὐτόνομα κράτη μὲ σοσιαλιστικὸ σύστημα (...). Μὲ ἐξαίρεση τὴ Σ.Ε., μιὰ ὁμοσπονδιακὴ χώρα, ὅλες οἱ ἄλλες ἤπειροι θὰ ἑνωθοῦν σὲ μιὰ παγκόσμια συμμαχία, στὴ διάθεση τῆς ὁποίας θὰ βρίσκεται μιὰ διεθνὴς ἀστυνομικὴ δύναμη».

Ὅταν εἶδα τοὺς κυανόκρανους τοῦ Ο.Η.Ε., τότε κατάλαβα ποιὰ εἶναι αὐτὴ ἡ ἀστυνομία! Δὲν ὑπάρχει στρατὸς πιά. Ὑπάρχει μιὰ διεθνὴς ἀστυνομία, γιὰ νὰ ἐπιβάλλει τὴν τάξη, ἐκεῖ πού ἀπειλεῖται ἢ γίνεται προσπάθεια νὰ ἀπειληθεῖ ἡ ἐπιβαλλόμενη νέα παγκόσμια Τάξη.

Ἡ «προφητεία» ὅμως ἔχει καί συνέχεια: 

«Ὅλοι οἱ στρατοὶ θά καταργηθοῦν καὶ δὲν θὰ ξαναγίνουν πόλεμοι. Στὴν Ἱερουσαλὴμ τὰ ἑνωμένα Ἔθνη θὰ οἰκοδομήσουν τὸ βωμὸ τῶν Προφητῶν στὴν ὑπηρεσία ὅλων τῶν ὁμοσπονδοποιημένων ἑνωμένων ἠπείρων. Ἐκεῖ στὴν Ἱερουσαλὴμ θὰ εἶναι ἡ ἕδρα τῆς ἀνώτατης ἀρχῆς τῆς ἀνθρωπότητας καὶ θὰ λύει ὅλες τὶς διαφορὲς ἀνάμεσα στὶς ἑνωμένες ὁμοσπονδίες-ἠπείρους, ὅπως ἔχει προφητέψει ὁ Ἠσαΐας»...


Οἱ κινήσεις τῆς «Νέας Ἐποχῆς» εἰς τρία ἐπίπεδα

4. Ἡ Νέα Ἐποχὴ κινεῖται σὲ τρία ἐπίπεδα: Τὸ πολιτικό, πού σημαίνει κατίσχυση μιᾶς Ὑπερδύναμης μὲ μονοκρατορικὸ παγκόσμιο ρόλο· τὸ πολιτιστικό, μὲ τὴν ἐπικράτηση ἑνὸς ραφιναρισμένου καὶ ἀνανεωμένου δυτικοῦ (φραγκογερμανικοῦ) πολιτισμοῦ. Τὸ τρίτο ἐπίπεδο εἶναι τὸ θρησκευτικό. 

Οἱ διαθρησκειακὲς συμπροσευχές, (δηλαδὴ ὑπὸ τὴν ἡγεσία τοῦ Πάπα - στὸν δυτικὸ Τύπο ἔχει χαρακτηρισθεῖ «πλανητάρχης Νο 2»- καὶ μὲ τὴ συμμετοχὴ τῶν Ὀρθοδόξων Ἡγετῶν)

δείχνουν, ὅτι τέθηκε ἤδη σὲ λειτουργία ὁ σχετικὸς μηχανισμὸς γιὰ τὴν ἐπικράτηση τῆς παγκόσμιας θρησκείας μὲ νόημα σαφῶς πανθεϊστικό. Αὐτὸ δείχνει ἡ προβολὴ τῆς φύσεως ὡς «Οἰκολογία» στὶς διαχριστιανικὲς σχέσεις. 

Αὐτὰ ἀπαιτοῦν, φυσικά, ἀναίρεση τοῦ Χριστιανισμοῦ καὶ μάλιστα στὴν πατερικὴ αὐθεντικότητά του (Ὀρθοδοξία)...


Στὸ πλαίσιο καὶ τὶς στοχοθεσίες τῆς Νέας Ἐποχῆς καί τῆς Παγκοσμιοποίησης ἔχουν ἐνταχθεῖ καὶ οἱ Διαχριστιανικοί καὶ Διαθρησκειακοί Διάλογοι. Διακονοῦν καὶ αὐτοὶ πολιτικὲς σκοπιμότητες, κατὰ τὰ συμφέροντα τῆς Νέας Ἐποχῆς, καὶ ὄχι τὴν ἐν Χριστῷ Ἀλήθεια, τὴν «ἐν ἀληθείᾳ» ἑνότητα. Ἡ πολυπροβαλλόμενη ἕνωση γίνεται μέσο, δὲν εἶναι ὁ σκοπός. Διότι, ἂν ἦταν ἐν Χριστῷ αὐτὸς ὁ στόχος μας, θὰ ἔπρεπε νὰ κινεῖται στὸ πλαίσιο τῆς ἀποστολικῆς καὶ ἁγιοπατερικῆς παραδόσεως.

Ὅμως μὲ τὴ λεγομένη «μεταπατερικὴ θεολογία», τὴ «βαπτισματικὴ θεολογία, τὴ θεωρία τῶν Κλάδων», ὅλα ἐφευρήματα τοῦ ἀποχριστιανοποιημένου Δυτικοῦ Χριστιανισμοῦ γιὰ τὴν διευκόλυνση τῶν στόχων τῆς Παγκόσμιας Δύναμης, πού ἔχει αἰχμαλωτίσει τὰ πάντα, οἱ Διάλογοι σύρουν τὴν ἀποδυναμωμένη Ὀρθόδοξη Ἡγεσία σὲ μειοδοσίες ἔναντι τῆς ἀποστολικῆς καὶ ἁγιοπατερικῆς Ὀρθοδοξίας...

Στὴ θέση της ἔχει τεθεῖ ἡ δικὴ μας ἐλλειμματικὴ ψευδο-ὀρθοδοξία, πού θεραπεύει ἐφήμερες καὶ συμφεροντολογικὲς σκοπιμότητες, πού προδίδουν σὺν τοῖς ἄλλοις καὶ τὴν ἀφέλεια καὶ θεολογικὴ ἀνεπάρκειά μας. Χαρακτηριστικὸ παράδειγμα ἡ προσδοκία πολιτικοῦ καὶ ἐθνικοῦ ὀφέλους ἀπὸ τὴν στήριξη τῶν ἐλπίδων μας στὸν Πάπα. 
                                                                                
Λησμονοῦμε ὅμως, ὅτι ὁ Πάπας εἶναι βασιλεὺς καὶ ἀρχηγὸς κράτους, ταυτισμένος μὲ τὶς κρατικὲς ἐξουσίες τῆς Νέας Ἐποχῆς, σὲ μόνιμη συμμαχία καὶ συνεργασία μαζί τους, καὶ ὅτι πέρα ἀπὸ παραπλανητικὰ εὐχολόγια, γιὰ νὰ ρίγνει «στάχτη στὰ μάτια» καὶ νὰ μᾶς ἐξαπατᾶ, καὶ νὰ ἤθελε ἀκόμη, δὲν μπορεῖ νὰ μᾶς προσφέρει τίποτε ἀπὸ ὅσα ζητοῦμε.

Ἄρα ἡ ἐπιμονὴ νὰ προσφεύγουμε στὸ Βατικανὸ καὶ στὸν Πάπα, ζητώντας συμπαράσταση καὶ βοήθεια, εἶναι μάταιη καὶ προδίδει τουλάχιστον τὴν ἀφελότητά μας, ἂν ὄχι ἴσως καὶ τὴ συστράτευση στὴν ἐξυπηρέτηση ἀλλοτρίων καὶ ἀντορθοδόξων συμφερόντων.


Ἡ Πανθρησκεία ἄλλη μορφή Πανθεϊσμοῦ
 
Ἡ «Πανθρησκεία» μὲ ἐνδιαφέρει ἐδῶ περισσότερο, ὡς Θεολόγο. Διότι πρόκειται γιὰ μία ἄλλη μορφὴ πανθεϊσμοῦ, πού στοχεύει στὴν ἰσοπέδωση ὅλων τῶν θρησκευμάτων, μαζὶ καί τοῦ Χριστιανισμοῦ.

Αὐτὸ συντελεῖται, βέβαια, μὲ τὴν «τεκτονικὴ» μέθοδο τῆς σύγκρασης τῶν πάντων καὶ συγκρητιστικῆς ἀναχώνευσής τους καὶ οὐσιαστικὰ διάλυσης ὅλων. Ἡ ἔνταξη τῆς Χώρας μας στὴν Ε.Ε. συνδέθηκε ἀπ᾽ ἀρχῆς μὲ χιλιαστικά ὁράματα καθολικῆς εὐημερίας, πού ἀκόμη προπαγανδίζονται γιὰ τὴν ἀπρόσκοπτη διακίνηση τῶν συνθημάτων καὶ τὴ χειραγώγηση τῆς κοινῆς γνώμης κατὰ τὶς διαθέσεις τῆς (πραγματικῆς) Ἡγεσίας.

Στὸ σημεῖο αὐτὸ πρέπει νὰ δηλωθεῖ, ὅτι ἡ ἔνταξη τῶν Ὀρθοδόξων Κρατῶν στὴν Εὐρωπαϊκὴ Ἕνωση συνδυάζεται ἀπ᾽ ἀρχῆς μέ την ἀποδοχὴ τῆς εὐρωπαϊκῆς νομοθεσίας, πού ἐπιβάλλει ἕνα νέο ἦθος, ἐπιφέροντας τὴν διάλυση τοῦ παραδοσιακοῦ ἱστοῦ τῆς κοινωνίας. Διότι ἡ ἀμοραλιστική παράλυση τῆς κοινωνίας δημιουργεῖ «ρομπότ», ὑπηκόους δουλοπρεπεῖς καὶ εὔχρηστους ἀπὸ τὴν παγκόσμια ἐξουσία. 

Ἔτσι μᾶς ἐπέβαλαν τό αὐτόματο διαζύγιο, τήν ἐλευθερία καί νομιμοποίηση τῶν ἀμβλώσεων, τήν νομιμοποίηση τῆς ὁμοφυλοφιλίας, τῆς «παιδοφιλίας» κ.λπ., γιά νά ἀνήκουμε στήν Ἑνωμένη Εὐρώπη.

Γίναμε νομαρχία ἑνός ἐκτενοῦς κράτους

Ἐπιτρέψτε μου δὲ νὰ καταθέσω μιὰ ἐμπειρία μου στὴν Γερμανία,
ὅπου σπούδαζα (1969-1975). Λίγο πρὶν ἀπὸ τὴν ἐπιστροφή μου στὴν Ἑλλάδα, ἐπισκέφθηκα τὸν ἀείμνηστο καθηγητή μου Wilhelm Schneemelcher, διακεκριμένο ἐπιστήμονα, μὲ σημαντικὴ ἀνάμειξη καὶ στὸν πολιτικὸ βίο τῆς χώρας του, στὴν παράταξη τοῦ Σοσιαλιστικοῦ Κόμματος (SPD). Τότε μοῦ εἶπε: Γιὰ νὰ μπεῖτε στὴν Εὐρώπη, πρέπει νὰ μεταρρυθμίσετε τὸ Δίκαιό σας, προσαρμόζοντάς το πρὸς τὸ κοινοτικὸ (εὐρωπαϊκό). Δὲν μποροῦσα νὰ τὸ πιστεύσω, σήμερα ὅμως ἐκτιμῶ τὴν εἰλικρίνειά του, πού ἄφρονες και δουλοπρεπεῖς πολιτικοί μᾶς ἐπέβαλαν καί τήν οἰκονομική δουλεία. Ἡ ἑνοποίηση καὶ ἑνιαιοποίηση τοῦ εὐρωπαϊκοῦ χώρου εἶναι ὁ στόχος τοῦ εὐρωπαϊκοῦ ὀνείρου, κάτι πού μένει σταθερὸ καὶ ἀμετάθετο ἀπὸ τὴ δεκαετία τοῦ 1950 ὥς σήμερα.

Οἱ ὁραματισμοὶ τῶν πρωτοπόρων Εὐρωπαίων τῆς ἐποχῆς μας ἀπέβλεπαν ἀπὸ τὴν ἀρχὴ στὴν «Εὐρώπη χωρὶς σύνορα», ἀλλά καὶ στὴν Εὐρώπη «τῶν νέων ὁριζόντων», ὡς ἕνωση ὑπερεθνικὴ (ὑπερκράτος), πού ἀπαιτεῖ πολίτες μὲ κοινὴ συνείδηση καὶ ἑνιαῖο τύπο ἀνθρώπου, τοῦ Εὐρωπαίου ἀνθρώπου....

 Καὶ αὐτὸ εἶναι δυνατὸ νὰ ἐπιτευχθεῖ μὲ τὴ δημιουργία τῶν ἀναγκαίων συνθηκῶν μέσῳ τῆς παιδείας, τῶν μέσων ἐνημέρωσης καὶ τῆς εἰδικῆς ὀργάνωσης τῆς κοινωνίας. Αὐτὸ ὅμως εἶναι ἀδύνατο χωρὶς τὴν ἰσοπέδωση τῶν ἰδιαιτεροτήτων τῶν ἐπὶ μέρους Ἐθνῶν, ὅταν μάλιστα διαφοροποιοῦνται ριζικὰ ἀπὸ αὐτό, πού ἐκφράζει ἀπὸ αἰῶνες γιὰ μᾶς τοὺς Ὀρθοδόξους ὁ ὅρος «Εὐρώπη» ἢ «Δύση».

Συνεχῶς διακηρύσσεται, ἐξ ἄλλου, ὅτι ἡ ἕνωση καὶ ἑνιαιοποίηση τῆς Εὐρώπης πραγματοποιεῖται μὲ τὴν ἑνιαία νομοθεσία (Κοινοτικὸ Δίκαιο), πού ὑπέρκειται τῶν ἐθνικῶν νομοθεσιῶν. Ἡ ἰδιότητα τοῦ «Μέλους τῆς Ε.Ε.» σημαίνει αὐτόματα ἀπώλεια κάθε νοήματος γιὰ ἐθνικὴ κυριαρχία ἢ αὐτονομία. Στὸ Ὑπερκράτος Ε.Ε., ἤδη μὲ τὴ συνθήκη τῆς Ρώμης (1957), παραχωρεῖται κάθε ἐθνικὸ δικαίωμα. Ὁλόκληρος ὁ ἐθνικὸς μας βίος προσδιορίζεται ἀπὸ τὸ Εὐρωπαϊκὸ Κέντρο λὴψεων ἀποφάσεων.

Γίναμε ἐπαρχία (σήμερα Νομαρχία) ἑνὸς ἐκτενοῦς Κράτους. Ἡ προσαρμογὴ συνόλης τῆς ζωῆς μας στὶς κεντρικές ἀποφάσεις εἶναι αὐτονόητη (πρβλ. παιδεία, ἐξωτερικὴ πολιτική, οἰκονομία, διεθνεῖς σχέσεις, κ.λπ.). 


Πολλὲς ἀπὸ τὶς ἀλλαγὲς στὸν ἐθνικό μας βίο πείθουν ἀναντίρρητα ὅτι ὡς (Κράτος) Μέλος τῆς Ε.Ε. εἴμεθα «ὑποχρεωμένοι» νὰ δεχθοῦμε τὶς ἀποφάσεις τοῦ, ὅπως εὔστοχα ἐλέχθη, «Διευθυντηρίου», πόσον δὲ μᾶλλον, ὅταν ἡ Ἡγεσία μας (Κυβέρνηση καὶ Ἀντιπολίτευση στὸ μεγαλύτερό τους μέρος) εἶναι ἀπόλυτα ταυτισμένη μὲ τὴ «Δύση» («φιλενωτικὴ» παράταξη). 

Αὐτὸ ἀποδείχθηκε περίτρανα σήμερα μὲ τὴν οἰκονομικὴ κρίση, καρπὸ τῆς πλήρους ὑποδούλωσής μας στὴν παγκόσμια οἰκονομικὴ ὀλιγαρχία.


Πρόκλησις εἰς τήν ἀφυπνιζομένην Ὀρθόδοξον συνείδησιν 

5. Ποιά, λοιπόν, μπορεῖ νὰ εἶναι ἡ σχέση τῶν Ὀρθοδόξων μὲ τὸν σύγχρονο κόσμο; Κατ᾽ ἀρχὰς εἶναι ἀνάγκη νὰ γίνει κατανοητό, ὅτι τὸ πρόβλημα δὲν εἶναι ἡ εὐρωπαϊκὴ ἑνοποίηση ἢ ἡ προσχώρηση στὴ Νέα Τάξη καὶ τὴ Νέα Ἐποχή, ἀλλά ἡ δική μας παρουσία σ᾽ αὐτὰ τὰ νέα μεγέθη, πού συνδέεται μὲ τὸ πῶς νοηματοδοτοῦμε τὴν παράδοσή μας καὶ τὴν σχέση μας μαζί της, ἀλλά καὶ μὲ τὴ θέση τῆς ἁγιοπατερικῆς πολιτισμικῆς παράδοσης στὶς προτεραιότητες τοῦ ἐθνικοῦ μας βίου.

Γι’ αὐτό, ἀκριβῶς, ἡ Εὐρώπη λειτουργεῖ
ὡς πρόκληση στὴν ἀφυπνιζόμενη ὀρθόδοξη συνείδηση. Πρόκληση ὅμως ὄχι μόνο ἀρνητική, ἀλλά καὶ θετική, βοηθώντας δηλαδή, ὅλους τοὺς Ὀρθόδοξους νὰ ἐπαναπροσδιορίσουν τὴν ταυτότητά τους ἐν ἀναφορᾷ πρὸς τὸν ὑπόλοιπο κόσμο.

Ἐπαναπροσδιορισμὸς τῆς ὀρθόδοξης ταυτότητάς μας, σημαίνει ἐπανεύρεση τῆς ταυτότητάς μας ὡς «καινῆς κτίσεως» μέσα στὴ συγκεκριμένη κοινωνία, στὴν ὁποία κινεῖται ἡ ὕπαρξή μας. Τὸ μέτρο στὴν περίπτωση αὐτὴ τὸ δίνει ἡ «Πρὸς Διόγνητον Ἐπιστολὴ» (β’ αἰ.), «ὁ ἀδάμας τῆς Ἀπολογητικῆς γραμματείας». Ὅπως λέγει τὸ κείμενο: «Οἱ Χριστιανοὶ παρουσιάζουν μιὰ παραδοξότητα στὸν τρόπο ζωῆς τους. Πατρίδας οἰκοῦσιν ἰδίας (ὁ καθένας ζεῖ στὴν πατρίδα του), «ἀλλ’ ὡς πάροικοι» (σὰν νὰ ᾽ναι προσωρινοί, μετανάστες)! «Μετέχουσι πάντες ὡς πολῖται καὶ πάνθ’ ὑπομένουσιν ὡς ξένοι» (εἶναι πολίτες μιᾶς χώρας, ἀλλ᾽ ἔχουν συνείδηση ὅτι εἶναι ξένοι, περαστικοί). «Πᾶσα ξένη πατρὶ ἐστιν αὐτῶν καὶ πᾶσα πατρὶς ξένη (...). Ἐν σαρκὶ τυγχάνουσιν, ἀλλ᾽ οὐ κατὰ σάρκα ζῶσιν».

Αὐτὴ εἶναι, λοιπόν, ἡ νέα πραγματικότητα, πού εἰσήγαγε ὁ Χριστιανισμός. Ἂν δὲν ὑπάρχει καὶ λειτουργεῖ ἔτσι ἡ Ἐκκλησία, δὲν μπορεῖ νὰ ἀντιμετωπίσει τὶς δυνάμεις τοῦ κόσμου καὶ τὶς μεθοδεύσεις τους. Ἀλλ’ αὐτὸ ἀπαιτεῖ τὴν ἀναβάπτισή μας στὴν ὀρθόδοξη παράδοσή μας, ἀλλά καὶ τὴν ἑνότητα ὅλων τῶν Ὀρθοδόξων, ὄχι ὑπὸ τὴν μορφὴ ἑνὸς «διορθοδόξου τόξου», πού σημαίνει «συσχηματισμὸ μὲ τὸν κόσμο» (Ρωμ. 12,1), ἀλλά μὲ τὴν μετοχὴ στὴν ἄκτιστη θεία Χάρη μὲ τὰ μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας.

6. Ὁ συνειδητὰ Ὀρθόδοξος ζεῖ καί κινεῖται στήν «Νέα Ἐποχή»
και τήν Ε.Ε μέ συγκεκριμένες βεβαιότητες, ποὺ ἀποβαίνουν καθοριστικὲς γιὰ τὴν περαιτέρω παρουσία καὶ στάση του μέσα σ᾽ αὐτὴν καὶ γενικὰ στὴ νέα παγκόσμια πραγματικότητα. Ἔχει σαφῆ συνείδηση τῆς διαμετρικῆς διαφορᾶς ὀρθοδόξου καὶ δυτικοευρωπαϊκοῦ πολιτισμοῦ. Ὅλες οἱ ἐκφάνσεις τοῦ ὀρθοδόξου πολιτισμοῦ ἀποτυπώνουν τὸν ἀγώνα γιὰ τὴν ἀνάδειξη τοῦ ἀνθρώπου σὲ θεὸ «κατὰ χάριν». Ἀνθρωπολογικὸ πρότυπο τῆς Ὀρθοδοξίας δὲν εἶναι ὁ «καλὸς κἀγαθός» ἄνθρωπος, ἀλλ᾽ ὁ Θεάνθρωπος. Οἱ ὀρθόδοξοι Λαοὶ στὴν πλατιὰ διαστρωμάτωσή μας εἴμαστε ζυμωμένοι μέσα σ’ αὐτὴ τὴν πολιτισμικὴ παράδοση, καὶ παρὰ τὶς ἀναμφισβήτητες ἀλλοιωτικὲς ἐπιρροές, πού ἔχουμε δεχθεῖ στὴν ἱστορική μας πορεία, διακρατοῦμε στὴν συνείδησή μας τὰ ζώπυρα αὐτῆς τῆς παραδόσεως.

Ἡ μετακαρλομάγνεια Δύση ἀποκομμένη ἀπὸ τὴν πατερικότητα, ἀνέπτυξε ἕνα πολιτισμό, πού ἔχασε κυριολεκτικὰ τὴν αὐθεντικὴ ἔννοια τοῦ Θεοῦ, τοῦ ἀνθρώπου καὶ τῆς κοινωνίας. Ἐνῶ δὲ παρήγαγε μιὰ ἐκθαμβωτικὴ ἐπιστημονικὴ πρόοδο, ἀποδεικνύεται ἐντελῶς ἀνίσχυρη νὰ διαπλάσει ἀνθρώπους, πού νὰ μποροῦν νὰ χρησιμοποιοῦν τὰ ἐπιτεύγματα τῆς ἐπιστήμης γιὰ τὴ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου καὶ ὄχι τὴν καταστροφικὴ ἐκμετάλλευσή του. Καὶ μόνο οἱ δύο Παγκόσμιοι Πόλεμοι, ὡς δημιουργήματα τῆς Εὐρώπης καὶ τοῦ «πολιτισμοῦ» της, δείχνουν ποῦ μπορεῖ νὰ ὁδηγήσει ὁ «χωρὶς Θεό», ρομποτοποιημένος, εὐρωπαῖος (δυτικὸς) ἄνθρωπος.

7. Ὑπάρχει ὅμως καὶ μιὰ ἄλλη προοπτική.
Ἡ Ε.Ε. καὶ ἡ δυτικὴ κοινωνία παρουσιάζονται γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία ὡς ἀγρὸς ἱεραποστολικός, χῶρος μαρτυρίας τοῦ λόγου καὶ τοῦ τρόπου (στάσης ζωῆς), πού συνιστᾶ τὴν οὐσία τῆς ὀρθόδοξης παράδοσης. 

Αὐτή μπορεῖ νά εἶναι ἡ δική μας προσφορά στόν παραπαίοντα σημερινό κόσμο, ἀλλά αὐτό προϋποθέτει Ὀρθοδόξους.

Ἡ παρουσία τῆς Ὀρθοδοξίας στό σύγχρονο κόσμο ὀφείλει νὰ εἶναι πρωταρχικὰ πνευματικὴ καὶ λειτουργική. Ἡ Θεία Λειτουργία, μὲ ὅλη τὴ λατρεία μας, εἶναι ὁ σημαντικότερος θησαυρός μας, διότι περικλείει καὶ διασώζει δυναμικὰ τὸ φρόνημα καὶ τὴ ζωὴ τῶν Ἁγίων μας, τὴν πίστη καὶ τὸν θεονόμο τρόπο ὕπαρξής μας. Μιλώντας, βέβαια, γιὰ λειτουργικὴ θεολογία, ἀγγίζουμε τὴν πραγματικότητα τῆς Ἐνορίας, ὑπὸ τὴ διπλὴ μορφή της, τὴ μοναστικὴ καὶ τὴν κοσμική.

Ἡ διακράτηση τῆς ζωτικότητας τοῦ ὀρθοδόξου πληρώματος ἐξασφαλίζεται διαχρονικὰ στὸ Μοναστήρι καὶ τὴν τροφοδοτούμενη ἀπὸ αὐτὸ πνευματικὰ Ἐνορία.

Χωρὶς τὴν ὑπαρκτικὴ σχέση πιστοῦ καὶ Ἐνορίας δὲν μπορεῖ νὰ γίνει σοβαρὸς λόγος γιὰ ὀρθόδοξη μαρτυρία. 
 
Ἡ ζωὴ τῆς Ἐνορίας, ὡς ἐνεργοποίηση τῶν ἁγιοπνευματικῶν χαρισμάτων τῶν μελῶν της, ἀσκεῖ τὴν ἰσχυρότερη δυναμικὴ καὶ ἐνεργεῖ τὴν ἀποτελεσματικότερη ἱεραποστολή.

Μέσῳ τῆς ἐνοριακῆς-κοινοτικῆς ζωῆς παρουσιάζεται ἡ Ὀρθοδοξία, ὅπως εἶναι: ὡς ζωὴ καὶ πνευματικὴ ὁδός, πού δίνει θεοκεντρικὸ νόημα στὴ ζωὴ καὶ ἀποκαλύπτει τὸν ἀληθινὸ προορισμό της.

Ἡ ἀνασυσπείρωση τῶν Ὀρθοδόξων στὴ ζωὴ τῆς κοινότητας-ἐνορίας εἶναι ἡ μονὴ ἐλπίδα γιά τὴν συνεχῆ καί ἱστορικὴ ἐπιβίωσή μας.

Αὐτός εἶναι ὁ λόγος, γιὰ τὸν ὁποῖο ἡ ὀρθόδοξη
 (ἐκκλησιαστική) Ἡγεσία δὲν μπορεῖ ποτὲ νὰ λάβει πολιτικό χαρακτήρα, ὡς ἕνα Βατικανὸ τῆς Ἀνατολῆς. Κέντρο τῆς ἑνότητας τῶν Ὀρθοδόξων μένει ἀμετακίνητα ὁ Χριστὸς καὶ ὄχι κάποιος -ἐκκλησιαστικὸς ἔστω- ἀξιωματοῦχος. Ἡ προσφυγὴ στοὺς πολιτικοὺς μηχανισμοὺς τοῦ κόσμου τούτου, κάτι πού γίνεται μὲ τὸν ἐγκλωβισμὸ στὸν Οἰκουμενισμό, εἶναι γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία ὄχι ἐνδυνάμωση, ἀλλά ἀποδυνάμωση.

Ἡ Ὀρθοδοξία λειτουργεῖ ἑνωτικὰ καὶ καταλλακτικὰ ὡς πνευματικὴ δύναμη, προσευχομένη καὶ ἀγωνιζομένη «ὑπὲρ τῆς τοῦ κόσμου ζωῆς καὶ σωτηρίας». 

  Η Νεα Εποχή, και ο διπλός Οικουμενισμός, πολιτικός και θρησκευτικός.
                                                                              
π. Γεώργιος Μεταλληνός 
 Ομότ. Καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών
__________________________________________


Πηγή: Ὀρθόδοξος Τύπος, 8/11/2013 agioskosmas.gr

Σάββατο 21 Μαΐου 2022

Κωνσταντῖνος ὁ Μέγας καί ἡ ἱστορική ἀλήθεια ~ π. Γεώργιος Μεταλληνός

Κωνσταντῖνος ὁ Μέγας καί ἡ ἱστορική ἀλήθεια 
~ π. Γεώργιος Μεταλληνός

Ἡ στάση τοῦ Μ. Κωνσταντίνου ἔναντι τῆς εἰδωλολατρείας

Ποιὰ ἦταν ἡ στάση τώρα τοῦ Κωνσταντίνου ἔναντι τῆς εἰδωλολατρίας. Ἕνα χρόνο μετὰ τὴ Σύνοδο τῆς Νικαίας τὸ 326, ὁ Κωνσταντῖνος ἔρχεται στὴ Ρώμη γιὰ νὰ γιορτάσει τὰ εἰκοσάχρονα τῆς Βασιλείας του, τὰ δεύτερα δεκενάλια. Κλήθηκε στὸ Καπιτώλιο νὰ συμμετάσχει σὲ μία στρατιωτική, εἰδωλολατρικὴ γιορτὴ καὶ νὰ προσφέρει τὶς νενομισμένες θυσίες. 

Ἀρνήθηκε. Καταλαβαίνετε, ἔπεσε ὡς κεραυνὸς ἐν αἰθρίᾳ ἡ ἄρνηση τοῦ αὐτοκράτορος νὰ τελέσει τὰ καθήκοντά του ὡς ἐθνικός, ὡς εἰδωλολάτρης αὐτοκράτορας.

Μάλιστα πρέπει νὰ ξέρουμε, θὰ τὸ πῶ παρενθετικά, γιατί ἐδιώκετο ὁ Χριστιανισμός, κυρίως τοὺς τρεῖς πρώτους αἰῶνες; Ἀλλὰ δὲν σταμάτησαν ποτὲ οἱ διωγμοὶ αὐτοί, μέχρι σήμερα. Ἐδιώκετο διότι δὲν ἀπεδέχετο ἄλλες θεότητες. Ἡ φράσις τῆς λειτουργίας: «εἷς Ἅγιος, εἷς Κύριος, Ἰησοῦς Χριστός», κατὰ τοὺς μεγάλους λειτουργιολόγους, εἰσῆλθε εἰς τὴν θεία λειτουργία ἤδη ἀπὸ τὸν πρῶτο αἰώνα...

«Εἷς Ἅγιος», ἦταν ἀπάντηση στοὺς Ἐβραίους· ἕνας εἶναι ὁ Ἅγιος ποὺ ἁγιάζει, ὁ Τριαδικὸς Θεός. «Εἷς Κύριος», ἕνας βασιλιάς, ἕνας αὐτοκράτορας, ἀπευθύνεται στοὺς Ῥωμαίους. Ἕνας εἶναι ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος εἶναι ὁ βασιλιὰς ὁ δικός μας. Κι αὐτὸ τὸ ἐπαναλαμβάνει τὸ 160 περίπου στὴ δίκη του, ὁ ἅγιος Πολύκαρπος, ἐπίσκοπος Σμύρνης. Τί τοῦ εἶπε ὁ Στάτιος ὁ Κονδράτιος, ὁ διοικητὴς τῆς Σμύρνης; «Ὤμοσον τοῦ Καίσαρος Τίτου». Θυσίασε στὸ ἄγαλμα τοῦ Καίσαρα. Διότι ὁ Καίσαρ ἦταν Θεὸς ἐπὶ τῆς γῆς.

Τιμοῦσαν τὸ πνεῦμα τοῦ Καίσαρος καὶ τὸ πνεῦμα τῆς Ῥώμης, μὲ ἀγάλματα μὲ θυσίες, ἐτιμῶντο ὡς θεότητα. Ἄρα δὲν θὰ εἶχε ἀντίρρηση ἡ Ρώμη οἱ Χριστιανοὶ νὰ εἰσαγάγουν μία νέα θεότητα εἰς τὴν πανσπερμία τῶν θεοτήτων – ὁ Ὀράτιος ἔλεγε τὴν ἐποχὴ αὐτὴ «ὑπάρχουν περισσότεροι θεοὶ ἀπ᾿ ὅσον ἄνθρωποι» - ὁπότε δὲ θὰ ἠρνεῖτο ἡ Ῥώμη ἐὰν πρῶτα ἐδέχοντο τὴ θεότητα τοῦ Καίσαρος καὶ τῆς Ρώμης. Γι᾿ αὐτὸ ἐδιώκοντο οἱ Χριστιανοί. 

Ἦταν ἀπηγορευμένη ἑταιρεία – ὁμάδα διότι δὲν ἐδέχετο «οὓς ἡ πόλις», γιὰ νὰ ἐπαναλάβω τὸ Σωκράτη, «οὓς ἡ πόλις ἐνόμιζε θεούς», κατὰ νόμον ἐδέχετο ὡς θεότητες. Αὐτὸ λοιπὸν λειτουργεῖ μ᾿ ἕναν τρόπο περίεργο στὴ συνείδηση τῶν εἰδωλολατρῶν ὅταν ὁ αὐτοκράτωρ ποὺ ἐτιμᾶτο ὡς θεὸς – καὶ ὁ Κωνσταντῖνος μέχρι τότε ἐτιμᾶτο – ἀρνεῖται νὰ προσφέρει τὰ νενομισμένα ὅπως ἐπέβαλε ἡ θρησκεία τῆς Ρώμης.

Ὕστερα ἀπ᾿ ὅσα εἶχε βιώσει εἰς τὴν Σύνοδο τῆς Νικαίας, δὲν μποροῦσε νὰ δεχθεῖ ὅλα αὐτά.

Ἐπίσης κατά τόν Ζώσιμο, προκάλεσε τό μίσος τῶν εἰδωλολατρῶν, οἱ ὁποῖοι γιά νά τόν ἐκδικηθοῦν καί νά τόν προσβάλουν, ἐβεβήλωσαν τά ἀγάλματά του. 

Δηλαδὴ χρησιμοποίησαν κάθε μέσο κατὰ τοῦ προσώπου στὰ ἀγάλματα τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου, ἀλλὰ ἐκεῖνος, εἰρηνικότατα, ὅταν τοῦ εἶπαν τί εἶχε γίνει, ἔπιασε τὸ πρόσωπό του καὶ εἶπε «εὐτυχῶς ἐγὼ δὲ βλέπω κανένα τραῦμα στὸ πρόσωπό μου».

Δὲν καταδίωξε τοὺς εἰδωλολάτρες, ἀλλὰ οὔτε καὶ τήρησε ἰδιαίτερα φιλικὴ στάση ἀπέναντί τους. Μὲ ἐπιστολὲς τοῦ συμβούλευε τοὺς κατοίκους τῆς χώρας καὶ τῶν περιοχῶν ποὺ ὑπῆρχαν εἰδωλολάτρες νὰ στραφοῦν πρὸς τὴ χριστιανικὴ πίστη. Πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ τὸν ἀγαπήσουν οἱ ἐθνικοί; Αὐστηρότητα ἔδειξε μόνον πρὸς τοὺς αἱρετικούς. Γι᾿ αὐτὸ πότε ἐξόριζε τὸ Μέγα Ἀθανάσιο, πότε ἐξόριζε τὸν Ἄρειο. Διότι ἕνας ἄρχοντας, γιὰ νὰ καταλαβαίνουν οἱ διοικοῦντες, ἐνδιαφέρεται σὲ κάθε ἐποχὴ γι᾿ αὐτὸ ποὺ λέει ἡ λαϊκὴ φράση: ἡσυχία, τάξη καὶ ἀσφάλεια. Ἤθελε δηλαδὴ νὰ ἀποφύγει τὶς ἄκαιρες διενέξεις καὶ τὶς συγκρούσεις.

Γι᾿ αὐτὸ καὶ ὁ Μέγας Ἀθανάσιος, γιὰ νὰ προφυλαχθεῖ κατὰ πολλοὺς ἱστορικούς, ἐπειδὴ τὸν ἀπειλοῦσαν μὲ δολοφονία οἱ Ἀρειανοί, ἐστάλη εἰς τὴν Δύση. Ἐξόριστος στὴ Ρώμη, 335-336, καὶ στὰ Ρέμιδα τὸ σημερινὸ Πρίρ, τὴ γενέτειρα τοῦ Μάρξ. Ἐκεῖ ἀκριβῶς ἐστάλη ὁ Μέγας Ἀθανάσιος καὶ μετέφερε τὸ μοναχισμὸ τοῦ ἁγίου Ἀντωνίου καὶ τοῦ ἁγίου Παχωμίου, τὸ κοινοβιακὸ μοναστήρι. Δὲν ἀδίκησε τὴν ἐθνικὴ θρησκεία. Κατὰ τὸν Ζώσιμο ἐπέβλεψε τὴν ἀνοικοδόμηση ἐθνικῶν ναῶν.

Ἡ συνάδελφος στὸ Πανεπιστήμιο Ἀθηνῶν στὴ Φιλοσοφική, ἡ κυρία Πολύμνια Ἀθανασιάδη, ἔχει μία σπουδαία ἐργασία, εἰς τὴν ὁποία λέει ὅτι ἀμέσως μετὰ τὴ Νίκαια ὁ Κωνσταντῖνος χρηματοδότησε, ὡς ἀρχηγὸς τοῦ κράτους, τέσσερις ναούς. Δυὸ εἰδωλολατρικοὺς καὶ δυὸ χριστιανικούς. 

Δηλαδὴ προσπαθοῦσε νὰ τηρήσει τὴν ἰσορροπία καὶ νὰ ἐξασφαλίσει τὴν ἰσότητα καὶ ἑνότητα τῶν πολιτῶν. Ἐπίσης χρηματοδότησε τοὺς ναοὺς τῆς ἁγίας Ἑλένης, τὴν Ἐκατονταπυλιανὴ τῆς Πάρου, τοὺς ναοὺς ἐκεῖ ποὺ βρίσκονται καὶ σήμερα στὰ Ἱεροσόλυμα, στὴ Βηθλεέμ, στὸ Σταυροβούνι, στὴ σκήτη ποὺ μετέφερε ἡ ἁγία Ἑλένη μεγάλο τμῆμα τοῦ Τιμίου Σταυροῦ καὶ οὕτω καθεξῆς. 

Συγχωρῆστε με, βλέπω σ᾿ αὐτὸ τὸ ἄρθρο, καὶ δὲ θὰ τὸ διαβάσω ὁλόκληρο, καὶ πολλοὶ νεοπαγανιστὲς μᾶς κατηγοροῦν λέγοντας «δὲν εἶναι Τίμιος Σταυρὸς αὐτό, ἀλλὰ δάσος ὁλόκληρο». 

Μὴ νομίσητε ὅτι ὅποιος ἔχει Τίμιο Ξύλο εἶναι ἀπευθείας ἀπὸ τὸ Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ. 

Ἔχουμε τὰ λεγόμενα κατασκευαζόμενα φυλαχτά, μὲ τὸ ἄγγιγμα τοῦ αἵματος τῶν μαρτύρων καὶ μὲ τὸ ἄγγιγμα τοῦ Σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ, τὸ ξύλο ἁγιάζεται καὶ λέγεται καὶ αὐτὸ Τίμιο Ξύλο ἀλλὰ δὲν ἀνήκει στὸ Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ.

Προσέξτε τώρα. Ἄλλο στή Μονή Ξηροποτάμου καί στή Μονή Σταυροβουνίου στήν Κύπρο πού ὑπάρχει μεγάλο τμῆμα τοῦ Σταυροῦ.

Δὲν εἶναι λοιπὸν πολλοὶ σταυροὶ ποὺ κόπτονται, ἀλλὰ μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο παράγονται φυλαχτὰ ποὺ ἔχουν ἄμεση σχέση ἐξ ἐπαφῆς μὲ τὸν Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ. Ἀλλὰ καὶ ὁ πατέρας τοῦ Κωνσταντίνου εἶχε εὐνοήσει τοὺς Χριστιανοὺς μὲ τὴν ἔννοια ὅτι δὲν ἐφήρμοζε τὰ διωκτικὰ διατάγματα τοῦ Διοκλητιανοῦ ἀπέναντί τους. Τὴν ἴδια πολιτικὴ ἀκολούθησε καὶ ὁ Κωνσταντῖνος.

Ὁ Κωνσταντῖνος συνέβαλε στὴ νίκη τοῦ Χριστιανισμοῦ. Ἕνα τεράστιο ἐγκληματικὸ λάθος – μακάρι νὰ ὀφείλεται σὲ ἄγνοια – εἶναι τὸ διαθρυλούμενο καὶ ἐπαναλαμβανόμενο πολλάκις ὅτι ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος ἀνεκήρυξε ἐπίσημη θρησκεία τὸ Χριστιανισμὸ – ἄπαγε τῆς βλασφημίας!

Αὐτὸ θὰ γίνει στὶς 28 Φεβρουαρίου τοῦ 380 ἀπὸ τὸν Ἱσπανικῆς προελεύσεως καὶ θερμόαιμο αὐτοκράτορα, τὸν Θεοδόσιο τὸν Α´, ἀλλὰ ὄχι ἀπὸ τὸν Κωνσταντῖνο. 

Ὁ Κωνσταντῖνος ἐξησφάλισε ἐλευθερία σέ κάθε θρήσκευμα, ὁπότε καί οἱ Χριστιανοί ἀπέκτησαν τό δικαίωμα νά λατρεύουν ἐλεύθερα τό Θεό τους.

Ὄχι ὅτι ὁ Χριστιανισμὸς ἀνακηρύχθηκε ἐπίσημη θρησκεία τοῦ Κράτους. Αὐτὸ εἶναι τεράστιο ἱστορικὸ λάθος καὶ ψέμα συγχρόνως. 

Ὁ Κωνσταντῖνος ὁ Παπαρηγόπουλος λέγει ὅτι «πρὸς τὸν Χριστιανισμὸ ὁ Κωνσταντῖνος ἠδύνατο νὰ πολιτευτεῖ καὶ ἄλλως, ἢ ὅπως ἐπολιτεύθη, ἠδύνατο νὰ μὴν προστατεύσει καὶ νὰ τὸν καταδιώξει». Ἄρα μόνο σὲ μεταφυσικές, κυρίως ὑπερφυσικὲς παρεμβάσεις μέσα στὴν καρδιὰ τοῦ Κωνσταντίνου βλέπει ὁ Παπαρηγόπουλος τὴν στάση του ἔναντι τῶν Χριστιανῶν. Καὶ κάτι σημαντικό. Κανεὶς πολιτικὸς δὲν στηρίζεται ποτὲ εἰς τὴν μειοψηφία ἀλλὰ πάντα στὴν πλειοψηφία. Εἴτε γιὰ νὰ ἐπιτύχει στὶς ἐκλογὲς εἴτε γιὰ νὰ ἐπιτύχει τοὺς δικούς του στόχους.

Καὶ ἡ ἐποχὴ ποὺ ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος μέχρι τὴν Α´ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο ποὺ δείχνει τὸ ἐνδιαφέρον του γιὰ τὸν Χριστιανισμό, ποιὸς ἦταν ὁ ἀριθμὸς τῶν Χριστιανῶν στὴν Αὐτοκρατορία; Ὀκτὼ μὲ δέκα τοῖς ἑκατό. Αὐτὸ τὸ μαρτυρεῖ σὲ μία σπουδαιότατη ἐργασία του ὁ Ἄντολφ φὸν Χάρμερ, ἕνας μεγάλος ἱστορικὸς φιλευθέρας ἰδεολογίας εἰς τὴν Εὐρώπη, εἰς τὴν Γερμανία «Ἡ ἐξάπλωσις τοῦ Χριστιανισμοῦ κατὰ τοὺς πρώτους αἰῶνες». Ὀκτὼ μὲ δέκα τοῖς ἑκατό. Μειοψηφία ἦσαν αὐτὴ τὴν ἐποχὴ οἱ Χριστιανοί.


Ἐπίσης ὁ Κωνσταντῖνος, ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος, γιά μένα, καί μόνο γι᾿ αὐτό εἶναι Μέγας καί ἅγιος τῆς ἐκκλησίας. 

Ἅγιος σημαίνει ὅτι ἔχει τή Χάρη τοῦ Θεοῦ μέσα του, αὐτό σημαίνει, ὄχι ἀλάθητος. Ἔχει τή Χάρη τοῦ Θεοῦ, ζωντανή καί αἰσθητή. 

Ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος αὐτοκαταργήθηκε σὲ κάποια στιγμὴ ὡς αὐτοκράτωρ, δεχόμενος τὸν δημοκρατικότερο θεσμὸ τῆς Ἱστορίας ποὺ εἶναι ἡ Σύνοδος, τὸ Συνοδικὸ σύστημα.

Τὸ 311 καὶ ἐν συνεχείᾳ 313-314 ξέσπασε μία μεγάλη διένεξις, γιὰ τὸ σχίσμα τῶν Δονατιστῶν. Μάλωναν μεταξὺ τοὺς οἱ Χριστιανοὶ ποὺ ἀνῆκαν στὸν Δονᾶτο καὶ οἱ ἄλλοι στὸν νόμιμο ἐπίσκοπο, σὲ ποιὸν ἀνήκουν οἱ ναοὶ καὶ οἱ περὶ τοὺς ναοὺς τίτλοι καὶ τὰ ἀγροτεμάχια. Ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος ποὺ ἔπρεπε νὰ δικάσει τὴν ὑπόθεση, αὐτοκαταργεῖται ἀπὸ «Ὕψιστος Δικαστὴς» καὶ λέγει εἰς τὸν Μιλτιάδη, Ἕλληνα ἐπίσκοπο Ρώμης, τῆς Παλαιᾶς Ρώμης: «ἔχετε σύλλογο, δικάστε μὲ τὸν συνοδικὸ σύλλογο». 

Ἔτσι φθάσαμε στὴν Α´ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο. Ὅταν λέμε δὲ ὅτι ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος ἦταν πρόεδρος τῆς Συνόδου – μὲ συγχωρεῖτε ἀλλὰ δὲν ξέρω γράμματα, νὰ διαβάσω τὰ κείμενα – ὁ καθηγητὴς Βλάσιος Φειδᾶς, συνάδελφός μας ἔχει δημοσιεύσει ἕνα βιβλίο γιὰ τὴν προεδρία τῆς Α´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Οἱ πηγὲς μᾶς λένε, ἀναλυόμενες κριτικὰ ἀπὸ τὸν κύριο Φειδᾶ καὶ ἀπὸ ἄλλους ἐπιστήμονες, τελευταῖος εἶναι αὐτὸς ποὺ γράφει ὁ κύριος Φειδᾶς, ὅτι πρόεδρος ὑπῆρξε ὁ Ἀντιοχείας Εὐστάθιος.

Ἄλλο ὁ πρόεδρος ποὺ συντονίζει τὶς συζητήσεις καὶ ἄλλο ὁ συγκαλέσας τὴ Σύνοδο. Μόνο ὁ αὐτοκράτωρ εἶχε δικαίωμα νὰ δώσει ἄδεια στοὺς ἐπισκόπους ἀπὸ ὅλο τὸ μῆκος καὶ πλάτος τῆς αὐτοκρατορίας νὰ κινηθοῦν πρὸς τὴν πρωτεύουσα καὶ μάλιστα ἐδῶ πρὸς τὴ Νίκαια τῆς Βιθυνίας. Ξέρετε αὐτὸ καὶ ἐπὶ Ἰουστινιανοῦ ἰσχύει καὶ ἐπὶ Παλαιᾶς Ρώμης· ἴσχυε καὶ ἐπὶ Κατοχῆς. Μποροῦσε νὰ κυκλοφορήσει κανεὶς ἂν δὲν εἶχε ἄδεια τῆς γερμανικῆς διοικήσεως καὶ στὴ Σοβιετικὴ Ἕνωση μποροῦσε νὰ πεῖ κανεὶς «πετάγομαι μέχρι τὴ Ρώμη γιὰ ψώνια» ἂν δὲν εἶχε ἄδεια τῆς ἀστυνομίας; Διότι ἐφοβοῦντο στάση, ἐξεγέρσεις. Αὐτὸ ἴσχυε πολὺ περισσότερο στὴν ἀχανῆ Ρωμαϊκὴ αὐτοκρατορία. 

Ὁ Κωνσταντῖνος ὅμως καὶ οἱ μετέπειτα αὐτοκράτορες δίνει τὴν ἄδεια νὰ συγκληθεῖ ἡ Σύνοδος.

Προσφωνεῖ τοὺς Πατέρες τῆς Συνόδου σὲ ἄπταιστα ἑλληνικά, ἦταν ἐγκρατέστατος τῆς ἑλληνικῆς γλώσσης, καὶ ἐν συνεχείᾳ ἀποσύρεται καὶ τὸ ἔργο τῆς Συνόδου διεξάγεται ἀπὸ τοὺς ἁγίους Πατέρες μεταξὺ τῶν ὁποίων ὁ ἅγιος Νικόλαος, ὁ ἅγιος Σπυρίδων, ὁ Ἀλέξανδρος Θεσσαλονίκης, ὁ Ἀλέξανδρος Ἀλεξανδρείας, διάκονος ἀκόμη ὁ Μέγας Ἀθανάσιος – καταλαβαίνετε γιὰ ποιὰ πρόσωπα μιλοῦμε. 

Ἀλλὰ δὲν ὑπῆρξε πρόεδρος τῆς Α´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Ὅπως θὰ συμβεῖ καὶ στὴ μετέπειτα ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας. Θὰ μοῦ πεῖ κανείς, συζητήσεις, ἐπηρεασμοὶ εἰς τὰ μετόπισθεν μποροῦσαν νὰ ὑπάρχουν πάντοτε. 

Ἀλλὰ ὅταν στὶς Οἰκουμενικὲς Συνόδους μποροῦσαν νὰ ὑπάρχουν ἅγιοι, ἕτοιμοι νὰ θυσιαστοῦν γιὰ τὴν πίστη τοῦ Θεοῦ, οὐδεμία ἐπιρροὴ εἶναι δυνατή. 

Αὐτό εἶναι τό πρόβλημα σήμερα. Μπορεῖ νά συγκληθεῖ Οἰκουμενική Σύνοδος;

Ἂν δέν ἔχουμε θεουμένους, δέ μποροῦμε νά ἔχουμε Οἰκουμενική Σύνοδο.

Ἤ, ἂν δὲν ἔχουμε ἐπισκόπους ποὺ ἀγωνίζονται γιὰ τὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ καὶ ἀκολουθοῦν τοὺς ἁγίους τοὺς θεουμένους· 

διαφορετικά, ὅποια Σύνοδος ποὺ θὰ γίνει στὸ μέλλον ποὺ θὰ διεκδικήσει τὸν τίτλο Πανορθοδόξου καὶ Οἰκουμενικῆς Συνόδου... καὶ θὰ ἐναντιώνεται εἰς τὸν λόγο καὶ τὴν πολιτεία καὶ τὴν πράξη τῶν θεουμένων, δηλαδὴ τῶν ἁγίων,

θὰ ἀποδειχθεῖ καὶ εὔχομαι νὰ μὴ γίνει αὐτό, ψευδοσύνοδος, λῃστρικὴ σύνοδος. 

Ἀπὸ ἑλληνολάτρης ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος ἔγινε πραγματικὰ πιστὸς εἰς τὸν Ἥλιον τῆς δικαιοσύνης, τὸν Ἰησοῦ Χριστό. Ἔγινε ὑπέρμαχος τῆς χριστιανικῆς θρησκείας ὅπως ἀποδεικνύει ἤδη τὸ ἔτος 313 μὲ τὸ διάταγμα τῶν Μεδιολάνων, χωρίς, ὅπως εἶπα, νὰ διακηρύξει ἐπίσημη καὶ μοναδικὴ θρησκεία τὸν Χριστιανισμό.

Ἡ στάση τοῦ Μ. Κωνσταντίνου ἔναντι τῆς εἰδωλολατρείας

π. Γεώργιος Μεταλληνός 

Κυριακή 19 Δεκεμβρίου 2021

Χριστιανισμός καί Ἑλληνικότητα στήν συνάντησή τούς ~ π. Γεώργιος Μεταλληνός


Χριστιανισμός καί Ἑλληνικότητα 
στήν συνάντησή τούς

π. Γεώργιος Μεταλληνός 

Η ένωση του Ελληνισμού με τον Χριστιανισμό. 

Η ένωση του Ελληνισμού, στα πρόσωπα των γνήσιων αναζητητών της Αλήθειας, με τον Χριστιανισμό, ως ενσάρκωση της Παναλήθειας στον Θεάνθρωπο Ιησού Χριστό, άρχισε με τους Ελληνιστές στην Παλαιστίνη (ελληνιστές ήσαν και οι «επτά» - διάκονοι - πρβλ. τα ελληνικά ονόματα τους: Στέφανος, Νικόλαος, Τίμων, Παρμενάς, Φίλιππος, Πρόχορος, Νικάνωρ) ο σημαντικότερος από τους οποίους, από πλευράς κυρίως ελληνικής παιδείας, ήταν ο Απ. Παύλος.

Η μεγάλη συμβολή του εντοπίζεται στο γεγονός, ότι - μέσω κυρίως αυτού - ο Χριστιανισμός απέφυγε τον κίνδυνο να γίνει μια «Ιουδαϊκή αίρεση», αναδεικνυόμενος σε παγκόσμια υπόθεση, ο ίδιος δε δίκαια θα ονομασθεί «απόστολος των εθνών», ο κατεξοχήν δηλαδή απόστολος του εθνικού (ελληνικού) κόσμου. 

Από το 70 μ.Χ. (καταστροφή της Ιερουσαλήμ από τον ρωμαίο αυτοκράτορα Τίτο) θα συντελεσθεί η «ελληνοποίηση» της Εκκλησίας, αφού το ελληνικό στοιχείο θα πάρει κυριολεκτικά στα χέρια του τη διοίκηση και ευθύνη των χριστιανικών κοινοτήτων...

Η ελληνική δε γλώσσα θα αποβεί το κύριο όργανο του εκκλησιαστικού κηρύγματος, σε σημείο, πού έκτοτε, να είναι αχώριστα πια μεγέθη Ελληνισμός καί Χριστιανισμός (αργότερα: Ορθοδοξία).

Ο ορός Έλληνορθοδοξία ή καλύτερα Ορθοδοξία, σημαίνει στους αιώνες αυτή την ακατάλυτη πια ένωση. Διότι, ό,τι εκλεκτό και διαχρονικό στοιχείο διέθετε ο Ελληνισμός , σώθηκε μέσα στην ένωση του με τον Χριστιανισμό, ώστε να μην υπάρχει πια Ελληνισμός έξω από τον Χριστιανισμό , παρά ως πτώση καί αποτυχία (αυτό εκφράζει η αίρεση), η αρχαιοπληξία. 

Οι εκφράσεις της Ελληνικότητας, καταξιώνονται μέσα στην εν Χριστώ ύπαρξη.

Η αυθεντική Ελληνικότητα ενσαρκώνει στοιχεία υπαρκτικά, που συνιστούν το θεμέλιο του παγκοσμίου πολιτισμού, κάθε κοινωνίας, πού θέλει να λέγεται αληθινά ανθρώπινη, δηλαδή πολιτισμένη. Αυτά τα στοιχεία προσέλαβε ο Χριστιανισμός, αφού ο Χριστός δεν «ήλθε καταλύσαι, αλλά πληρώσαι» (Ματθ. 5,17), τα ενσωμάτωσε στη δική του ύπαρξη, μεταβάλλοντας τα σε θεία ζωή. 

Διότι σ' αυτό ακριβώς έγκειται η υπεροχή του Χριστιανισμού έναντι του ελληνικού ανθρωπισμού. Μέσα στην άκτιστη θεία Χάρη οι πνευματικές ανατάσεις της Ελληνικότητας, πού έφθαναν ως τον πόθο της «θεώσεως» («ομοιωθήναι Θεώ»), λαμβάνουν το αληθινό νόημα τους και γίνονται πραγματικότητα στην ένωση του ανθρώπου με τον Θεάνθρωπο Χριστό. 

Έτσι, από τον «καλόν κάγαθόν» ή «σοφόν» άνθρωπο της ελληνικής φιλοσοφίας ανέρχεται εν Χριστώ η Έλληνικότητα στον «άγιον άνθρωπο» 

τον κατά χάριν θεούμενο, πού γίνεται δηλαδή κατά χάριν ό,τι ό Θεός είναι από τη φύση Του (άκτιστος, αθάνατος, αιώνιος).

Αυτό, άλλωστε, είναι ως σήμερα το ουσιαστικό γνώρισμα του Έλληνα Ορθοδόξου Χριστιανού, αλλά και γενικά κάθε Ορθοδόξου πιστού, η ζήτηση Χάρης καί η δυνατότητα ένωσης με την άκτιστη Θεία Χάρη. Αυτό, σε τελευταία ανάλυση, είναι η Ορθοδοξία.

Όπου απουσιάζει αυτή η κίνηση προς το Άκτιστο, τη Θεία Χάρη, εκεί χάνεται και η Ορθοδοξία. 

Ποιες είναι λοιπόν, οι εκφράσεις της Ελληνικότητας, πού καταξιώνονται μέσα στην εν Χριστώ ύπαρξη και συνιστούν όδηγητικά φώτα της παγκόσμιας κοινωνίας; 






α) Η θρησκευτικότητα ως θεοκεντρικότητα: 

Ο Έλληνας, όσο είναι γνωστά τα ίχνη του στην Ιστορία, έχει θεοκεντρική ύπαρξη. Αθεΐα στον αρχαίο Ελληνισμό είναι άγνωστη (θα μας εισαχθεί στους τελευταίους αιώνες από τη δ. Ευρώπη). Τα αρχαιότερα ελληνικά γραπτά κείμενα, τα ομηρικά έπη, είναι θριαμβευτική καταξίωση του διαλόγου Θεού- ανθρώπου, κάτι πού μέσα στη διεργασία της φιλοσοφικής σκέψης θα αναχθεί σε λυτρωτική ζήτηση, ανεξάρτητα από το περιεχόμενο της. 

Γι' αυτό ο Απ. Παύλος θα ονομάσει τους Αθηναίους-Έλληνες της εποχής του «δεισιδαιμονεστάτους» (Πράξ. 17, 22), δηλαδή «ευσεβέστατους», διότι τα πάντα στην Αθήνα μαρτυρούσαν την απεγνωσμένη ζήτηση του Αληθινού Θεού (του «αγνώστου Θεού»),πού ως Χριστός Ιησούς θα τους γίνει γνωστός από τον Απ. Παύλο. 

β) Η ηθικότητα ως ανθρωπισμός: 

Η αρχαία ελληνική λογοτεχνία, και μάλιστα η τραγωδία, είναι η προβολή των ανθρωπιστικών αξιών, πού κάνουν τον άνθρωπο αυθεντικό και γνήσιο (πρβλ. το λόγο του Μενάνδρου : «η χαρήεν άνθρωπος, όταν άνθρωπος η»). «Πάσα η ποίησις Όμηρου αρετής εστίν έπαινος» - θα παρατηρήσει ο Χριστιανός - Έλληνας Μέγας Βασίλειος (379) . Οι αρχαιοελληνικές αξίες θα λάβουν πανανθρώπινη εμβέλεια και θα «παιδεύουν» ως σήμερα τον κόσμο. 

Ο Χριστιανικός Ελληνισμός θα διδάξει την ανθρωπότητα, πώς οι αξίες γίνονται ζωή μέσα στην ακατανίκητη δύναμη της θείας χάρης, σε σημείο, πού η σχετικά απαισιόδοξη εκείνη αρχαιοελληνική ρήση: «ου ράδιον φύσιν πονηράν μεταβαλεϊν» να ξεπερασθεί στη χριστιανική ομολογία: «πάντα Ισχύω εν τω ένδυναμούντί με Χριστώ» 

γ) Η συνείδηση της ενότητας και καθολικότητας της 

Ό αρχαίος Έλληνας καταφάσκει όλες τις όψεις του βίου, θέλοντας να μορφώσει τον «καθολικό» και «ενιαίο» άνθρωπο , κάτι πού μεγαλειωδώς αποκαλύπτεται στο επισημότερο κέντρο της ελληνικότητας, τους Δελφούς. Στο πρώτο επίπεδο είναι τα ιερά, η αναφορά του ανθρώπου στο «Θειο», ως πηγή δύναμης και ζωής. Στο δεύτερο βρίσκεται το θέατρο, ο χώρος της ψυχικής παιδείας του ανθρώπου, και στο τρίτο το στάδιο, ο χώρος διάπλασης του σώματος, για να συμπράττει και αυτό στην πραγμάτωση του όλου ανθρώπου ως ανθρώπου. 

Η θεοκίνητη όμως αύτη ελληνική συνείδηση βρίσκει στον Χριστιανισμό τη λειτουργική έκφραση της: «Εαυτούς και αλλήλους, και πάσαν την ζωήν ημών Χριστώ τω Θεώ παραθώμεθα». Η θέωση αναφέρεται σ' όλο τον άνθρωπο (σώμα καί ψυχή) και σ' όλη την ύπαρξη του. 

δ) Ουσιαστικό γνώρισμα της ελληνικής σκέψης είναι η «ζήτησις της αληθείας». 

Σ' αυτή τη φράση συγκεφαλαιώνει όλη την Ελληνική Φιλοσοφία ο Αθηναίος(;) Κλήμης ο Αλεξανδρεύς (215 μ .Χ.). Για να συμπληρώσει, ότι «Αλήθεια» είναι Αυτός, πού είπε για τον εαυτό Του ότι είναι η αλήθεια (Ιω. 14,6), ο Χριστός ως «Αυτοαλήθεια».

Η παράσταση Ελλήνων αρχαίων φιλοσόφων (Ηρακλείτου, Θαλή, Πλάτωνος κ.λπ.) στους νάρθηκες των χριστιανικών εκκλησιών στο Βυζάντιο/ Ρωμανία είναι η χριστιανική καταξίωση αυτής της αναζήτησης («ως προειπόντες την έλευσιν Χριστού»). 


Δίκαια ο π. Γεώργιος Φλωρόφσκυ συνήθιζε να λέγει, ότι «δεν μπορούμε να γίνουμε χριστιανοί, αν δεν γίνουμε πρώτα Έλληνες».

Υπογραμμίζοντας έτσι αυτή την αρετή του Ελληνισμού (πρβλ. Α' Κορ. 1,22), τη ζήτηση της Αλήθειας. 

Είναι δε λόγος του Χριστού, ότι «ο ζητών ευρίσκει» (Ματθ. 7,8). 

ε) Βασικό γνώρισμα της αυθεντικής Ελληνικότητας είναι η κατανόηση των ορίων του λόγου:

Ποτέ ο Ελληνισμός δεν γνώρισε τη δυτικοευρωπαϊκή νοησιαρχία (αρχίζει με τον Αυγουστίνο: Credo ut intelligam - πιστεύω για να κατανοήσω, και ολοκληρώνεται στον Καρτέσιο: Cogito ergo sum - σκέπτομαι άρα υπάρχω = ταύτιση της ύπαρξης με τη σκέψη, διάνοια). 

Γι' αυτό και στον Ελληνισμό δεν αυτοθεοποιήθηκε η ανθρώπινη διάνοια (η λογική/ raison θα θεοποιηθεί στη Γαλλική επανάσταση). 

Ο Έλληνας γνωρίζει τα όρια του ανθρωπίνου λόγου και γι' αυτό καταδικάζει την ανθρώπινη απολυτότητα ως «ύβριν» (Τραγωδία). 

Έτσι, θα προχωρήσει ο Ελληνισμός, με μια υπέροχη αυθυπέρβαση, στην αυθυπόταξή του στον Άκτιστο Τριαδικό Θεό και τη διάκριση της «Θείας γνώσης» (του 'Άκτιστου) - από τη γνώση του κτιστού (ανθρώπινη γνώση- σοφία). 

Έτσι διαφοροποιείται ριζικά η θεία γνώση από την ανθρώπινη - κτιστή γνώση (επιστήμη) και αποσαφηνίζεται η ουσία του χριστιανισμού ως ζήτησης, κατά πρώτο και κύριο λόγο, της θείας σοφίας - της άκτιστης χάρης (θεώσεως) ως αιώνιου προορισμού του ανθρώπου. 

ζ)Η κοινωνική αντίληψη της αλήθειας: 

Ο Έλληνας, παρά τις ατομοκρατικές του τάσεις, δεν χάνει τον κοινωνικό του χαρακτήρα, όχι μόνο ως θέληση κοινωνίας (επικοινωνίας) με τον συνάνθρωπο (πρβλ. το ελληνικότατο «συμπόσιο» ή το χριστιανικό πανηγύρι), αλλά και ως ανάγκη εμπειρικής «μετοχής» στην πραγματικότητα. Έτσι από τον σοφό Ηράκλειτο, πού διακήρυττε, ότι «όταν μοιραζόμαστε τα πράγματα με τους άλλους, τότε ζούμε αληθινά», μπόρεσε ο Έλληνας ως χριστιανός να βιώσει την ανάγκη «κοινωνίας» - κοινής μετοχής στα αγαθά (υπέρβαση του ατομισμού). 

Ποτέ ο Ελληνισμός δεν θα έφθανε στην παραδοχή κοινωνικών συστημάτων, πού πηγάζουν από το υλοκρατικό φρόνημα (καπιταλισμός, σοσιαλισμός, μαρξιστικός κομμουνισμός), αν δεν εισάγονταν στανικά στη ζωή του. Η νόθα αστικοποίηση (καθ. Βασ. Φίλιας) καί η «νόθα σοσιαλιστικοποίηση» της ελληνικής πραγματικότητας βεβαιώνει το αμετάβλητο της ελληνικής συνείδησης στην «κοινωνικότητα» της. 

ζ) Η προσληπτική καί μετασκευαστική δύναμη: 

Ο Έλληνας και ως αρχαίος και ως Χριστιανός, καταφάσκει την ετερότητα του αλλού, δεν απορρίπτει κανένα. Παραλαμβάνει γι' αυτό από κάθε λαό ό,τι μπορεί να αυξήσει τη δική του πνευματική περιουσία. Τα οποιαδήποτε όμως δάνεια τα επιλέγει ανάλογα με το δικό του, αναζητώντας ομοούσια στοιχεία της ταυτότητας του, πού γι' αυτό δεν την αλλοιώνουν. Γι' αυτό πιστεύουμε, ότι ο Έλληνας στο βάθος δεν αλλάζει και γι' αυτό δεν χάνεται. 

Ό ,τι προσλάβει ο Έλληνας από τους άλλους, το «μετασκευάζει», το προσαρμόζει στο δικό του και το μεταμορφώνει σύμφωνα με το δικό του. Είναι γνωστή η σχετική διατύπωση του Πλάτωνος στην Επινομίδα του: «ό,τιπερ Έλληνες βαρβάρων (των μη Ελλήνων) λάβωσι, κάλλιον τούτο εις τέλος απεργάζονται». Αυτός είναι ο δυναμισμός της ελληνικότητας σ' όλους τους αιώνες. Η αναγνώριση όμως της αξίας του αλλού είναι το θεμέλιο της ακόλουθης ελληνοχριστιανικής αρετής. 

η) Η Οικουμενικότητα: 

Ποτέ ο Ελληνισμός, ήδη από τις αρχαίες αποικίες του, δεν κλείσθηκε σε κάποιο γκέττο. Ούτε απλώθηκε στον κόσμο με κατακτητικές διαθέσεις, όπως οι «κογκιστατόρες» (κατακτητές) της ευρωπαϊκής αποικιοκρατίας. (Οι χώρες - μπανανιές στενάζουν ακόμη κάτω από την τυραννία κάποιων ευρωπαϊκών χωρών). Ό Ελληνισμός δεν υποδουλώνει, αλλά ελευθερώνει καί συνδοξάζεται μαζί με τους άλλους.

Η ελληνική οικουμενικότητα, με βάση τον πολιτισμό (Μ. Αλέξανδρος), μεταμορφώνεται σε Χριστιανική Οικουμενικότητα με τη μεταλλαγή της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας σε χριστιανική (Μ. Κωνσταντίνος).

Μ. Αλέξανδρος και Μ. Κωνσταντίνος είναι οι δύο όντως μεγάλοι ηγέτες της Ελληνικότητας στους αιώνες. 

Και οι δύο καταφάσκουν την ετερότητα και ιδιαιτερότητα των άλλων λαών και τους ενοποιούν, ο πρώτος με τον πολιτισμό, ο δεύτερος μέσα στην Ορθόδοξη πίστη. 

Ποτέ ο αυθεντικός Έλληνας δεν θα φθάσει σε φυλετικές - ρατσιστικές διακρίσεις. Γνωρίζοντας τον εαυτόν του, αναγνωρίζει και τους μη Έλληνες εκ καταγωγής, κάνοντας και αυτούς συνέλληνες και πνευματικούς αδελφούς του. 

Αν ο Έλληνας Ισοκράτης θα διακηρύξει, ότι κύριο στοιχείο της Ελληνικότητας είναι η «ελληνική παίδευσις», έτσι και ο ελληνοποιημένος πολιτιστικά Απ. Πέτρος θα διακηρύξει, ότι «εν παντί έθνει ο φοβούμενος τον θεόν και εργαζόμενος δικαιοσύνην δεκτός αύτω εστίν» (Πράξ. 10,35). 

                                                                                     
Η χάρη της Πεντηκοστής, στην οποία βαπτίσθηκε και ο Ελληνισμός, ενώνει όλο τον κόσμο («εις ενότητα πάντας εκάλεσεν»), καταργώντας κάθε διαφορά - καρπό της ανθρώπινης αμαρτίας.        

Ο Ελληνισμός μέσα στο σώμα του Χριστού, την Εκκλησία, συναδελφώνεται και αδελφοποιείται με κάθε λαό («ουκ ενι Έλλην καί Ιουδαίος», Κολ. 3,11) σε μία ποίμνη (Ίω. 10, 16), με Ποιμένα τον Χριστό.

Ο Χριστιανός Έλληνας

Αυτά είναι βασικά στοιχεία της αυθεντικής Ελληνικότητας (η μη αυθεντική είναι ο γραικυλισμός), πού ολοκληρώθηκε μέσα στην Χριστιανικότητα ως Ορθοδοξία.

Και αυτά είναι τα πανανθρώπινα λυτρωτικά μηνύματα στον σημερινό κόσμο από την Χριστιανική - Ορθόδοξη Ελληνικότητα, είναι η προσφορά του Ελληνισμού στην ανθρωπότητα, πού ολοκληρώνεται εν Χριστώ ως «καινός» (νέος, αναγεννημένος) άνθρωπος και «καινή» ανθρώπινη κοινωνία. Ως άνθρωπος της Χάρης, πού μπορεί να συμπήξει και κοινωνία αγιότητας, δηλαδή ανιδιοτέλειας, ισότητας -αδελφικότητας - δικαιοσύνης.

Σ' αυτό ακριβώς το σημείο αποκαλύπτεται η πλάνη δυο τάσεων, πού εντάθηκαν στην εποχή μας. Είναι πρώτα η γραικυλική «οικουμενικότητα», πού ζητεί την ισοπέδωση των εθνών (άρνηση των ιδιαιτεροτήτων τους) για τη δημιουργία της νεοεποχικής παγκόσμιας κοινωνίας, πού δεν θα είναι παρά η κατίσχυση του Δυτικού συστήματος ζωής ως νεοαποικιοκρατική πλημμυρίδα, στα όρια μιας δολοφονικής για την ανθρωπότητα ισοπεδωτικής ομοιομορφίας. 

Ο ορθόδοξος Ελληνισμός όμως έχει το δικό του νόημα ζωής, ως ορθόδοξη νοηματοδότηση της ζωής, πού σώζει την αυθεντική σχέση ανθρωπίνου προσώπου και κοινωνικής ομάδας, κάτι πού οραματίσθηκε ο Πλάτων στον «Παρμενίδη» του και γνώρισε ως Χριστιανός ο Έλληνας στο σώμα του Χριστού, την Εκκλησία. 

Το πρόσωπο πραγματώνεται και ολοκληρώνεται (ως πρόσωπο) μέσα στην εκκλησία των Αγίων, και η ομάδα (Εκκλησία) υπάρχει ως κοινωνία Θεουμένων - Προσώπων, δηλαδή προσωπικοτήτων.

Άλλη αναίρεση του Ελληνισμού σήμερα είναι η μανική αρχαιολατρία ή καλύτερα αρχαιοπληξία, αναβίωση της προσπάθειας του αυτοκράτορα Ιουλιανού (361). Πρακτικά εκφράζεται ως προσπάθεια αποσύνδεσης του Ελληνισμού από την Ορθοδοξία, πού θεωρείται εσφαλμένα ως «εβραϊκή αίρεση», ενώ, όπως είδαμε, ήδη ο Απ. Παύλος απελευθέρωσε τον Χριστιανισμό από κάθε κίνδυνο επιρροής του φαρισαϊκού Ιουδαϊσμού, συνδέοντας τον με την Ελληνικότητα. 

Αρχαίος Ελληνισμός, όπως τον νοούν οι αρχαιολάτρες μας, δεν μπορεί πια να υπάρξει, χωρίς αυτοκτονία του Ελληνισμού, πού δοξάσθηκε και δοξάζεται μέσα στην Ορθοδοξία.

Ο Ορθόδοξος Ελληνισμός, ταυτισμένος με την εν Χριστώ ένσαρκη Αλήθεια, συνεχίζει να φωτίζει λυτρωτικά τον κόσμο, νοηματοδώντας τον κόσμο και την Ιστορία με τον δικό του τρόπο, και γι' αυτό έχοντας τη δική του πρόταση ζωής και σωτηρίας. 

Χριστιανισμός καί Ἑλληνικότητα 
στήν συνάντησή τούς π. Γεώργιος Μεταλληνός 

(Ελληνισμός και Ορθοδοξία, 2000)
Ελληνορθόδοξη Παράδοση: Ρίζωμα και προοπτική


Ο Πρωτοπρεσβύτερος πατήρ Γεώργιος Μεταλληνός, υπήρξε Ορθόδοξος Ιερέας και ομότιμος Καθηγητής – Διδάκτωρ Θεολογίας (Αθήνα) και Φιλοσοφίας – Ιστορίας (Κολωνία), συγγραφέας πάνω από 40 θεολογικών βιβλίων. Την ποιμαντική του δραστηριότητα ανέπτυσσε στον πανεπιστημιακό Ναό του Αγίου Αντύπα στο χώρο της Οδοντιατρικής Σχολής. Το 2015 βραβεύτηκε με το Μακεδονικό Βραβείο για το συνολικό του έργο, και την προσφορά του. Ένας μεγάλος Δάσκαλος και Πνευματικός Πατέρας, εμπειρικός γνώστης των Θείων, ούτος Θεολόγος Ακριβής. Ας έχουμε την ευχή του.

Πηγή: schoolpalmos.blogspot.gr

Εναλλακτικές αναρτήσεις

Share this